Την αποφασιστικότητα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκιά της, παρά την υψηλή αβεβαιότητα και τις εντεινόμενες ανησυχίες για επικείμενη ύφεση, δείχνουν τα πρακτικά της τελευταίας συνεδρίασης της ευρωτράπεζας.
Μεταξύ άλλων, επισημαίνεται “λίγα μέλη εξέφρασαν την προτίμηση τους σε μια αύξηση των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ κατά 50 μονάδες βάσης”, ενώ “η πρόταση για αύξηση των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ κατά 75 μονάδες βάσης υποστηρίχθηκε από μια πολύ μεγάλη πλειοψηφία”.
Τα μέλη της ΕΚΤ που τάχθηκαν υπέρ ενός λιγότερου επιθετικού βήματος τον Οκτώβριο επικαλέστηκαν το γεγονός ότι η αύξηση συνοδεύονταν και από άλλα μέτρα σύσφιξης της πολιτικής, όπως οι αλλαγές επί των τηρούμενων ελάχιστων αποθεματικών και οι προσαρμογές στους όρους των φθηνών δανείων προς τις ευρωπαϊκές τράπεζες, όπως έδειξαν τα πρακτικά.
“Η αύξηση κατά 75 μονάδες βάσης κρίθηκε ως η κατάλληλη απάντηση δεδομένης της παρατεταμένης περιόδου υπερβολικά υψηλού πληθωρισμού και του κινδύνου ότι αυτό μπορεί να επιτείνει τις μεσοπρόθεσμες πιέσεις στις τιμές”, αναφέρεται στο κείμενο.
Παράλληλα, “υπενθυμίστηκε ότι η νομισματική πολιτική είναι ακόμα διευκολυντική και υποστηρίχθηκε ότι η αύξηση κατά 75 μονάδες βάσης συνιστούσε απαραίτητο βήμα προς ένα πιο ουδέτερο επίπεδο”, με τους αξιωματούχους να επισημαίνουν ότι “οι εμπροσθοβαρείς αυξήσεις, επιτρέπουν την ομαλή προσέγγιση ενός ουδέτερου επιπέδου”.
Συζητήθηκε επίσης η σοβαρότητα μίας επικείμενης ύφεσης, με κοινή τη θέση ότι μια ήπια μείωση της δραστηριότητας δεν θα ήταν αρκετή για να περιορίσει τον πληθωρισμό.
Η ΕΚΤ συζήτησε ακόμα τους ενδεχόμενους διαύλους μέσω των οποίων μία ήπια ύφεση θα μπορούσε να μετατραπεί σε βαθύτερη και παρατεταμένη.
Όπως σχολιάζει η ING, ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι παρά τις προηγούμενες εμπειρίες, η ΕΚΤ δεν βλέπει τον τραπεζικό κλάδο ως έναν τέτοιο δίαυλο, αλλά περισσότερο την αγορά κατοικίας και τελικά την αγορά εργασίας.
Στα πρακτικά αναφέρεται δε ότι η Τράπεζα θα συνεχίσει τη σύσφιξη ακόμα και σε περίπτωση ήπιας ύφεσης.
“Υποστηρίχθηκε ότι σε περίπτωση ρηχής ύφεσης, το Διοικητικό Συμβούλιο θα πρέπει να συνεχίσει την ομαλοποίηση και τη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής, ενώ θα μπορούσε να τη διακόψει εάν υπάρξει παρατεταμένη και βαθιά ύφεση, η οποία είναι πιθανό να περιορίσει σε μεγαλύτερη έκταση τον πληθωρισμό”, αναφέρεται στο κείμενο.