Αυστηρό μήνυμα προς τη χώρα μας απηύθυνε χθες ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, την ώρα μάλιστα που εντείνονται οι διαβουλεύσεις μεταξύ τρόικας και ελληνικής κυβέρνησης για την οριστικοποίηση του νέου επώδυνου πακέτου μέτρων των 11,5 δισ. ευρώ.
Αυτό που κάνει η ΕΕ είναι ότι δίνει την ευκαιρία στην Ελλάδα να αποφύγει τη χρεοκοπία, τόνισε ο πρόεδρος της Κομισιόν κατά τη διάρκεια συνέντευξής του στο κανάλι Euronews, ξεκαθαρίζοντας ότι η Ελλάδα δεν έφτασε σε αυτή την κατάσταση εξαιτίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά εξαιτίας του μη βιώσιμου χρέους και των ελλειμμάτων που συσσωρεύτηκαν με την πάροδο των ετών.
Για μια ακόμη φορά ο κ. Μπαρόζο υπογράμμισε ότι είναι ζωτικής σημασίας για την Ελλάδα και για την ευρωζώνη να παραμείνει η Ελλάδα στο ευρώ και παραδέχτηκε ότι πολλά από τα μέτρα προσαρμογής είναι εξαιρετικά επώδυνα και ότι πράγματι οι Έλληνες έχουν κάνει τεράστιες προσπάθειες που ορισμένες φορές κάποιοι υποτιμούν.
Ωστόσο σημείωσε ότι τα νέα μέτρα πρέπει να υιοθετηθούν το συντομότερο δυνατόν και παράλληλα η Ελλάδα πρέπει να επιδείξει ενεργητικότητα μέσω της χρήσης των κοινοτικών Ταμείων και μέσω της προώθησης των μεταρρυθμίσεων για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς της.
Σε συζήτηση που ακολούθησε σχετικά με τον εθνικισμό στην Ευρώπη και την άνοδο ξενοφοβικών και λαϊκιστικών δυνάμεων, ο Μπαρόζο ανέφερε ότι καταρχήν εξαρτάται και από τις κατά τόπον ισχύουσες νομοθεσίες. Για παράδειγμα, είπε, σε κάποια από τα κράτη μέλη δεν είναι νόμιμα τα κόμματα που βασίζονται στη ναζιστική ιδεολογία, που τα προγράμματά τους διέπονται από λόγο μίσους και ρατσιστικής προκατάληψης.
«Από την άλλη πλευρά έχουμε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κόμματα που είναι αντίθετα στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, που είναι εξαιρετικά ευρωσκεπτικιστικά ή και εθνικιστικά. Ωστόσο πιστεύω ότι στην ΕΕ πρέπει να ενσωματώνουμε όλους τους Ευρωπαίους. Είμαι όμως βαθύτατα πεπεισμένος ότι στην ΕΕ υπάρχει μια ευρύτατη πλειοψηφία που κινείται από την κεντροαριστερά ως την κεντροδεξιά που στηρίζει τη Δημοκρατία και επιθυμεί να αποφύγει τα άκρα του εθνικισμού και του λαϊκισμού», κατέληξε ο πρόεδρος της Κομισιόν.