Τα παράπονα της εκκλησίας για πτυχές της κυβερνητικής πολιτικής εξέφρασε ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, σε συνάντησή του με την Α. Διαμαντοπούλου.
Την ανάγκη συνεργασίας και συνένωσης δυνάμεων για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα σε μια εποχή κρίσης και κοινωνικών προβλημάτων, τόνισε η υπουργός Παιδείας Άννα Διαμαντοπούλου, κατά τη διάρκεια εκδήλωσης στο υπουργείο Παιδείας, στην οποία παρέστη και ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος, ο οποίος εξέφρασε τα παράπονα της Εκκλησίας για πτυχές της συνολικής κυβερνητικής πολιτικής.
Το θέμα της συνάντησης ήταν «Πολιτεία και Εκκλησία: σχέσεις συνεργασίας σε μια εποχή κρίσης». Η υπουργός υπογράμμισε επίσης τη συμβολική αξία της «σημερινής συνεργασίας με ιερείς που συμμετείχαν με ενδιαφέρουσες προτάσεις» και εξήρε τη στάση του αρχιεπισκόπου που, όπως είπε, υποστηρίζει τη συνεργασία Πολιτείας -Εκκλησίας.
Στην ομιλία του ο αναπληρωτής υπουργός Παιδείας, Κώστας Αρβανιτόπουλος, επισήμανε ότι σήμερα, την ώρα της βαθιάς και πολύπλευρης κρίσης, η Εκκλησία με το κοινωνικό της έργο διασώζει τον κοινωνικό ιστό και διατηρεί την κοινωνική συνοχή του έθνους.
Τόνισε δε, ότι ανέκαθεν η Ορθόδοξη Εκκλησία σε καιρούς χαλεπούς αποτέλεσε την κιβωτό της διάσωσης του Ελληνισμού.
Η υφυπουργός Παιδείας, Εύ. Χριστοφιλοπούλου, τόνισε την ανάγκη επέκτασης της αγαστής συνεργασίας Πολιτείας-Εκκλησίας, όχι μόνο σε κεντρικό, άλλα πρωτίστως σε τοπικό επίπεδο, μέσω των δικτύων σχολείων και Εκκλησίας, με σκοπό την ενίσχυση των μαθητών και των οικογενειών τους.
Από την πλευρά του, ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος αναφέρθηκε στη στενή συνεργασία Εκκλησίας – Πολιτείας «επ’ ωφελεία του ανθρώπου αλλά και της κοινωνίας εν γένει, συνεργασία που γίνεται ακόμη πιο επιτακτική σε μια εξαιρετικά κρίσιμη για τον τόπο περίοδο».
Ο αρχιεπίσκοπος δήλωσε μεν ικανοποιημένος από τη συνεργασία του με το υπουργείο Παιδείας, αλλά τόνισε την απογοήτευσή του από τη συνεργασία του με άλλα υπουργεία τα οποία αντιμετωπίζουν την Εκκλησία, όπως είπε, ως «οργανισμό βήτα και γάμα κατηγορίας».
Μάλιστα έκανε λόγο για «απίστευτη γραφειοκρατία και ασυνεννοησία ανάμεσα στις πολιτικές ηγεσίες των υπουργείων και τις διοικητικές τους δομές».
Χαρακτηριστικά εξήγησε ότι «δεν μπορεί για την έκδοση άδειας λειτουργίας ενός φιλανθρωπικού ιδρύματος να απαιτούνται περισσότερο από τρία χρόνια σε μια περίοδο μάλιστα που η Εκκλησία προσπαθεί με κάθε τρόπο να αναλάβει το έργο της προνοιακής μέριμνας».