Συνεχίζουν να κάνουν χρήση της έκτακτης κρατικής πίστωσης overnight
Τρεισήμισι χρόνια περίπου μετά τη χρεοκοπία της Lehman Brothers, το παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα κινδυνεύει να βρεθεί αντιμέτωπο με μια ιστορία που επαναλαμβάνεται. Η κρίση εμπιστοσύνης στον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο εκδηλώθηκε πρώτα στις καταχρεωμένες χώρες της περιφέρειας, όπως η Ιρλανδία και η Ελλάδα. Σήμερα, όμως, έχει φτάσει ως την καρδιά της Ευρωζώνης, ταρακουνώντας τα θεμέλια των τραπεζικών κολοσσών της Γαλλίας.
Με τις τράπεζες της Ευρώπης απρόθυμες να δανείσουν ακόμα και η μία την άλλη, ολοένα και περισσότερες αδυνατούν να αντλήσουν με παραδοσιακούς τρόπους τη ρευστότητα που χρειάζονται για την καθημερινή λειτουργία τους. Αδυνατώντας να χρηματοδοτήσουν ακόμα και τις πιο βασικές δραστηριότητές τους, και αναγκασμένες να καταφύγουν στην τεχνητή υποστήριξη ζωής που τους παρέχει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, οι τράπεζες δεν έχουν άλλη επιλογή από το να συρρικνωθούν.
Οι χορηγήσεις κάθε είδους μειώνονται στις απολύτως απαραίτητες, με αποτέλεσμα ακόμα και οι πιο φερέγγυοι πολυεθνικοί κολοσσοί της Ευρώπης να αναζητούν γραμμές πίστωσης στις ΗΠΑ και στην Ασία. Πρόκειται αναμφισβήτητα για το τελευταίο που χρειάζεται η ευρωπαϊκή οικονομία, την ώρα που ήδη ασφυκτιά υπό την πίεση των επιπτώσεων από τις πολιτικές λιτότητας. Ο κίνδυνος μιας νέας πιστωτικής κρίσης βρίσκεται προ των πυλών, παραδέχονται οικονομολόγοι και αναλυτές, προβλέποντας ταυτόχρονα νέο κύκλο τραπεζικών κρατικοποιήσεων στην Ευρώπη, καθώς φαντάζει η μοναδική λύση.
Κρίση εμπιστοσύνης
Oικονομολόγοι και αξιωματούχοι παραδέχονται πως ο κλάδος θα πρέπει να ενισχυθεί κεφαλαιακά, καθώς υπάρχει κίνδυνος ενός φαύλου κύκλου ανάμεσα στο κρατικό χρέος, τη χρηματοδότηση των τραπεζών και τους αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Αυτός ο φαύλος κύκλος βρίσκεται ήδη σε πλήρη εξέλιξη στην Ευρώπη. Η κρίση εμπιστοσύνης στερεί τη μία μετά την άλλη τις πηγές χρηματοδότησης των τραπεζών. Οι ιρλανδικές τράπεζες έχασαν σχεδόν το 50% των καταθέσεών τους, τους τελευταίους 24 μήνες, την ώρα που η εκροή καταθέσεων αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα και των ελληνικών τραπεζών. Το φαινόμενο επεκτείνεται προς τον πυρήνα της Ευρωζώνης, με τις ισπανικές, τις γαλλικές, ακόμα και τις γερμανικές τράπεζες να αντιμετωπίζουν την έξοδο καταθέσεων προς άλλα, πιο… ασφαλή κλίματα. Η ίδια κρίση εμπιστοσύνης τους στερεί μία ακόμα σημαντική πηγή χρηματοδότησης: τον δανεισμό από τα αμερικανικά αμοιβαία κεφάλαια διαχείρισης διαθεσίμων. Σύμφωνα με υπολογισμούς, οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχασαν, τον τελευταίο χρόνο, πρόσβαση σε χρηματοδότηση ύψους 900 δισ. δολαρίων από τα πολύ συντηρητικά αμοιβαία κεφάλαια, που συνήθιζαν να δανείζουν χρήματα στις μεγαλύτερες τράπεζες της περιοχής αντί ενός σχετικά χαμηλού επιτοκίου.
Στερεύουν τα αποθέματα
Aνησυχία για τις εγγυήσεις
Την ίδια στιγμή, διατυπώνονται ανησυχίες για τις εγγυήσεις των τραπεζών. Στελέχη του τραπεζικού και του θεσμικού τομέα έχουν αρχίσει να ανησυχούν ότι στερεύουν τα αποθέματα ορισμένων τραπεζών σε στοιχεία ενεργητικού που μπορούν να προσφέρουν ως εγγύηση για να λάβουν δάνεια, κυρίως σε ευρωπαϊκά κρατικά ομόλογα.
Εφόσον οι τράπεζες εξαντλήσουν τα αποθέματα σε στοιχεία ενεργητικού που μπορούν να προσφέρουν ως εγγυήσεις, διατρέχουν τον κίνδυνο να αντιμετωπίσουν προβλήματα ρευστότητας.
Αυτό ακριβώς συνέβη και στην γαλλοβελγική Dexia, η οποία στέρευσε από χρήματα και απαίτησε κυβερνητική διάσωση.
Αξίζει να σημειωθεί ότι πριν από ένα μήνα η ΕΚΤ χαλάρωσε τους όρους για τα στοιχεία ενεργητικού που δέχεται ως εγγυήσεις. Οι αξιωματούχοι της Κεντρικής Τράπεζας της Αγγλίας φοβούνται ότι η αυξανόμενη εξάρτηση σε «ασφαλή δανεισμό» όπως οι καλυμμένες ομολογίες, έχει δεσμεύσει μεγάλο μέρος των στοιχείων ενεργητικού των τραπεζών. Αυτό σημαίνει ότι αν μια τράπεζα καταρρεύσει δεν θα είναι διαθέσιμα στους πιστωτές που δεν είναι ασφαλισμένοι.
Άλλοι φοβούνται ότι κάποιες τράπεζες, ειδικά οι μικρότερες, μπορούν να εξαντλήσουν τα αποθέματα των εγγυήσεων που μπορούν να χρησιμοποιήσουν για καλυμμένες ομολογίες ή για την ΕΚΤ.
Ποιες τράπεζες βρίσκονται στο κόκκινο
Αυτό που συμβαίνει το τελευταίο διάστημα με τις overnight καταθέσεις έχει προβληματίσει έντονα τους αναλυτές και πλέον δεν είναι λίγοι εκείνοι που μιλούν για τράπεζες – ζόμπι στο ευρωπαϊκό σύστημα. Κι αυτό, διότι οι μεγάλοι τραπεζικοί όμιλοι δανείστηκαν ένα ποσό – μαμούθ από την ΕΚΤ στις 21 Δεκεμβρίου, ωστόσο αυτό δεν ήταν αρκετό για να τους λύσει τα προβλήματα ρευστότητας.
Έτσι τις επόμενες ημέρες κάποιες έσπευσαν να κάνουν χρήση της έκτακτης γραμμής πίστωσης overnight της κεντρικής τράπεζας, παρόλο που ο συγκεκριμένος μηχανισμός χρεώνει ένα τουλάχιστον αποτρεπτικό επιτόκιο, της τάξης του 1,75%. Σημειώνεται ότι όταν η διατραπεζική αγορά λειτουργεί ομαλά, οι τράπεζες χρησιμοποιούν αυτό το μηχανισμό για να καλύψουν overnight ανάγκες μερικών εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ. Αν και η ΕΚΤ δεν αποκαλύπτει ποιες τράπεζες κάνουν χρήση των γραμμών πίστωσής της, ωστόσο στον κόσμο του finance ακούγονται όλα τα ονόματα, ακόμα και των κορυφαίων τραπεζικών ιδρυμάτων.
Έντονη είναι η φημολογία πως σοβαρά προβλήματα αντιμετωπίζει η Commezbank, η μετοχή της οποίας πραγματοποίησε βουτιά 70,7% το 2011, σημειώνοντας τις μεγαλύτερες απώλειες στον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο. Ο γερμανικός κολοσσός η έχει έκθεση ύψους 13 δισ. ευρώ στα ομόλογα της ευρωπαϊκής περιφέρειας, ενώ τα stress tests έδειξαν ότι η τράπεζα χρειάζεται κεφαλαιακή ενίσχυση 5,3 δισ. ευρώ,. Επομένως η Commerzbank αναμένεται να ζητήσει βοήθεια από το γερμανικό κράτος μέσα στις επόμενες εβδομάδες. Σε δυσχερή θέση βρίσκονται και οι γαλλικές τράπεζες, οι οποίες πρόσφατα υποβαθμίστηκαν από τη Moody’s. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του επικεφαλής της Pimco, κ. El Erian πως οι γαλλικές τράπεζες οδεύουν προς την κόλαση. Εν μέσω έντονης δυσπιστίας και φημών για προβλήματα ρευστότητας η μετοχή της Sociiti Ginirale υποχώρησε κατά 57% το 2011, της Credit Agricole κατά 54% και της BNP Paribas κατά 36%.
Στο μάτι του κυκλώνα όμως βρίσκεται και το Ιταλικό τραπεζικό σύστημα. Η UniCredit, με έκθεση 49 δισ. στο κρατικό χρέος της Ιταλίας, έχασε πάνω από το μισό της κεφαλαιοποίησής της μέσα στο 2011. Πάντως, η τράπεζα κατάφερε εν μέσω αναταράξεων να ολοκληρώσει με επιτυχία την αύξηση κεφαλαίου της και έτσι θα καλύψει τις κεφαλαιακές ανάγκες της που προέκυψαν από τα τελευταία stress tests. Όμως, το αποτέλεσμα της προσπάθειας του ευρωπαϊκού τραπεζικού κλάδου να αντλήσει 115 δισ. ευρώ σε νέα κεφάλαια, προκειμένου να ανεβάσει το core tier 1 του στο 9% έως τον Ιούνιο, είναι τουλάχιστον αβέβαιο. Όσο η Ευρώπη αδυνατεί να δώσει μια οριστική λύση στην κρίση, οι αυξήσεις κεφαλαίου είναι αδύνατες, για πολλές τράπεζες της περιοχής.
Ξεπουλούν θυγατρικές και «ασημικά»
Υπό αυτών των συνθηκών οι ευρωτράπεζες προχωρούν κινήσεις πανικού, ξεπουλώντας αναπτυσσόμενες επιχειρήσεις τους στους ανταγωνιστές τους στο εξωτερικό. Με αυτό τον τρόπο θέτουν σε δεύτερη μοίρα τα μελλοντικά κέρδη και την οικονομική ανάπτυξη, αφού κύριο μέλημά τους καθίσταται η εξασφάλιση της επιβίωσής τους. Η ισπανική Banco Santander, η βελγική KBC, η γερμανική Deutsche Bank, η γαλλική Societe Generale, η ολλανδική ING, η πορτογαλική Banco Espirito Sancto επιταχύνουν ήδη τα σχέδια πώλησης επικερδών θυγατρικών και αποδοτικών δραστηριοτήτων εκτός των βασικών αγορών τους.
Santander
Η Santander, που καλείται από την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή να συγκεντρώσει νέα κεφάλαια ύψους 5,2 δισ. ευρώ, ξεπουλά μαζικά τις κερδοφόρες υπερατλαντικές θυγατρικές και δραστηριότητες της στη Λατινική Αμερική.
Η μεγάλη ισπανική τράπεζα έχει ολοκληρώσει την πώληση της βραζιλιάνικης ασφαλιστικής θυγατρικής της στην ελβετική Zurich Financial Services για 1,7 δισ. δολάρια καθώς και την πώληση μεριδίου της Banco Santander Chile, που αποτελεί τη πρώτη σε μέγεθος τράπεζα της Λατινικής Αμερικής με βάση το ενεργητικό και είχε αύξηση κερδών κατά 45% ετησίως την τελευταία 3ετία, για 958 εκατ. δολάρια. Η Santander έχει πουλήσει επίσης μια θυγατρική της που δραστηριοποιούνταν στις χορηγήσεις καταναλωτικών δανείων στις ΗΠΑ στην εταιρία private equity KKR, ενώ τον προηγούμενο μήνα ολοκλήρωσε ακόμη την πώληση της Banco Santander Colombia στη χιλιανή τράπεζα Corpbanca για 1,16 δισ. δολάρια. Το μεγάλο ξεπούλημα θα έχει και συνέχεια, καθώς σειρά τώρα παίρνει η πώληση του μεριδίου της στην Banco Santander Brazil.
Deutsche Bank
Η γερμανική Deutsche Bank, που πρέπει να καλύψει κεφαλαιακή τρύπα ύψους 3,2 δισ. ευρώ, ανακοίνωσε ότι εξετάζει διάφορες επιλογές, μεταξύ αυτών και την πώληση των περισσότερων μονάδων της διαχείρισης ενεργητικού. Σύμφωνα με δήλωση της Deutsche Bank, εξετάζεται η πώληση των περισσότερων δραστηριοτήτων διαχείρισης ενεργητικού, με την εξαίρεση των αμοιβαίων κεφαλαίων DWS στη Γερμανία, στην Ευρώπη και στην Ασία που, κατά την τράπεζα, αποτελούν βασικό στοιχείο της προσφοράς της προς τους πελάτες της.
KBC
Η βελγική τράπεζα KBC που έχει λάβει κρατικά κεφάλαια ενίσχυσης ύψους 7 δισ. ευρώ έχει ανακοινώσει ότι θα πουλήσει την θυγατρική της Towarzystwo Ubezpieczen I Reasekuracji Warta, δεύτερη σε μέγεθος ασφαλιστική εταιρία της Πολωνίας, καθώς και το μερίδιο 80% που διαθέτει στην πολωνική τράπεζα Kredyt Bank. Σε περίπτωση που τα χρήματα που θα αντλήσει από αυτές τις πωλήσεις δεν φτάσουν για να πιάσει το στόχο κεφαλαιακής επάρκειας 9%, η KBC θα πουλήσει και το σύνολο των μετοχών της στην τσεχική τράπεζα CSOB που αποτελεί την πιο επικερδή θυγατρική της στην Ανατολική Ευρώπη.
Πορτογαλικές τράπεζες, ING, Societe Generale
Η πρώτη σε μέγεθος τράπεζα της Πορτογαλίας Banco Espirito Sancto πούλησε το μερίδιό της στην Banco Bradesco της Βραζιλίας για 1 δισ. δολάρια καθώς και μέρος του μεριδίου της στη δανική Saxo Bank. Η Banco Commercial Portugues, δεύτερη σε μέγεθος τράπεζα της Πορτογαλίας με βάση τη χρηματιστηριακή αξία, που καλείται από την ΕΒΑ να βρει νέα κεφάλαια 1,7 δισ. ευρώ, εξετάζει την πώληση της Bank Millenium, έβδομης σε μέγεθος πολωνικής τράπεζας .Η ολλανδική ING, που αποτελεί την πρώτη σε μέγεθος χρηματοπιστωτική εταιρεία της χώρας, πούλησε τον Ιούλιο το μεγαλύτερο μέρος της λατινοαμερικανικής ασφαλιστικής της στην κολομβιανή επενδυτική εταιρία Grupo De Inversiones Suramericana για 2.6 δις ευρώ. Από τις μεγάλες γαλλικές τράπεζες, η Societe Generale ανακοίνωσε ότι θα αποχωρήσει από τις 21 εκ των 53 χωρών που δραστηριοποιείται.
Δεν επαρκούν τα δάνεια της EKT
Το αποτέλεσμα είναι η ρευστότητα στο ευρωπαϊκό χρηματοοικονομικό σύστημα να γίνεται προβληματική. Έτσι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σε μία πρωτοφανή κίνηση, αποφάσισε να διαθέσει απεριόριστα δάνεια προς τις εμπορικές ευρωπαϊκές τράπεζες, διάρκειας 3 ετών. Ωστόσο, όπως αποδεικνύεται μέρα με τη μέρα, οι τράπεζες αντί να χρησιμοποιήσουν τη ρευστότητα αυτή για να χρηματοδοτήσουν την πραγματική οικονομία, οι τράπεζες προτιμούν να την παρκάρουν στο overnight της ΕΚΤ, όπου κερδίζουν ένα μικρό επιτόκιο. Η ακραία αποστροφή του ρίσκου και η δυσπιστία που έχει ριζώσει βαθιά στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα, οδηγούν το φιλόδοξο πρόγραμμα της ΕΚΤ στην αποτυχία.
Έτσι, ενώ το γεγονός ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες έσπευσαν να δανειστούν ένα τεράστιο ποσό από την ΕΚΤ 489 δισ. ευρώ, δημιούργησε πολλές προσδοκίες, τελικά, φάνηκε ότι στην πράξη, η ΕΚΤ δεν κάνει τίποτα περισσότερο από το να βγάζει τα χρήματα αυτά από τη μία τσέπη και να τα βάζει στην άλλη.
Τα στοιχεία για τις καταθέσεις στην ΕΚΤ αποδεικνύουν για μία ακόμα φορά τη διαπίστωση αυτή. Το ποσό των χρημάτων που οι εμπορικές τράπεζες τοποθετούν στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με overnight επιτόκιο ανήλθε σε νέα ιστορικά υψηλά. Ειδικότερα, οι τράπεζες κατέθεσαν 463,565 δισ. ευρώ στην ΕΚΤ την προηγούμενη Παρασκευή, ενώ την Πέμπτη οι καταθέσεις είχαν αγγίξει τα 455,299 δισ. ευρώ. Επιπλέον, οι τράπεζες δανείστηκαν 1,391 δισ. ευρώ την Παρασκευή, από 1,861 δισ. ευρώ την Πέμπτη. Ας σημειωθεί πως πριν την αναταραχή στις αγορές τον περασμένο Αύγουστο, οι τράπεζες τοποθετούσαν στην ΕΚΤ πολύ μικρότερα ποσά, περίπου μέχρι τα 50 δισ. ευρώ. Τα υψηλά επίπεδα καταδεικνύουν την συνεχιζόμενη έλλειψη εμπιστοσύνης στις διατραπεζικές αγορές δανεισμού, καθώς οι τράπεζες προτιμούν να χρησιμοποιούν τους πολύ χαμηλού κινδύνου μηχανισμούς της ΕΚΤ, παρά να δανείζονται μεταξύ τους.
Μέσα στο 2012, οι ευρωπαϊκές τράπεζες πρέπει να αποπληρώσουν χρέος ύψους 600 δισ. ευρώ (35% υψηλότερα από εφέτος). Μόνο στο πρώτο τρίμηνο λήγουν τραπεζικά ομόλογα 230 δισ. ευρώ. Οι αναλυτές επισημαίνουν πως οι τράπεζες θα στραφούν κυρίως στα ομόλογα με διάρκεια έως 3 έτη, ώστε να μην έχουν ρίσκο, καθώς, με τα έσοδα από τα ομόλογα που λήγουν, θα αποπληρώνουν τα δάνεια που πήραν από την ΕΚΤ. Αυτό άλλωστε έχει φανεί και στην αγορά τις τελευταίες εβδομάδες, καθώς, για παράδειγμα, στα ιταλικά και ισπανικά κρατικά ομόλογα οι αποδόσεις έχουν υποχωρήσει σημαντικά από τον τελευταίο μήνα. Δεκεμβρίου.