Μονόδρομο χαρακτήρισε τις αλλαγές στο κράτος, υπό την πίεση της δεινής δημοσιονομικής κατάστασης, ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης Αντώνης Μανιτάκης, ο οποίος μιλώντας στο συνέδριο του «Economist» εξήγειλε την επιτάχυνση των διαδικασιών για την αξιολόγηση των δομών και του προσωπικού του Δημοσίου που πραγματοποιείται με τον έλεγχο της task force.
Ο κ. Μανιτάκης, ο οποίος εμμέσως πλήν σαφώς απέρριψε – προς το παρόν τουλάχιστον -, την απαίτηση της τρόικας για απολύσεις 15.000 υπαλλήλων το τρέχον έτος χωρίς να έχει υπάρξει αξιολόγηση του προσωπικού και τάχθηκε κατά την περαιτέρω μείωσης των αποδοχών του προσωπικού στο Δημόσιο, επισήμανε ότι απαιτείται ένα μεταρρυθμιστικό πλαίσιο 100 ημερών, που μεθοδευμένα θα παρεμβαίνει σε όλες τις εκφάνσεις της δημόσιας διοίκησης, με την συνδρομή όλων των εργαζομένων.
«Η ελληνική ιδιαιτερότητα», τόνισε χαρακτηριστικά ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης «έγκειται στο ότι το πρόβλημα του δημόσιου τομέα δεν είναι το μέγεθός του, καθώς αυτό δεν αποκλίνει σημαντικά ως προς τον αριθμό των υπαλλήλων και τη δημόσια δαπάνη για μισθούς και λειτουργικά έξοδα από τον αντίστοιχο μέσο όρο των λοιπών κρατών-μελών στην Ε.Ε. Είναι κυρίως το πρόβλημα της χαμηλής αποδοτικότητας, δεδομένου ότι σε σχέση με το ύψος των δημόσιων δαπανών ως ποσοστού του ΑΕΠ, ο δημόσιος τομέας παράγει λίγες και χαμηλής ποιότητας δημόσιες υπηρεσίες προς τους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Είναι ενδεικτικό ότι σύμφωνα με πρόσφατους υπολογισμούς το κόστος των γραφειοκρατικών βαρών στους πολίτες και τις επιχειρήσεις ανέρχεται σε περίπου 8% του παραγόμενου ΑΕΠ,το οποίο προσεγγίζει το ποσό των 20 δισ. Ευρώ. Παρ’ όλ’ αυτά, η χαμηλή ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών σε κρίσιμους τομείς όπως η υγεία και η παιδεία ωθεί τους πολίτες να προσφεύγουν σε ιδιωτικούς παρόχους. Η πραγματικότητα αυτή οδηγεί σε τεράστιες ανισότητες ευκαιριών και σε αποκλεισμό της πρόσβασης των αδύναμων κοινωνικών ομάδων σε βασικές υπηρεσίες».
Ο κ. Μανιτάκης παραδέχθηκε ότι υπό την πίεση της δεινής δημοσιονομικής κατάστασης οι αλλαγές στο κράτος εμφανίζονται ως μονόδρομος. «Υπό τις παρούσες συνθήκες», υπογράμμισε ωστόσο «οι περικοπές χωρίς ταυτόχρονη ριζική αναδιοργάνωση του δημόσιου τομέα οδηγούν σε αδιέξοδο. Η οριζόντια περικοπή προσωπικού, χωρίς προηγούμενη αξιολόγηση και εκτίμηση των αναγκών των δημόσιων υπηρεσιών για τον εντοπισμό του πραγματικά πλεονάζοντος προσωπικού, δημιουργεί τεράστιες ελλείψεις σε δομές που παρέχουν κρίσιμες υπηρεσίες στους πολίτες, ενώ την ίδια στιγμή παραμένουν ανέπαφοι οργανισμοί των οποίων η κατάργηση ή η συγχώνευση δεν θα είχε σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στους πολίτες και τις επιχειρήσεις».
Στις απόλυτες προτεραιότητες των επόμενων μηνών του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης είναι:
Α) Η επίσπευση των διαδικασιών συνολικής αξιολόγησης των δομών και του προσωπικού όλων των φορέων του δημόσιου με κριτήριο την ποιότητα, την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.
Β) Στην άμεση ανάληψη πρωτοβουλιών με στόχο την απλούστευση των διαδικασιών και τη μείωση των διοικητικών βαρών ιδιαίτερα σε τομείς που επηρεάζουν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και την επιχειρηματικότητα. Η επιτάχυνση του προγράμματος μείωσης της γραφειοκρατίας και άρσης των διοικητικών βαρών προϋποθέτει το συνολικό επανασχεδιασμό των διαδικασιών και την εισαγωγή νέων προτύπων ηλεκτρονικής διακυβέρνησης με στόχο τη μείωση του κόστους, την ενίσχυση του ποιοτικού ελέγχου των παρεχόμενων υπηρεσιών και τον περιορισμό της διαφθοράς.
Γ) Η καθιέρωση μιας νέας πολιτικής συντονισμού της κυβερνητικής δράσης που θα οδηγήσει στην άμεση βελτίωση του βαθμού συνοχής του κυβερνητικού έργου και την αντιμετώπιση του κρίσιμου ζητήματος των αλληλεπικαλύψεων και συναρμοδιοτήτων που οδηγούν σε σημαντικές καθυστερήσεις στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων.
Βασικό παράγοντα και κινητήρια δύναμη για την αποτελεσματική λειτουργία της δημόσιας διοίκησης, ο κ. Μανιτάκης θεωρεί ότι αποτελεί το ανθρώπινο δυναμικό στην απόδοση του οποίου στηρίζεται η επιτυχία του μεταρρυθμιστικού προγράμματος.
«Η αναδιάρθρωση της διοίκησης δεν μπορεί να συντελεστεί δίχως την αποφασιστική συνδρομή των δημοσίων υπαλλήλων» τόνισε. «Πρέπει η διοίκηση να ενστερνιστεί το πνεύμα της ανανέωσης και ο διοικητικός υπάλληλος να βιώσει τη μεταρρύθμιση σαν δικό του δημιούργημα, σαν ένα σύγχρονο όραμα της κοινωνίας μας, ούτως ώστε να πάρει πρωτοβουλίες, να απελευθερωθεί η φαντασία του από τα περιττά γραφειοκρατικά βάρη και να δημιουργήσει. Και αυτό βέβαια δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσα σε συνθήκες δραστικής μείωσης αποδοχών και εργασιακής ανασφάλειας που θίγουν την αξιοπρέπειά του».