Με επιτυχία ολοκληρώθηκε η πρώτη φάση της πρότυπης αποκατάστασης του WWF Ελλάς στον Εθνικό Δρυμό Σουνίου, η οποία ξεκίνησε τον Νοέμβριο του 2022.
Πρόκειται για μια αναδάσωση που πραγματοποιήθηκε σε δασική έκταση 200 στρεμμάτων πάνω από το χωριό του Αγίου Κωνσταντίνου που έχει καεί δύο φορές μέσα σε μόλις 10 χρόνια (2012 και 2021), με αποτέλεσμα να μη μπορεί πλέον να αναγεννηθεί φυσικά. Η έκταση αυτή τους τελευταίους περίπου δύο μήνες μετατράπηκε σε πεδίο δράσης για εκατοντάδες εθελοντές που ένωσαν τις δυνάμεις τους με το WWF για έναν κοινό σκοπό: να σώσουν τη συγκεκριμένη έκταση από την ερημοποίηση και να συμβάλλουν ενεργά στην αποκατάσταση και δημιουργία ενός νέου δάσους ανθεκτικού στις πυρκαγιές που, παράλληλα, θα βελτιώσει σημαντικά και τη βιοποικιλότητα του τοπικού οικοσυστήματος.
Η συγκεκριμένη δράση αποκατάστασης, που υλοποιείται με τη στήριξη του Ιδρύματος Α. Γ. Λεβέντη, καθώς και υποστηρικτών του WWF Ελλάς, χαρακτηρίζεται ως πρότυπη, για μια σειρά από λόγους που αφορούν τόσο τον σχεδιασμό και υλοποίηση της δράσης, με βάση επιστημονικά κριτήρια, όσο και την οργανωμένη εμπλοκή εκπαιδευμένων πολιτών-εθελοντών. Ειδικότερα:
Επιλέχθηκε η περιοχή βάσει μελέτης που εκπόνησε το WWF Ελλάς για τις καμένες εκτάσεις του 2021. Η μελέτη αυτή αποτύπωσε όλες τις περιοχές που πιθανώς να χρειαστούν ανθρώπινη βοήθεια για την αναγέννησή τους, λαμβάνοντας υπόψη και συνδυάζοντας 6 παραμέτρους (τύπο βλάστησης, επικάλυψη πυρκαγιών, κλίση, έκθεση, υψόμετρο και γεωλογικό υπόβαθρο).
Εκπονήθηκε μελέτη αναδάσωσης από το δασαρχείο Λαυρίου που, μαζί με τη συμμετοχή επιστημόνων από το Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων (ΙΜΔΟ) και του WWF Ελλάς, πρότεινε τα κατάλληλα είδη που τελικά φυτεύτηκαν στη συγκεκριμένη έκταση.
Εφαρμόστηκε μια καινοτόμα προσέγγιση φύτευσης, με μίξη κωνοφόρων και πλατύφυλλων ειδών που προϋπήρχαν στην περιοχή (π.χ. βελανιδιές, χαρουπιές, κουτσουπιές). Η ποικιλία/ μίξη των διαφορετικών αυτών ειδών αναμένεται να οδηγήσει όχι μόνο σε βελτίωση της βιοποικιλότητας και την ανάδειξη των αισθητικών λειτουργιών του νέου δάσους, αλλά και να καταστήσει το δάσος ανθεκτικότερο στη φωτιά, περιορίζοντας τόσο την ένταση, όσο και τη μετάδοση της.
Στο πλαίσιο του έργου, μελετώνται διαφορετικές μέθοδοι φυτεύσεων και σπορών με σκοπό τη βελτίωση της βιωσιμότητας των φυτών, αλλά και της συντήρησης (ποτίσματα κ.ά), και τελικά την εξοικονόμηση πόρων. Οι δράσεις αυτές πραγματοποιούνται σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων (ΙΜΔΟ) του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ και το δασαρχείο Λαυρίου, το οποίο έχει αναλάβει και τον έλεγχο όλου του έργου.
Με δεδομένη την πολιτιστική κληρονομιά της ευρύτερης περιοχής, και ειδικότερα την αρχαιολογική αξία στην περιοχή αποκατάστασης, λήφθηκαν όλα τα απαραίτητα μέτρα, σε συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ανατολικής Αττικής, για την προστασία των αρχαιολογικών ευρημάτων, προσαρμόζοντας κατάλληλα το σχέδιο φύτευσης.
Διασφαλίστηκε αποτελεσματική συνεργασία και συντονισμός μεταξύ διαφορετικών αρμόδιων φορέων (δασαρχείο Λαυρίου, Διεύθυνση Δασικών Έργων & Υποδομών του ΥΠΕΝ, Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων, Εφορεία Αρχαιοτήτων Ανατολικής Αττικής, Οδικές Συγκοινωνίες Α.Ε., Ερυθρός Σταυρός).
Πραγματοποιήθηκε ολοκληρωμένη εκπαίδευση των εθελοντών από το επιστημονικό προσωπικό του WWFΕλλάς, πριν την κάθε δράση αναδάσωσης, διασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο, την επιτυχία των φυτεύσεων, και ενισχύοντας την περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση των εθελοντών.
Από την πρώτη κιόλας στιγμή, η ανταπόκριση των πολιτών στο κάλεσμα του WWF Ελλάς ήταν χαρακτηριστική. Συνολικά, το δίμηνο Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου 2022, περισσότεροι από 300 εθελοντές συμμετείχαν ανά ομάδες σε 6 δράσεις σποροσυλλογής και σε 11 δράσεις αναδάσωσης, δίνοντας τον καλύτερό τους εαυτό. Έμπειροι επιστήμονες από το προσωπικό του WWF φρόντιζαν να εκπαιδεύσουν τους εθελοντές, πριν από κάθε δράση, ενώ κατά τη διάρκεια των φυτεύσεων, ήταν πάντα δίπλα τους για να τους παρέχουν επιπλέον οδηγίες, αλλά και υποστήριξη, διασφαλίζοντας έτσι στο μέγιστο την επιβίωση των φυτών που φυτεύτηκαν στην αναδάσωση.
Μέσα σε δύο μήνες φυτεύτηκαν στην περιοχή συνολικά 1.500 φυτά. Την προσπάθεια των εθελοντών ολοκλήρωσαν επαγγελματίες δασολόγοι, με αποτέλεσμα στην περιοχή να έχουν φυτευτεί έως το τέλος Δεκεμβρίου συνολικά 15.000 φυτά.
Συγκεκριμένα, φυτεύτηκαν 14 διαφορετικά είδη δέντρων και θάμνων, εκ των οποίων 70% ήταν πλατύφυλλα (ήμερη βελανιδιά, χνοώδης δρυς, χαρουπιά, κουτσουπιά, μελικουκιά, δάφνη, κ.ά.) και 30% κωνοφόρα (χαλέπιος πεύκη και κυπαρίσσι). Η καινοτόμα αυτή προσέγγιση μίξης διαφορετικών ειδών αναμένεται να βελτιώσει τη βιοποικιλότητα στη συγκεκριμένη περιοχή και να συμβάλλει σημαντικά στην πυρανθεκτικότητα του νέου δάσους που θα προκύψει.
Η πρώτη φάση του έργου, που αφορούσε τις φυτεύσεις, ολοκληρώθηκε με επιτυχία. Το επόμενο διάστημα θα υλοποιηθούν δράσεις συντήρησης των φυτών, πάντα με τη βοήθεια των εθελοντών, οι οποίοι θα κληθούν την άνοιξη και το καλοκαίρι να βοηθήσουν στη διαμόρφωση των λάκκων, τη λίπανση, το βοτάνισμα και το πότισμα των φυτών. Το έργο θα διαρκέσει για τα επόμενα τρία χρόνια, προκειμένου να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα των φυτών.
Ο Νίκος Γεωργιάδης, υπεύθυνος δράσεων δασικής διαχείρισης στο WWF Ελλάς δηλώνει: «Σήμερα, που η κλιματική κρίση οδηγεί σε συχνότερες και μεγαλύτερης έντασης πυρκαγιές, η προσέγγιση για την αποκατάσταση δασικών οικοσυστημάτων, όταν αυτή κρίνεται απαραίτητη, θα πρέπει να ακολουθεί ένα σχέδιο φυτεύσεων με δραστική μίξη ειδών, ακολουθώντας ουσιαστικά το παράδειγμα που μας δίνει η ίδια η φύση, κι έχοντας ως στόχους τόσο την πυρανθεκτικότητα, όσο και τη βιοποικιλότητα του νέου δάσους. Επιπρόσθετα, σε ένα περιβάλλον που οι δασικές εκτάσεις που χρήζουν τεχνητής αποκατάστασης αυξάνονται διαρκώς, κανένα φυτό δεν πρέπει να πηγαίνει “χαμένο” και άρα οι μέθοδοι καθώς και οι εργασίες φύτευσης και συντήρησης θα πρέπει να είναι οι ιδανικές. Τέλος, σε όλα αυτά, θα πρέπει να προστεθεί και η εκπαίδευση των εθελοντών που συνδράμουν σε τέτοιες δράσεις και οι οποίοι δίνουν στην κυριολεξία ψυχή στο όραμά μας για ένα ζωντανό πλανήτη».