Ερευνητές από τα πανεπιστήμια Χάρβαρντ και Έμορι ανακάλυψαν μια σχέση μεταξύ της μακροχρόνιας έκθεσης στην ατμοσφαιρική ρύπανση και της διάγνωσης με κατάθλιψη μετά την ηλικία των 64 ετών.
«Η κατάθλιψη σε ενήλικες μεγαλύτερης ηλικίας προκαλεί ανησυχία και μπορεί να είναι εξίσου σημαντική με την άνοια», γράφουν οι συγγραφείς, σημειώνοντας ότι και προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει την επίδραση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην ψυχική υγεία.
Η επιστημονική μελέτη δημοσιεύθηκε την Παρασκευή στο JAMA Network Open. Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα της Medicare, της δημόσιας ασφάλειας υγείας στις ΗΠΑ για τους ηλικιωμένους, και εξέτασε περίπου 8,9 εκατ. ανθρώπους ηλικίας 64 ετών και άνω, εκ των οποίων το 57% ήταν γυναίκες και το 90% λευκοί. Κατά τη διάρκεια της μελέτης, περισσότεροι από 1,5 εκατομμύριο άνθρωποι διαγνώστηκαν με κατάθλιψη.
Οι ερευνητές εξέτασαν δεδομένα ατμοσφαιρικής ρύπανσης σε σχέση με τον ταχυδρομικό κώδικα που έζησε κάθε άτομο στη μελέτη κατά τη διάρκεια μιας περιόδου 16 ετών. Οι τρεις ατμοσφαιρικοί ρύποι που μελετήθηκαν ήταν τα μικροσωματίδια (PM2,5 και PM10) που κάνουν τον αέρα να φαίνεται μουντός όταν τα επίπεδα ρύπανσης είναι υψηλά, το όζον, γνωστό και ως αιθαλομίχλη που δημιουργείται από εξατμίσεις και καμιμνάδες, και το διοξείδιο του αζώτου, το οποίο ανήκει στην ομάδα των αερίων που σχηματίζονται όταν καίγονται ορυκτά καύσιμα όπως ο άνθρακας, το πετρέλαιο, το αέριο ή το ντίζελ.
Η παρατεταμένη έκθεση σε καθέναν από αυτούς τους τρεις ρύπους συνδέθηκε με αυξημένο κίνδυνο νέας διάγνωσης κατάθλιψης, ενώ ειδικά η έκθεση στο διοξείδιο του αζώτου κρίθηκε ως ιδιαίτερα επικίνδυνη. Οι επιστήμονες επισημαίνουν επίσης ότι σε αυτές τις ηλικίες η κατάθλιψη πολλές φορές υποδιαγιγνώσκεται, επειδή «οι πάροχοι υγειονομικής περίθαλψης μπορεί να μπερδέψουν τα συμπτώματα κατάθλιψης ενός ηλικιωμένου ενήλικα ως απλώς μια φυσική αντίδραση στην ασθένεια ή τις αλλαγές στη ζωή που μπορεί να συμβούν καθώς γερνάμε, και επομένως να μην βλέπουν την κατάθλιψη ως κάτι που πρέπει να αντιμετωπιστεί».
Με την έρευνα τους οι συγγραφείς ελπίζουν ότι θα παρακινήσουν τόσο τις περιβαλλοντικές ρυθμιστικές αρχές όσο και τους υπάλληλους της δημόσιας υγείας να λάβουν υπόψη τον αντίκτυπο της ατμοσφαιρικής ρύπανσης όταν εξετάζουν την πρόληψη της κατάθλιψης στους ηλικιωμένους. «Ελπίζουμε ότι αυτή η μελέτη μπορεί να εμπνεύσει τους ερευνητές να εξετάσουν περαιτέρω πιθανούς περιβαλλοντικούς παράγοντες κινδύνου (όπως η ατμοσφαιρική ρύπανση και το περιβάλλον διαβίωσης) για την πρόληψη της γηριατρικής κατάθλιψης, να κατανοήσουν καλύτερα τη νόσο και να βελτιώσουν την παροχή υπηρεσιών φροντίδας ψυχικής υγείας μεταξύ των μεγαλύτερης ηλικίας ενήλικων», αναφέρουν.