Από την αρχή της οικονομικής κρίσης στη χώρα μας, δίνουν και παίρνουν στους δημοσιογραφικούς χώρους των Βρυξελλών τα πειράγματα, αλλά και η διάθεση σαρκασμού και ειρωνείας μεταξύ ξένων και Ελλήνων δημοσιογράφων.
Δεν έλειψαν όμως και ορισμένες ακραίες φραστικές επιθέσεις, από την πλευρά των Βέλγων, εις βάρος των Ελλήνων.
Τα πρώτα πειράγματα άρχισαν όταν ο Γ. Παπακωνσταντίνου παρομοίασε την ελληνική οικονομία με τον «Τιτανικό». Μάλιστα, όταν τη σκυτάλη της χρεοκοπίας πήραν και άλλοι υπουργοί της κυβέρνησης, οι οποίοι δήλωναν στους έκπληκτους ομολόγους τους ότι «δεν υπάρχει σάλιο» για την πληρωμή των συντάξεων, οι σπόντες έγιναν αιματηρές: «Πάλι στη ζητιανιά το ρίξατε;»
Όπως γράφει σήμερα η «Ελευθεροτυπία», την αρχική έκπληξη των εταίρων δεν διαδέχθηκε ο οίκτος, όπως περίμεναν οι υπουργοί της κυβέρνησης, αλλά ο θυμός και η τιμωρία. Μπήκαμε στην περίοδο του Μνημονίου και της πρώτης δανειοδότησης. Ευκαιρία για τους Έλληνες δημοσιογράφους να περάσουν στην αντεπίθεση, με τη χρήση αυτοσαρκασμού.
Στην αίθουσα Τύπου της Κομισιόν, κάθε μεσημέρι που έβλεπαν τον Σλοβένο συνάδελφό τους, του έλεγαν με μία φωνή: «Το τσεκ… έφερες το τσεκ;». Χαμογελούσε και απαντούσε: «Ποτέ! Άλλωστε ξέρουμε ότι δεν πρόκειται να το ξεπληρώσετε». «Αυτό έλειπε, να σας ξεπληρώσουμε. Χε χε, κοίταξε αύριο να φέρεις το τσεκάκι…»
Ιδιος πόλεμος νεύρων και με τον Σλοβάκο συνάδελφο, ο οποίος «τσίμπαγε» αμέσως: «Ούτε ένα ευρώ δεν θα σας δώσουμε»… «Θα τα δώσετε και θα είναι και αγύριστα…»
Απρόβλεπτη ήταν η αντίδραση ενός Βούλγαρου ανταποκριτή. Όταν του είπαμε ότι «σε λίγο θα έχουμε στην Ελλάδα μισθούς και συντάξεις Βουλγαρίας» έκανε μερικά βήματα, στάθηκε και, γυρίζοντας πίσω, μας είπε σε άπταιστα ελληνικά: «Εγώ με τα λίγα ευρώ που κερδίζω σκέφτομαι τώρα να αγοράσω ένα μεγάλο σπίτι στην Αθήνα»… Μείναμε άφωνοι…
Αυτός που είναι εκνευριστικός είναι ο Τούρκος συνάδελφος, στον οποίον έχει κολλήσει η φαεινή ιδέα να μας ξεπληρώσει το χρέος η Τουρκία και ως αντάλλαγμα να δεχθούμε να μπει στη θέση μας στην Ε.Ε… Όταν σε πάρει το ποτάμι…
Ακόμη και ο ανταποκριτής εφημερίδας του Κονγκό μάς ρώτησε, σκάζοντας στα γέλια: «Χι, χι… πώς γίνεται να είσαστε ακόμη εδώ; Βρήκατε λεφτά;». Ποιος είπε ότι η ειρωνεία είναι το χαμόγελο του πνεύματος;
Το χειρότερο, όμως, συνέβη σε συνάδελφο που περίμενε στην ουρά σε μεγαλοκατάστημα των Βρυξελλών για να αγοράσει αλλαντικά. Μία καλοντυμένη κυρία, που ήταν πίσω του, τον ρώτησε με αθώο ύφος αν είναι Έλληνας. «Ναι, πώς το καταλάβατε;». «Από την προφορά σας. Εχω ζήσει στην Πάτρα». Και ξαφνικά τον κοίταξε με περιφρόνηση και αναφώνησε: «Ξέρετε ότι κοστίζετε 528 ευρώ σε κάθε Βέλγο φορολογούμενο; Πρέπει να ντρέπεστε που είστε Έλληνας!»
Ο συνάδελφος ακόμη να συνέλθει…
Σχεδόν το ίδιο περιστατικό συνέβη πρόσφατα σε καφετέρια της κοσμικής Avenue Louise, όπου μία κυρία πλησίασε ομάδα νεαρών Ελλήνων stagiaires στο Συμβούλιο Υπουργών: «Τι εθνικότητας είστε;» «Έλληνες», απάντησαν με υπερηφάνεια. «Και χασκογελάτε, ενώ θα έπρεπε να ντρέπεστε που έχετε παρασύρει τους άλλους Ευρωπαίους στην καταστροφή; Ντροπή σας!»
Η κρίση στην Ελλάδα, όμως, έκανε ανάρπαστους τους εδώ Ελληνες δημοσιογράφους από τα ξένα κανάλια, για να εξηγήσουν την κατάσταση. Μάλιστα, χωρίστηκαν σε γαλλόφωνους και αγγλόφωνους για να ικανοποιήσουν τη συνεχώς αυξανόμενη ζήτηση… Οι συζητήσεις έδιναν και έπαιρναν: «Πάλι αυτός ο Βρετανός. Μα προχθές του έδωσα συνέντευξη για την 6η δόση»… ή «Ελα, έρχεται πάλι η Γερμανιδούλα για σένα»… Μάλιστα, δεν λείπουν οι προτάσεις για ανταλλαγές όπως: «Σου δίνω το αραβικό κανάλι, μου δίνεις το γαλλικό; Μετά αλλάζουμε πάλι»…