Σε πραγματικό εργασιακό Μεσαίωνα εισέρχεται πλέον η χώρα, μετά και την τυπική έγκριση από την Τρόικα της νέας διευκρινιστικής εγκυκλίου του Υπουργείου Εργασίας για τα θέματα που αφορούν στην εφαρμογή της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 4046/2012.
Όπως ορίζει η εγκύκλιος, τα κατώτατα όρια μισθών και ημερομισθίων, μειώνονται κατά 22% σε σχέση την προηγούμενη Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, που είχε υπογραφεί στις 15/7/2010. Έτσι, ο κατώτερος μισθός διαμορφώνεται στα 586,08 ευρώ, ενώ στα 26,18 ευρώ ανέρχεται το κατώτατο ημερομίσθιο.
Όσον αφορά τους νέους κάτω των 25 ετών, η μείωση είναι 32%. Ο μισθός διαμορφώνεται στα 510,95 ευρώ, ενώ το ημερομίσθιο στα 22,83 ευρώ. Για τους εργαζόμενους της κατηγορίας αυτής, η μείωση υπολογίζεται σε σχέση με την ισχύουσα ΕΓΣΣΕ, ακόμη και αν προσλαμβάνονται σε κλάδους που προβλέπεται μεγαλύτερος βασικός κλαδικός μισθός.
Από τις 14/2/2012, η διάρκεια των συλλογικών συμβάσεων εργασίας δεν μπορεί να είναι μικρότερη από ένα έτος και δεν μπορεί να ξεπερνά τα τρία έτη. Το όριο της τριετίας για τις συλλογικές συμβάσεις επηρεάζει και το χρονικό όριο των ατομικών συμβάσεων που ενσωματώνουν τους όρους των κλαδικών.
Τρίμηνη προθεσμία δίνεται για τις κλαδικές συμβάσεις εργασίας που έχουν λήξει, προκειμένου να επαναδιαπραγματευθούν οι κοινωνικοί εταίροι. Στο διάστημα αυτό παραμένουν σεβαστές και ισχυρές οι ατομικές συμβάσεις εργασίας που περιέχουν τους όρους των συλλογικών συμβάσεων που έχουν λήξει.
Σημειώνεται ότι μετά τη λήξη του τριμήνου, στις 14 Μαΐου, και εφόσον δεν έχει συναφθεί νέα σύμβαση, παύουν να ισχύουν οι υφιστάμενες αμοιβές και προσαρμόζονται στο κλιμάκιο της κλαδικής σύμβασης ενώ διατηρούνται τα επιδόματα ωρίμανσης, τέκνων, σπουδών και επικινδυνότητας.
Αυτή η «εύνοια» δεν ισχύει για τους νεοπροσλαμβανομένους, ενώ από την ίδια ημερομηνία τη μείωση των αμοιβών στα όρια του βασικού κλαδικού μισθού μπορεί να επιβάλει μονομερώς ο εργοδότης.
Οι όροι των συλλογικών συμβάσεων που έληξαν πριν από τις 14/2/2012 και έχει παρέλθει και η εξάμηνη μετενέργεια, χάνουν τον κανονιστικό τους χαρακτήρα, αλλά εξακολουθούν να ισχύουν σαν όροι των ατομικών συμβάσεων.
Σύμφωνα με το νόμο, για τη σύναψη νέας ή τροποποιημένης ατομικής σύμβασης εργασίας, εργοδότες και εργαζόμενοι μπορούν να συμφωνήσουν αμοιβές μεγαλύτερες από τον βασικό κλαδικό μισθό, ενώ οι ατομικές συμβάσεις έχουν ως αφετηρία τα κατώτατα όρια της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, μειωμένα κατά 22%.