Η Δούμα -η ρωσική Κάτω Βουλή- ενέκρινε σήμερα σε δεύτερη και προτελευταία ανάγνωση την Συνθήκη START η οποία υπεγράφη από τους προέδρους της Ρωσίας και των ΗΠΑ τον περασμένο Απρίλιο, ανακοινώθηκε από κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο.
Οι Ρώσοι βουλευτές ενέκριναν το σχέδιο νόμου, που επικυρώθηκε με 349 ψήφους και καταψηφίστηκε από 57 βουλευτές, σύμφωνα με την ίδια πηγή.
Η Συνθήκη είχε εγκριθεί σε πρώτη ανάγνωση στα τέλη Δεκεμβρίου μετά την επικύρωσή της από την αμερικανική Γερουσία.
Η ρωσική πλευρά ωστόσο εξέφρασε κάποιες επιφυλάξεις ως προς την αμερικανική επικύρωση της Συνθήκης η οποία, θεωρεί η Μόσχα, προσέθεσε ορισμένες προϋποθέσεις που δεν προβλέπονταν αρχικώς.
Ο ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ απέριψε μια ερμηνεία της αμερικανικής Γερουσίας σύμφωνα με την οποία δεν υπάρχει αντικρουόμενη σχέση μεταξύ του περιορισμού των στρατηγικών όπλων και της αντιπυραυλικής άμυνας. Η Μόσχα κρίνει ότι η ανάπτυξη από τις ΗΠΑ νέων αντιπυραυλικών συστημάτων θα θέσει περιορισμούς στις δυνατότητες των ρωσικών στρατηγικων όπλων.
Οι ρώσοι βουλευτές απαντώντας στις προσθήκες της αμερικανικής Γερουσίας, πρόσθεσαν στο κείμενο της επικύρωσης πέντε θέματα που διασαφηνίζουν την θέση της Μόσχας, σύμφωνα με τα ρωσικά ΜΜΕ.
Οι προσθήκες αυτές διευκρινίζουν κυρίως τις συνθήκες με βάση τις οποίες η ρωσική πλευρά θα αποσυρθεί από τη Συνθήκη, βασικά στην περίπτωση ανάπτυξης από τις ΗΠΑ στρατηγικών μη πυρηνικών όπλων που θα ανατρέψουν την ισορροπία δυνάμεων.
Επαναλαμβάνεται επίσης η σχέση μεταξύ του περιορισμού των στρατηγικών όπλων και της αντιπυραυλικής άμυνας και η δέσμευση της ρωσικής πλευράς ως προς την ανάπτυξη στρατηγικής άμυνας της χώρας.
Από την πλευρά τους οι κομμουνιστές βουλευτές της Δούμας έκριναν σήμερα με ανακοίνωσή τους στον Τύπο τις διατάξεις αυτές πολύ ασαφείς για να εγγυώνται την πλήρη ασφάλεια της χώρας τους.
Η τρίτη ψηφοφορία για τη Συνθήκη προγραμματίστηκε για τις 25 Ιανουαρίου στη Δούμα, όπου το κόμμα της Ενωμένης Ρωσίας έχει την απόλυτη πλειοψηφία.
Η Συνθήκη στη συνέχεια θα πάει για ψήφιση στην Άνω Βουλή και ο νόμος θα επικυρωθεί με την υπογραφή του προέδρου Ντιμίτρι Μεντβέντεφ.
Η Συνθήκη προβλέπει την ανάπτυξη το ανώτερο 1.550 πυρηνικών κεφαλών για κάθε μια από τις δύο χώρες, δηλαδή μείωσή τους κατά 30% σε σχέση με την απόφαση του 2002.