Τα δύο τρίτα των επικεφαλής οικονομολόγων του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, που ερωτήθηκαν από το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (WEF), αναμένουν παγκόσμια ύφεση το 2023, σύμφωνα με έρευνα του Φόρουμ που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα ενώ επιχειρηματίες και αρχηγοί κυβερνήσεων συγκεντρώνονται στο Νταβός της Ελβετίας για την ετήσια σύνοδό του.
Το 18% εκτιμά ότι μια παγκόσμια ύφεση είναι «εξαιρετικά πιθανή» –ποσοστό υπερδιπλάσιο σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα που διενεργήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2022. Μόνο το ένα τρίτο των ερωτηθέντων απάντησε ότι τη θεωρεί απίθανη φέτος.
«Ο σημερινός υψηλός πληθωρισμός, η χαμηλή ανάπτυξη, το υψηλό χρέος και το περιβάλλον έντονου κατακερματισμού μειώνουν τα κίνητρα για τις επενδύσεις που χρειάζονται για επάνοδο στην ανάπτυξη και αύξηση του επιπέδου διαβίωσης για τους περισσότερο ευάλωτους του κόσμου», δήλωσε η γενική διευθύντρια του WEF Σαάντια Ζαχίντι σε ανακοίνωση που συνοδεύει τα συμπεράσματα της έρευνας.
Η έρευνα του οργανισμού βασίστηκε σε 22 απαντήσεις από ομάδα υψηλόβαθμων οικονομολόγων που προέρχονται από θεσμούς, όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, επενδυτικές τράπεζες, πολυεθνικές και όμιλοι αντασφάλισης.
Την περασμένη εβδομάδα η Παγκόσμια Τράπεζα αναθεώρησε πτωτικά τις προβλέψεις της για την ανάπτυξη το 2023 σε επίπεδα κοντά σε ύφεση για πολλές χώρες καθώς εντείνεται ο αντίκτυπος από τις αυξήσεις επιτοκίων κεντρικών τραπεζών και συνεχίζεται ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Σε όλο τον κόσμο υπάρχουν διαφοροποιήσεις στους ορισμούς της ύφεσης, αλλά γενικά περιλαμβάνουν την προοπτική συρρίκνωσης των οικονομιών, πιθανόν με υψηλό πληθωρισμό σε ένα σενάριο «στασιμοπληθωρισμού».
Για τον πληθωρισμό, η έρευνα του WEF έδειξε μεγάλες περιφερειακές διαφοροποιήσεις: το ποσοστό που αναμένει υψηλό πληθωρισμό το 2023 κυμαινόταν από μόλις 5% για την Κίνα έως 57% για την Ευρώπη, όπου ο αντίκτυπος από την αύξηση στις τιμές ενέργειας την περασμένη χρονιά έχει εξαπλωθεί στην ευρύτερη οικονομία.
Η πλειονότητα των οικονομολόγων αναμένει περαιτέρω σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ (59% και 55% αντίστοιχα).
Άλλα σημαντικά ευρήματα της έρευνας είναι:
εννέα από τους δέκα ερωτηθέντες αναμένουν ότι η ασθενής ζήτησης και το υψηλό κόστος δανεισμού θα ασκήσουν πιέσεις στις επιχειρήσεις, με πάνω από το 60% να καταδεικνύει επίσης υψηλότερο κόστος εισροών.
αυτές οι προκλήσεις αναμένεται να οδηγήσουν τις πολυεθνικές εταιρίες στο να μειώσουν τις δαπάνες τους, από το να περιορίσουν τα λειτουργικά τους έξοδα έως το να απολύσουν εργαζομένους.
ωστόσο τα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες δεν αναμένεται να αποτελέσουν σημαντικό βαρίδι για την επιχειρηματική δραστηριότητα το 2023.
η κρίση του κόστους διαβίωσης ίσως επίσης να πλησιάζει το αποκορύφωμά της, με την πλειονότητα των ερωτηθέντων (68%) να αναμένουν ότι θα έχει γίνει λιγότερο σοβαρή έως τα τέλη του 2023.