Οι συνθήκες έχουν ωριμάσει για ένα sell-off στην αγορά μετοχών των ΗΠΑ καθώς οι επενδυτές τιμολόγησαν πρόωρα το ενδεχόμενο να σταματήσει τις αυξήσεις των επιτοκίων της η Fed, προειδοποιούν οι αναλυτές της Morgan Stanley.
“Παρόλο που η πρόσφατη αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων υποστηρίζει την ιδέα ότι η Fed θα διατηρήσει την περιοριστική νομισματική πολιτική για περισσότερο από όσο αναμενόταν, η αγορά μετοχών αρνείται να αποδεχθεί αυτήν την πραγματικότητα”, αναφέρει χαρακτηριστικά σημείωμα ομάδας ανάλυσης της τράπεζας υπό τον Μάικλ Γουίλσον.
Ο Γουίλσον, που αναδείχθηκε κορυφαίος αναλυτής του 2022 στο Institutional Investor έχοντας προβλέψει επιτυχώς την περυσινή βουτιά, εκτιμά μάλιστα ότι η επιδείνωση των θεμελιωδών μεγεθών, μαζί με τις αυξήσεις της Fed που έρχονται την ώρα που εμφανίζουν κάμψη τα εταιρικά κέρδη, θα οδηγήσουν την Wall Street σε απόλυτο χαμηλό αυτήν την άνοιξη.
“Οι τιμές είναι τόσο αποκομμένες από την πραγματικότητα όσο ήταν σχεδόν και κατά τη διάρκεια αυτής της bear market”, αναφέρουν οι αναλυτές της Morgan Stanley.
Την περασμένη εβδομάδα η απόδοση του 2ετούς τίτλου των ΗΠΑ ξεπέρασε εκείνη του 10ετούς κατά το μεγαλύτερο επίπεδο που έχει παρατηρηθεί από τις αρχές της δεκαετίας του 1980, σε μία ισχυρή ένδειξη απουσίας εμπιστοσύνης στην ικανότητα της οικονομίας να αντέξει περαιτέρω αυξήσεις επιτοκίων.
Την ίδια ώρα ωστόσο η Wall Street πραγματοποιεί μία από τις καλύτερες εκκινήσεις έτους στην ιστορία της, αν και το ράλι έχει αρχίσει να ξεθυμαίνει μετά τα σχόλια για τα επιτόκια που έκανε ο πρόεδρος της Fed Τζέι Πάουελ την περασμένη Τρίτη.
Σύμφωνα με τον Γουίλσον, τα στοιχεία για τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ που δημοσιεύονται αύριο θα μπορούσαν να αποτελέσουν τον καταλύτη που θα επαναφέρει στην πραγματικότητα τους επενδυτές, ευθυγραμμίζοντας την πορεία των μετοχών με των ομολόγων αν η μέτρηση ξεπεράσει τις εκτιμήσεις. Κάτι που όπως αναφέρει ο ίδιος, συγκεντρώνει αυξημένες πιθανότητες.
Σημειώνεται ότι οι αναλυτές εκτιμούν ότι ο δείκτης τιμών καταναλωτή θα δείξει μηνιαία αύξηση κατά 0,5% τον Ιανουάριο, λόγω του υψηλότερου κόστους της βενζίνης. Κάτι που θα σημαίνει τη μεγαλύτερη επιτάχυνση των τελευταίων τριών μηνών.
Σε αυτό το κλίμα, ο Γουίλσον βλέπει τον μεγάλο δείκτη της Wall Street, τον S&P 500, να τελειώνει το έτος στις 3.900 μονάδες, δηλαδή περίπου 4,7% χαμηλότερα από το τελευταίο κλείσιμό του την Παρασκευή (στις 4.090), με μία δύσκολη πορεία μάλιστα προκειμένου να φτάσει εκεί.
Συγκεκριμένα, αναμένει ότι οι μετοχές θα υποχωρήσουν σημαντικά καθώς οι υποβαθμίζονται οι εκτιμήσεις για τα εταιρικά κέρδη, προτού ανακάμψουν στο δεύτερο εξάμηνο του έτους.
“Η αναλογία ρίσκου – ανταμοιβής είναι όσο φτωχή ήταν κατά τη διάρκεια της bear market. Η πραγματικότητα για τις μετοχές είναι ότι η νομισματική πολιτική παραμένει σε περιοριστικό έδαφος, εντός πλαισίου μίας σοβαρής ύφεσης της εταιρική κερδοφορίας που έχει ξεκινήσει”, τονίζει ο Γουίλσον στο σημείωμα της Morgan Stanley.