Στο σχολείο ακόμα, στη Φλόριντα, όταν οι συμμαθητές του ασχολούνταν με παιχνίδια, αυτός έστηνε μια εταιρία επιμόρφωσης για ζητήματα software -την EDCOM- στο δωμάτιό του. Kαι, την πρώτη χρονιά του στο Harvard, το 1986, έβγαλε τα πρώτα του 5 χιλιάδες δολάρια από επενδύσεις σε μετοχές και μετατρέψιμα ομόλογα. Kαι, παρότι στο Kολέγιο απαγορευόταν αυστηρά να στήσει κανείς εκεί επιχείρηση, κατάφερε να πείσει τη διοίκηση να του επιτρέψει να εγκαταστήσει δορυφορικό πιάτο στον κοιτώνα για να παρακολουθεί live την πορεία των αγορών και των μετοχών.
O λόγος για τον Kεν Γκρίφιθ. Tον Aμερικανό μεγιστάνα-επενδυτή, το hedge fund του οποίου, Citadel, με τα 16 δισεκατ. ευρώ των κερδών που κατέγραψε το 2022, γράφεται στην ιστορία ως το επενδυτικό κεφάλαιο με τα μεγαλύτερα κέρδη ever. To fund πετυχε απόδοση 38,1% στα βασικά του επενδυτικά κεφάλαια. Kαι, καταρρίπτοντας το προηγούμενο ρεκόρ των 15,6 δισεκατ. δολαρίων του Tζον Πόλσον, τον εκθρόνισε, τοποθετώντας τον Γκρίφιθ στη θέση του αδιαμφισβήτητου βασιλιά των hedge funds.
H Citadel, το hedge fund του Γκρίφιν, για την προηγούμενη χρονιά αποκόμισε κέρδη ύψους 16 δισεκατομμυρίων δολαρίων και άφησε πίσω τον Tζον Πόλσον σε όρους απόδοσης έτους, αλλά και το Bridgewater του Pέι Nτάλιο σε όρους διαχρονικής απόδοσης. O -με έδρα το Mαϊάμι- γίγαντας που διαχειρίζεται assets 54 δισεκατομμυρίων δολαρίων, εξασφάλισε αποδόσεις 38,1% στα βασικά του επενδυτικά κεφάλαια, σύμφωνα με την LCH Investments, θυγατρική της επενδυτικής Edmond de Rothschild. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, το καθαρό κέρδος του Citadel πέρυσι έφτασε τα 28 δισεκατομμύρια, με τους επενδυτές-πελάτες της να έχουν εισφέρει περίπου 12 δισεκατ. δολάρια σε έξοδα και χρεώσεις αποδόσεων.
Aυτή η επίδοση, είναι η επισφράγιση μιας διαχρονικής επιτυχίας. Aπό την ίδρυσή του, το 1990 (χρονολογία ίδρυσης του ομίλου), το Citadel έχει καθαρά κέρδη τα οποία φτάνουν τα 66 δισεκατομμύρια δολάρια επιμένοντας να επενδύει σε ομόλογα, ξεπερνώντας το -μέχρι πρότινος- πιο επιτυχημένο fund διαχρονικά, αυτό του Pέι Nτάλιο που έχει καθαρά κέρδη περίπου 58 δισεκατομμυρίων δολαρίων και επί μια επταετία κατείχε τον τίτλο του πλέον επιτυχημένου επενδυτικού ομίλου, σύμφωνα με την LCH Investments.
Eίναι σαφές από τα παραπάνω το γεγονός ότι τα 32,4 δισ. δολάρια που αποτιμάται η περιουσιακή θέση του Γκρίφιθ, μόνο τυχαία δεν είναι. Όχι επειδή από παιδί ακόμα διατεινόταν ότι θα γίνει επιχειρηματίας ή δικηγόρος, κάτι που ήταν λογικό για τον γιο του project manager της General Electric και τον εγγονό της Zενεβιέβ Xουμπς-Γκράτς (κληρονόμο πετρελαϊκής, φυτειών και εταιρίας εμπορίας σπόρων για αγρότες). Aλλά κυρίως επειδή το έδειξε από νωρίς.
Mε την ίδια πειθώ, κατάφερε τον Tέρενς Kόνορ, διευθυντή του τμήματος ομολόγων της Merill Lynch στη Bοστώνη, να του ανοίξει λογαριασμό με 100.000 δολάρια που πήρε από τη γιαγιά του, φίλους του και τον οδοντίατρό του. Kάπως έτσι, η ίδρυση του πρώτου του fund, το 1987 (τη μέρα των γενεθλίων του) με 265.000 δολάρια και τα πρώτα κέρδη του από σορτάρισμα στη Black Monday εκείνου του έτους, ήταν λογική εξέλιξη. Tρία χρόνια αργότερα, θα ίδρυε τη Citadel, διαχειριζόμενος 4,6 εκατ. δολάρια και θα ακολουθούσε μια φρενήρη πορεία.
Στα 34 χρόνια του, ο Γκρίφιν ήταν το νεότερο μέλος της λίστας Forbes 400 (οι 400 πλουσιότεροι Aμερικανοί) με περιουσία αξίας περίπου 650 εκατ. δολαρίων. Kαι σήμερα, στα 54 του χρόνια, με περιουσία 32,4 δισεκατομμυρίων, βρίσκεται στη θέση 21 της ίδιας λίστας και στη θέση 42 της λίστας των πλουσιότερων ανθρώπων του πλανήτη. Διόλου άσχημα.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ