Αντίθετη στο δημόσιο συμφέρον, αλλά και ασύμβατη με το ελληνικό Σύνταγμα, θεωρούν τη συμβιβαστική συμφωνία Δημοσίου-Siemens φορολογούμενοι πολίτες, οι οποίοι ζητούν από το Συμβούλιο τη Επικρατείας να την ακυρώσει με διαδικασίες «εξπρές».
Προσφυγή έχουν ήδη καταθέσει το μη κερδοσκοπικό Σωματείο «Έλληνες Φορολογούμενοι», μια Ανώνυμη Εταιρεία επενδυτικής διαμεσολάβησης και πέντε Έλληνες φορολογούμενοι. Σύμφωνα όμως με πηγές του Αθηναϊκού-Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων, νέες προσφυγές αναμένονται το επόμενο διάστημα από φορείς που κατέφυγαν σε μεγάλα δικηγορικά γραφεία στην Αθήνα.
Η προσφυγή αναφέρει ότι, σύμφωνα με το πόρισμα της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής, από την εικοσαετή παράνομη δραστηριότητα της Siemens στην Ελλάδα προκλήθηκε ζημία στο Δημόσιο ύψους άνω των δύο δισεκατομμυρίων ευρώ.
Αντίθετα, επισημαίνεται στην αίτηση ακύρωσης, η επίμαχη συμφωνία απάλλαξε παντελώς την εταιρεία από την υποχρέωση καταβολής του ποσού αυτού, ενώ το Δημόσιο παραιτήθηκε των αξιώσεων του και συμβιβάστηκε με την καταβολή μόνο του ποσού των 90 εκατομμυρίων ευρώ, και μάλιστα σε βάθος πενταετίας, καθώς και τον συμψηφισμό οφειλής του Δημοσίου προς αυτήν ύψους 80 εκατομμυρίων ευρώ (προβλέπονται και άλλοι δευτερευούσης σημασίας όροι, όπως είναι επιτροπή εποπτείας).
Το Σωματείο υπογραμμίζει ότι, ειδικά μετά την επιβολή των δύο Μνημονίων και τις οικονομικές θυσίες των πολιτών δεν είναι ανεκτή, νομικά, ηθικά αλλά και δημοσιονομικά, η παραίτηση του Ελληνικού Δημοσίου από τις νόμιμες αξιώσεις του.
Παράλληλα, σημειώνεται στην προσφυγή ότι παραβιάζονται οι συνταγματικές αρχές της νομιμότητας, του κράτους δικαίου, της καλής πίστης, της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του ιδιώτη απέναντι στο κράτος, της ισότητας και του άρθρου 106 του Συντάγματος που ορίζει ότι «η ιδιωτική οικονομική πρωτοβουλία δεν επιτρέπεται να αναπτύσσεται σε βάρος της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας ή προς βλάβη της εθνικής οικονομίας».
Σε άλλο σημείο της προσφυγής του, το Σωματείο τονίζει ότι «η απαλλαγή της εταιρείας Siemens από την οποιαδήποτε αστική και διοικητική ευθύνη, ακόμη και για ξέπλυμα βρόμικου χρήματος και για παράβαση της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού, δεν συνάδει με το κοινό περί δικαίου αίσθημα, αλλά και την συνταγματική αρχή ότι το κράτος αποτελεί εγγυητή της νομιμότητας και του δικαίου».
Η συμφωνία συμβιβασμού είναι σε εμφανέστατη δυσαρμονία με το πόρισμα της Βουλής, στο οποίο γίνεται λόγος για άσκηση αγωγών σε βάρος της Siemens και για επιβολή διοικητικών κυρώσεων, ενώ υπάρχει αναντιστοιχία του πορίσματος με τη συμφωνία συμβιβασμού, προκαλώντας έτσι διατάραξη στις σχέσεις εμπιστοσύνης κράτους-πολίτη.
Εξάλλου, συνεχίζει το Σωματείο, η συμφωνία συμβιβασμού δεν περιλαμβάνει και δεν εξασφαλίζει την διαφάνεια στις μελλοντικές συμβάσεις του Ελληνικού Δημοσίου με την Siemens, απλά η γερμανική εταιρεία αφού εκφράζει την λύπη της για την συμπεριφορά ορισμένων στελεχών της στη χώρα μας, αναφέρει ότι θα προχωρήσει σε μέτρα αυτοκάθαρσης.
Το άρθρο 4 του Συντάγματος που επιβάλλει την ισότητα, παραβιάζεται και αυτό σύμφωνα με τους προσφεύγοντας φορολογούμενους, καθώς η σύμβαση εισάγει χαριστικά μέτρα και προνόμια στην Siemens, ενώ παράλληλα εισάγει αδικαιολόγητη διάκριση υπέρ της πολυεθνικής εταιρείας, κάτι που είναι σε βάρος των υπολοίπων εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας, αλλά και σε βάρος όλων Ελλήνων πολιτών.