Οι υπουργοί Ανάπτυξης, Κωστής Χατζηδάκης, και Ναυτιλίας και Αιγαίου, Κωστής Μουσουρούλης, ενώνουν τις δυνάμεις τους προκειμένου να λυτρώσουν την ελληνική ναυτιλία από το τέλμα που τα τελευταία χρόνια την χαρακτηρίζει.
Οι συγκυρίες, σήμερα, σε όλα τα επίπεδα είναι αρνητικές, αφού τα λάθη του παρελθόντος έχουν συσσωρευτεί, η ελληνική οικονομία είναι σε «ελεύθερη πτώση», η παγκόσμια ναυτιλιακή βιομηχανία ταλανίζεται από τη κρίση, ενώ και ο ανταγωνισμός (κυρίως σε Τουρκία και Ρουμανία) μας έχει ξεπεράσει. Όσο για τις μεγαλύτερες ναυπηγικές βιομηχανίες του κόσμου, Κίνα, Κορέα και Ιαπωνία, βρίσκονται κυριολεκτικά «εκτός συναγωνισμού».
Στο κυβερνητικό επιτελείο, μάλιστα, μετά τις αλλεπάλληλες συσκέψεις της προηγούμενης εβδομάδας, ακούστηκε ο εξής σχολιασμός για τη σημερινή κατάσταση στον κλάδο: «Η μηδενική ναυπηγική παραγωγή και μηδαμινή επισκευή αντανακλούν την αποβιομηχάνιση της χώρας».
Στον αντίποδα, τα βασικά πλεονεκτήματα είναι από τη μία η παράδοση της χώρας μας στον εν λόγω τομέα (τεχνογνωσία) και το ισχυρό ενδεχόμενο να συνταχθεί στο πλευρό τους ολόκληρος ο κρατικός μηχανισμός.
Καθοριστικό ρόλο μπορούν να διαδραματίσουν και τα Υπουργεία Οικονομικών και Εθνικής Άμυνας. Λόγω μάλιστα της πολυδιάσπασης των αρμοδιοτήτων, έχει κατατεθεί η πρόταση και εξετάζεται να αναλάβει ένα υπουργείο το ρόλο του συντονιστή.
Σε πρώτη φάση, θα επιδιωχθεί να δοθεί χρόνος στα τρία μεγάλα ναυπηγεία της χώρας (Σκαραμαγκάς, Ελευσίνα, Σύρος). Αυτό μπορεί να γίνει, ίσως, μέσω της προώθησης έργων του Πολεμικού Ναυτικού, που έχουν κριθεί στρατηγικής σημασίας.
Μια άλλη ιδέα, που έχει πέσει στο τραπέζι, είναι να επιδιωχθεί τα ναυπηγεία να αναλάβουν τη ναυπήγηση μεγάλων περιπολικών ανοικτής θαλάσσης για λογαριασμό του Λιμενικού Σώματος, με χρηματοδότηση όμως από τη Frontex, τα οποία θα χρησιμοποιηθούν για τον έλεγχο των θαλάσσιων συνόρων της Ελλάδας.
Ακόμη, έχουν ξεκινήσει να γίνονται προσπάθειες, από πλευράς κυβέρνησης, να πείσουν τους Έλληνες εφοπλιστές να φέρουν περισσότερα πλοία τους στη χώρα για επισκευές ή ακόμα, αν είναι δυνατόν, να γίνουν μικρές κατασκευές.
Κρίνεται όμως σκόπιμο αυτό να γίνει σε πιο επίσημο επίπεδο και όχι με βάση τις προσωπικές επαφές που έχουν όσοι διετέλεσαν σε πόστα κρατικής διοίκησης της ελληνικής ναυτιλιακής βιομηχανίας.
Σημειώνεται ότι, σήμερα, υπάρχουν πολλές ελληνικές ναυτιλιακές εταιρείες οι οποίες συνειδητά προτιμούν και φέρνουν τα πλοία τους για επισκευές στην Ελλάδα, παρά το μεγαλύτερο κόστος, ώστε να στηρίξουν την Οικονομία της χώρας.
Η κυβέρνηση θεωρεί ότι, σε πρώτη φάση και εφόσον επιτύχει τους στόχους της, θα δοθεί η δυνατότητα να αποκτήσουν τα ναυπηγεία ρευστότητα, έστω και περιορισμένη, ώστε να μη βάλουν «λουκέτο».
Ακολούθως, θα επιχειρηθεί να δοθεί οριστική λύση, εφόσον αυτό είναι εφικτό, στο θέμα των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά. Στα ναυπηγεία έχει επιβληθεί πρόστιμο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το οποίο σήμερα ξεπερνά τα 550 εκατ. ευρώ για κρατικές επιδοτήσεις και το οποίο θα έπρεπε να καταβληθεί στην ελληνική κυβέρνηση.
Ωστόσο, επειδή δεν υπήρχε η δυνατότητα επιστροφής και ο κίνδυνος να κλείσουν τα ναυπηγεία ήταν ορατός, οι ελληνικές κυβερνήσεις προσπάθησαν να διορθώσουν το κακό, προκαλώντας όμως- κρίνοντας από τα αποτελέσματα- μεγαλύτερα προβλήματα. Τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, για 15 χρόνια, δεν έχουν τη δυνατότητα να κάνουν άλλες εργασίες, πλην όσων χρειάζονται το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό. Με τη σημερινή κατάσταση στη χώρα μας, όμως, το Πολεμικό Ναυτικό δεν έχει διαθέσιμα κονδύλια, σε βαθμό που να εξασφαλίζεται και η βιωσιμότητα των ναυπηγείων.
Επίσης, στη συμφωνία Ελλάδας – Επιτροπής προβλεπόταν ότι τα Ναυπηγεία θα διαχωριστούν και το εμπορικό τμήμα θα βγει σε πλειστηριασμό. Και στο διαχωρισμό έγινε ένα λάθος και τη μεγάλη δεξαμενή που υποδέχεται υπερδεξαμενόπλοια 300.000 τόνων την έδωσαν στο στρατιωτικό τομέα. Επίσης, το εμπορικό τμήμα υπολείπεται σε υποδομές, με αποτέλεσμα να μην έχουν κίνητρα οι ιδιώτες να εμπλακούν σε μια διαδικασία πλειστηριασμού. Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με τις πληροφορίες της «Ν», η παρούσα διοίκηση των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά είναι αμφίβολο αν θα μπορούσε να λάβει μέρος σε έναν τέτοιο πλειστηριασμό.
Οι επαφές, που θα γίνουν σε επίπεδο υπουργών με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θα έχουν στόχο να πείσουν τους Ευρωπαίους ότι θα προχωρήσουμε σε έναν ενιαίο ναυπηγικό φορέα, που θα έχει κάτω από την ίδια ομπρέλα σίγουρα τα τρία ναυπηγεία και, πιθανώς, και τη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη Περάματος.
Σημαντικές προκλήσεις στην ανταγωνιστικότητα
Ακόμα και αν επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ των ναυπηγείων για τη δημιουργία ενός ενιαίου φορέα, που θα συμπεριλαμβάνει ενδεχομένως και τη ΝΕΖ (στην περίπτωση που δημιουργηθεί και ένα σχήμα βιομηχανικού πάρκου στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη Περάματος με τη συμμετοχή ιδιωτών και συμπεριληφθεί στο Φορέα), και συμφωνήσει τελικά και η Επιτροπή, θα έχει επιτευχθεί μόνο το πρώτο βήμα. Το δεύτερο βήμα, το ίδιο κρίσιμο, είναι η στόχευση που θα έχουν τα ναυπηγεία και η ανταγωνιστικότητά τους.
Τα ελληνικά ναυπηγεία είναι σχεδόν αδύνατο να καταφέρουν να πάρουν παραγγελίες για φορτηγά πλοία (δεξαμενόπλοια, bulker, container), αφού αυτά κτίζονται στη συντριπτική τους πλειοψηφία στην Άπω Ανατολή και σε τιμές που δεν μπορούμε να ανταγωνιστούμε. Είναι δυνατό όμως να επεκταθούν οι κατασκευές σκαφών αναψυχής (mega yachts). Επίσης εφόσον προχωρήσει το θέμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση μπορούμε να εκμεταλλευτούμε τα κονδύλια από διάφορα Ταμεία και το υπό προώθηση για πολλά χρόνια μεταφορικό ισοδύναμο για την κατασκευή πλοίων για την εξυπηρέτηση ακτοπλοϊκών αναγκών.
Ακόμα, υπό προϋποθέσεις, μπορεί να καταφέρουμε να κατασκευάσουμε κρουαζιερόπλοια. Ένα σενάριο που έχει ακουστεί είναι η είσοδος επενδυτών (ναυπηγικοί όμιλοι από την Άπω Ανατολή) οι οποίοι θέλουν να εισέλθουν και σε αυτή την αγορά, και να χρησιμοποιήσουν την ελληνική τεχνογνωσία, αλλά και το γεγονός ότι βρίσκονται σε ευρωπαϊκό έδαφος για το σκοπό αυτό.
Αλλά και μακροπρόθεσμα είναι εφικτό να χρησιμοποιηθούν οι επιδοτήσεις που εγκρίνει η Ευρωπαϊκή Ένωση για την ανάπτυξη καινοτόμων κατασκευών και τεχνολογιών στο τομέα της ναυπήγησης.
Σε τεχνικό επίπεδο εάν βρει εφαρμογή η πρόταση της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου ώστε οι ελληνικοί ναυτιλιακοί χώροι λιμενισμού, εφοδιασμού, δεξαμενισμού και εκτέλεσης ναυπηγοεπισκευαστικών εργασιών να χαρακτηριστούν «Ειδικές Ναυτιλιακές Οικονομικές Ζώνες», θα δοθεί τεράστια ώθηση στον κλάδο.
Όπως σημειώνει η ΕΣΕΕ θα έχουν όλα τα προνόμια των ΕΟΖ και θα πρέπει να τους δοθούν με διαδικασία «fast track» οι απαραίτητες εγκρίσεις και αδειοδοτήσεις λειτουργίας από Ελλάδα και ΕΕ.
Δυνατότητες ανάπτυξης υπό όρους
Υπό προϋποθέσεις ο τομέας της ναυπηγοεπισκευής μπορεί να αποδειχθεί περισσότερο αποτελεσματικός για τη χώρα μας.
Από τη μία υπάρχει ο μεγαλύτερος στόλος του κόσμου (ο ελληνόκτητος) που μπορεί να την υποστηρίξει, ενώ από την άλλη τα ελληνικά λιμάνια που έχουν τη δυνατότητα να αποτελέσουν κόμβο τόσο για το θαλάσσιο εμπόριο όσο και για την κρουαζιέρα και τα σκάφη αναψυχής, μπορούν να εκτοξεύσουν τη δυναμική του κλάδου.
Σε μια συντηρητική ανάλυση φορέων της ναυπηγοεπισκευστικής, ο κλάδος θα μπορούσε να είχε έσοδα από τα survey των ελληνόκτητων πλοίων περίπου 1 δισ. ευρώ ετησίως.
Σε αυτά εάν συνυπολογιστεί ότι το λιμάνι του Πειραιά έχει όλα τα φόντα να μετεξελιχθεί σε βασικό διαμετακομιστικό κέντρο της Μεσογείου σε ό,τι αφορά τα containers και τα αυτοκίνητα, σε συνδυασμό με την πολυαναμενόμενη αύξηση των κρουαζιερόπλοιων που θα κάνουν home port στην Ελλάδα, τα νούμερα αυτά μπορεί να πολλαπλασιαστούν.
Αρκεί φυσικά να έχουμε πετύχει πρώτα ανταγωνιστικές τιμές (είμαστε πάνω από 40% ακριβότεροι σε σχέση με Τουρκία και Ρουμανία). Από την κυβέρνηση θα αναζητηθούν τρόποι οικονομικής στήριξης των ναυπηγοεπισκευαστικών επιχειρήσεων, χωρίς αυτοί να παραβαίνουν τους κοινοτικούς κανονισμούς.
Φυσικά θα πρέπει να υπάρξει συμφωνία για εργασιακή ειρήνη μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων (στη ΝΕΖ).
Παράλληλα θα πρέπει να τρέξει και μια καλά δουλεμένη εκστρατεία marketing, τόσο στο εξωτερικό, όσο και στο εσωτερικό, ώστε να πείσουμε τους πλοιοκτήτες να φέρουν τα πλοία τους.
Στόχοι
Η μείωση της γραφειοκρατίας, η ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας, η προσέλκυση πελατών, η εργασιακή ειρήνη και η αντιμετώπιση της ανεργίας, αποτελούν τους στόχους του υπουργείου Ναυτιλίας για τη ναυπηγοεπισκευή.