Ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς, Βασίλης Κορκίδης, αναλύοντας τις προοπτικές του νέου έτους, δήλωσε πως το 2023 έκανε «ποδαρικό» στην ελληνική αγορά με θετικό οικονομικό πρόσημο, αλλά και με πολλές εκκρεμότητες από πέρυσι. Η νέα χρονιά καλείται να διαχειριστεί κινδύνους, που κληρονόμησε από το 2022, αφού τα στοιχήματα της ανάπτυξης, του πλεονάσματος, της απασχόλησης και του πληθωρισμού πρέπει οπωσδήποτε να κερδηθούν. Οι ανησυχίες για νέα «κόκκινα» δάνεια, επιτόκια, εφοδιαστική αλυσίδα, ιδιωτικό και δημόσιο χρέος, διαθέσιμο εισόδημα, επενδύσεις, δαπάνες στέγασης και, βεβαίως, το ενεργειακό και ουκρανικό μέτωπο, παραμένουν τα «ανοικτά ζητήματα» στο ξεκίνημα του 2023.
Παρά τον κλοιό ακρίβειας και πληθωρισμού, η περυσινή χρονιά έκλεισε με διψήφια αύξηση της κατανάλωσης και εκτιμάται πως συνολικά ο εορταστικός τζίρος αυξήθηκε περίπου 12% τον Δεκέμβριο του 2022 στα 4 δις ευρώ από τα 3,6 δις ευρώ των προηγούμενων δύο ετών. Από τα πρώτα στοιχεία έρευνας στις αγορές της Αττικής προκύπτει πως η επισκεψιμότητα και η αγοραστική κίνηση ενισχύθηκε ουσιαστικά, ξεπερνώντας σε αξία πωλήσεων, έστω και «πληθωριστικά» το 2019.
Η στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων και τη φετινή χρονιά, όπου το ενεργειακό κόστος θα αποτελεί και πάλι ένα από τα κυριότερα προβλήματα στην ευρωζώνη, συνεχίζει να είναι βασική προτεραιότητα της κυβέρνησης και αποτυπώνεται ξεκάθαρα στον προϋπολογισμό. Η αύξηση κατά 7,75% των συντάξεων σε 1,7 εκατ. συνταξιούχους, η κατάργηση των 1,24 δις ευρώ της εισφοράς αλληλεγγύης σε 2,7 εκατ. φορολογούμενους, η κατάργηση της εισφοράς του Ταμείου πρόνοιας σε 600.000 υπαλλήλους του Δημοσίου και το market pass για 3,2 εκατ. νοικοκυριά είναι τα «νέα οικονομικά δώρα» του 2023.
Επίσης, δεν πρέπει να προσπερνάμε, τη διατήρηση και το 2023 της μείωσης 3 μονάδων στις ασφαλιστικές εισφορές, ύψους 871 εκατ. ευρώ, τη διατήρηση του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ σε μεταφορές, τουρισμό, εστίαση, εισιτήρια θεαμάτων, γυμναστήρια και σχολές, την αναστολή επιβολής ΦΠΑ έως το 2024 στις νέες οικοδομές και τις μεταβιβάσεις νεόδμητων κτισμάτων. Όλα αυτά είναι τα «μέτρα ανάχωμα στο κύμα ακρίβειας», όμως το ερώτημα, που παραμένει αναπάντητο, είναι εάν πράγματι επαρκούν να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις και αβεβαιότητες που μετέφερε το 2022 στο 2023.
Η εξάρτηση της ευρωπαϊκής οικονομίας, που οδεύει σε ύφεση, από τις τιμές των καυσίμων, είναι ένας διαρκής κίνδυνος, που θα αντιμετωπίσουμε και το 2023, με προσθήκη μάλιστα στην εξίσωση την ανοδική τάση της τιμής του πετρελαίου. Επιπρόσθετα, από εδώ και πέρα, το «ενεργειακό πεδίο μάχης» της Δύσης με την Ανατολή θα μετατοπισθεί από τα ορυκτά καύσιμα στα μέταλλα, όπως το λίθιο, κοβάλτιο, νικέλιο, γραφίτη και χαλκό, που είναι αναγκαία για μια καθαρότερη και κυκλική οικονομία.
Οι απειλές που αντιμετωπίζουν όλες οι ευρωπαϊκές χώρες το 2023 είναι, κατά σειρά μεγαλύτερου κινδύνου, ο επίμονος πληθωρισμός, η μακροχρόνια ακρίβεια, η διάρκεια του πολέμου στην Ουκρανία, ο κλυδωνισμός των αναδυόμενων αγορών, η ισοτιμία ευρώ-δολαρίου, οι αναταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα και το «στραβοπάτημα» στο άνοιγμα της Κίνας, μετά και τα πρόσφατα επιδημιολογικά μέτρα και αντίμετρα. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο το γεγονός πως η επανεκκίνηση της μετακίνησης 150 εκατ. ταξιδιωτών από τη Κίνα στην Ευρώπη, αλλά και της βιομηχανικής παραγωγής, που αυξάνει τη ζήτηση πετρελαίου από τη Κίνα, θα συνοδεύεται από τον Φεβρουάριο με το «κλείσιμο της στρόφιγγας» ρωσικού πετρελαίου στις χώρες της ΕΕ-27.
Το 2023 θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο, που εκτινάχθηκε τη χρονιά που πέρασε και απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή, ώστε να μην δημιουργήσει «μακροοικονομική ανισορροπία». Οι εξαγωγές μας μπορεί να αυξήθηκαν 22% σε ονομαστικούς όρους, αλλά σε πραγματικούς όρους η αύξηση το 2022 ήταν 7% και κατά σειρά αξίας σε μηχανήματα τεχνολογίας, φάρμακα, χημικά, μέταλλα, υφάσματα, βαμβάκι και τρόφιμα. Το 85% των ελληνικών εξαγωγών μας αφορά σε συνολικά 129 προϊόντα, με προορισμό 101 χώρες, εκ των οποίων το 50% στην Ευρώπη, το 34% στη Μέση Ανατολή και το 11% στην Αμερική.
Για να αντιμετωπίσει λοιπόν η Ελλάδα το άνοιγμα στο εμπορικό της έλλειμμα πρέπει να σημειώσει μεγάλη πρόοδο στην προσέλκυση Άμεσων Ξένων Επενδύσεων, σε παραγωγή και εξοπλισμό, παρά το ρεκόρ που σημείωσε τα τελευταία δύο χρόνια ώστε, αφενός, να καλύψει μεγαλύτερο μέρος των εγχώριων αναγκών της και, αφετέρου, να αυξήσει το επενδυτικό της απόθεμα, που είναι μόλις 30% του ΑΕΠ, όταν ο μέσος όρος της ΕΕ-27 είναι πάνω από 60%.
Ασφαλώς δεν ξεχνάμε πως το 2023 είναι μια κρίσιμη εκλογική χρονιά, που, λόγω του εκλογικού νόμου, το πιθανότερο είναι να μας οδηγήσει σε διπλές εκλογές και σε ένα «διάστημα αναμονής» 40 ημερών. Άγνωστη, επίσης, παραμένει η διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, που έχει ήδη ξεκινήσει και που ο επιχειρηματικός κόσμος, απαιτεί από τα πολιτικά κόμματα αυτοσυγκράτηση για την αποφυγή προεκλογικής πλειοδοσίας, επιθυμεί τη διατήρηση της δημοσιονομικής σταθερότητας, αναμένει την επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα και ζητά τη συνεχή στήριξη της πραγματικής οικονομίας. Σαφώς και οφείλουμε να εκτιμήσουμε, όχι μεμονωμένα και αποσπασματικά, αλλά αθροιστικά και συνδυαστικά, τα μέτρα στήριξης της κοινωνίας και οικονομίας, που όμως οφείλουν να συνεχιστούν, για όσο χρειαστεί, σε μία επίσης δύσκολη χρονιά, που μόλις ξεκίνησε με νέες προκλήσεις, αλλά ίδιες αβεβαιότητες.
Το πρώτο τρίμηνο του 2023 είναι κρίσιμο για την ελληνική οικονομία, αφού έχουμε τον Ιανουάριο την αξιολόγηση της Fitch και τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για χρέος και πλεόνασμα, τον Φεβρουάριο τις προβλέψεις της ΕΕ και τα δημοσιονομικά αποτελέσματα του ΓΛΚ, τον Μάρτιο τα τελικά στοιχεία του 4ου τριμήνου του 2022 και τις αξιολογήσεις των DBRS και Moody’s, ενώ ακολουθεί τον Απρίλιο της S&P. Η επιστροφή της ελληνικής οικονομίας στην επενδυτική βαθμίδα το 2023 θα μας επιτρέψει να κλείσουμε πολλά από τα ανοικτά μέτωπα, αλλά και να πετύχουμε το αναπτυξιακό όραμα της χώρας μας. Οι επιχειρήσεις-μέλη του Ε.Β.Ε.Π., προσδοκούμε πως το 2023, στο μεγαλύτερο μέρος του, θα εξελιχθεί με πολύ καλύτερες συνθήκες από αυτές που ξεκίνησε και κάθε επιχειρηματική μας προσδοκία θα μετατραπεί σε δημιουργία.