Σχεδόν ολοκληρωτικό αφανισμό υπέστη ο κατασκευαστικός κλάδος καθώς μέσα σε τρία χρόνια χάθηκαν 157.000 θέσεις εργασίας.
Συγκεκριμένα, στον κλάδο των κατασκευών οι 295.000 απασχολούμενοι του 1998, αυξήθηκαν σε 400.000 το 2008, για να μειωθούν σε 242.000 το Γ’ τρίμηνο του 2011.
Συνεχής συρρίκνωση
Βασική αιτία αυτής της δραματικής μεταβολής συνιστά η συνεχής συρρίκνωση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) από χρόνο σε χρόνο, αλλά και οι αλλεπάλληλες περικοπές του εντός του ίδιου χρόνου.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το ΠΔΕ για το 2011 κατά τον προϋπολογισμό είχε προσδιοριστεί στα 8,5 δισ. ευρώ, όμως έκλεισε στα 6,6 δισ. ευρώ μετά τις αλλεπάλληλες περικοπές στη διάρκεια του χρόνου (μειωμένο κατά 22,3% ή 1,9 δισ. ευρώ).
Ήδη, με την ψήφιση του «Μνημονίου 2», το ΠΔΕ για το 2012 συρρικνώθηκε κατά 400 εκατ. ευρώ (από τα 7,55 στα 7,15 δισ. ευρώ).
Η συρρίκνωση του ΠΔΕ – σε συνδυασμό με τη γενικότερη οικονομική κρίση – οδήγησε στην έξοδο από το κλάδο μια στις τέσσερις κατασκευαστικές εταιρείες που υπήρχαν το 2004.
Ειδικότερα, από το Μητρώο Εργοληπτικών Επιχειρήσεων την περίοδο 2004-2011 διαγράφηκαν 176 εταιρείες 3ης έως και 7ης τάξης, επί συνόλου 712, εκ των οποίων 37 το τελευταίο χρόνο.
Τα αποκαλυπτικά αυτά ευρήματα καταγράφονται, μεταξύ άλλων, στην εξαμηνιαία έκθεση του ΣΑΤΕ για τις εξελίξεις στον κατασκευαστικό κλάδο (Β’ εξάμηνο του 2011), η οποία δόθηκε στη δημοσιότητα.
Η οικονομική επιδείνωση έφερε την κατάρρευση του κλάδου
Η έκθεση περιγράφει ανάγλυφα, όχι μόνο την κατάρρευση του κλάδου, αλλά ερμηνεύει σε μεγάλο βαθμό τη δραματική επιδείνωση του συνόλου της οικονομικής δραστηριότητας στη χώρα μας. Ειδικότερα:
– ο δείκτης παραγωγής στις κατασκευές (σύνολο κλάδου) συνεχίζει να συρρικνώνεται επί 12 συνεχόμενα τρίμηνα, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται μειωμένος κατά 9,4% το Γ’ τρίμηνο του 2011 έναντι του αντίστοιχου τριμήνου του 2010,
– η συμμετοχή του κλάδου στην δημιουργία του ΑΕΠ, συρρικνώνεται επί 9 συνεχόμενα τρίμηνα, με αποτέλεσμα να καταγράφεται η χαμηλότερη τιμή της, τα τελευταία 12 έτη, μόλις 3,9% το Γ’ τρίμηνο του 2011, έναντι 4,8% της ίδιας περιόδου του 2010, και 8,8% του Δ’ τριμήνου του 2006,
– οι συνολικές ακαθάριστες επενδύσεις σε κατασκευές παρουσίασαν μείωση κατά 19,7% το Γ’ τρίμηνο του 2011 έναντι του αντίστοιχου διαστήματος του 2010, συνεχίζοντας επί 11 συνεχόμενα τρίμηνα την πτωτική πορεία για να φτάσουν μόλις 4 δισ. ευρώ, δηλαδή τη χαμηλότερη τιμή τους τα τελευταία 13 χρόνια,
– ο δείκτης παραγωγής έργων πολιτικού μηχανικού (δημόσια έργα) εμφανίζει το Γ’ τρίμηνο του 2011 αύξηση κατά 3,5 % έναντι του αντίστοιχου τριμήνου του 2010, ύστερα από διαρκή μείωση επί 11 τρίμηνα,
– ο δείκτης παραγωγής οικοδομικών έργων, αντίθετα, συρρικνώνεται επί 13 συνεχόμενα τρίμηνα, με περαιτέρω μείωση κατά 41,7% το Γ’ τρίμηνο του 2011, έναντι του αντίστοιχου διαστήματος του 2010, καταγράφοντας την χαμηλότερη τιμή από το 2000 με αποτέλεσμα να αντιστοιχεί μόλις στο 1/5 της τιμής του 2005.
Συνέπεια όλων αυτών είναι το σύνολο των επιχειρήσεων του κλάδου να αντιμετωπίζει οξύτατα προβλήματα, τα οποία αντανακλώνται σε:
– σημαντικότατη αύξηση του ποσοστού των εργοληπτικών εταιρειών 3ης έως 7ης τάξης που εμφανίζουν ζημίες κατά το 2010 έναντι του 2009, 29,3% του συνόλου έναντι 17,2%, αντίστοιχα,
– επιδείνωση του μέσου μεγέθους των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων κατά 6,2% το 2010 έναντι του 2009 – από 8,4 εκ. € σε 9,0 εκ. €, με αποτέλεσμα, κάθε εταιρεία των τάξεων 3η – 7η του ΜΕΕΠ, κατά μέσο όρο, να χρωστά 11,8 εκ. € το 2010 έναντι 10,8 εκ. το 2009, αύξηση 9,2%.
– Μείωση του μέσου κύκλου εργασιών των εταιρειών 3ης – 7ης τάξης του ΜΕΕΠ κατά 16,4% το 2010/2009, από 12,1 εκ. € σε 10,1 εκ. €.
Η δυσμενής αυτή εξέλιξη είναι απότοκος της:
-μείωσης κατά 28,2% του πλήθους των νέων δημοπρασιών προϋπολογισμού άνω των 2 εκ. € κατά το 2011 (370 έργα, προϋπολογισμού 3,5 δισ. €) έναντι του 2010 (516 έργα, προϋπολογισμού 3,5 δισ. €), με αμετάβλητο τον συνολικό προϋπολογισμό και
– πρωτοφανούς μείωσης των παραγγελιών ιδιωτικών έργων, όπως αυτές μετριούνται από τον όγκο των οικοδομικών αδειών, ο οποίος το Α’ δεκάμηνο του 2011 ανήλθε μόλις σε 18,4 εκ. m3, την χαμηλότερη τιμή των τελευταίων τριάντα ένα (31) ετών, με δεύτερη χαμηλότερη αυτή του 2010 με 29 εκ. m3,
Κατά τις εκτιμήσεις και του ΣΑΤΕ, βασικές αιτίες της αυξημένης κρισιμότητας στην οποία έχει περιέλθει η ελληνική οικονομία και κατ’ επέκταση των οξύτατων προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο κλάδος των κατασκευών, αποτελούν:
– η ατολμία/αδυναμία εφαρμογής των αναγκαίων αναπροσαρμογών του δημοσίου τομέα (κατάργηση περιττών φορέων, αποκρατικοποιήσεις, συνέχιση διαβλητών διαδικασιών προσλήψεων, ισοπεδωτικές οριζόντιες μειώσεις στις αμοιβές των δημοσίων λειτουργών),
– η επί τριετία αδυναμία συγκρότησης ενός αξιόμαχου και αξιόπιστου φορολογικού μηχανισμού που θα μειώσει την φοροδιαφυγή και την φοροαποφυγή, ενώ θα εισπράττει τους επιβαλλόμενους φόρους χωρίς να μετακυλύει στο μέλλον την είσπραξή τους, είτε με αλλεπάλληλες ρυθμίσεις, είτε με συνεχείς παρατάσεις όλων των φορολογικών υποχρεώσεων,
– η επί διετία αδυναμία αξιοποίησης των δεσμευμένων πόρων του ΕΣΠΑ για την υλοποίηση έργων υποδομής και άλλων δράσεων κατά της ανεργίας,
– η αδυναμία διοχέτευσης ρευστότητας στην αγορά.
Όπως σημειώνεται στην έκθεση, αυτό που πρέπει να γίνει αντιληπτό είναι ότι η περικοπή του ΠΔΕ, ως μέθοδος για την μείωση του ελλείμματος, είναι μία ιδιαίτερα επαχθής πρακτική, αφού η επίπτωση στη μείωση του ΑΕΠ είναι και μεγάλη και μόνιμη και μάλιστα για μακρά περίοδο με τελικό αποτέλεσμα αντίθετο από τον στόχο. Αδιαμφισβήτητη απόδειξη αποτελεί η συνεχιζόμενη επί πέντε συναπτά έτη ύφεση που καταγράφεται στη χώρα.