Άρθρο του προέδρου της Alliott Group Γιάννη Κλεώπα
Το νέο φορολογικό νομοσχέδιο σχετικά με την Φορολογία Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων και Επιχειρήσεων είναι σχεδόν έτοιμο. Τα ερωτήματα όμως που το συνοδεύουν είναι αρκετά, όπως αν είναι πολύ σκληρό και άδικο για μερικούς, ευνοϊκό για άλλους, αν είναι προς την σωστή κατεύθυνση και άλλα παρεμφερή.
Η πείρα έχει δείξει ότι απάντηση κοινής αποδοχής σε τέτοια ερωτήματα δεν υπάρχει. Άλλωστε δεν μπορεί να είναι όλοι ευχαριστημένοι. Το παράδοξο όμως είναι ότι η πλειονότητα είναι δυσαρεστημένη.
Έτσι όπως τουλάχιστον αναφέρεται στον τύπο, η νέα φορολογική προσέγγιση στα εισοδήματα ατόμων και επιχειρήσεων αφενός μεν δίνει την αίσθηση πως προσπαθεί να απλουστεύσει τα πράγματα, αφετέρου δε εστιάζει στην σύλληψη φορολογητέας ύλης επαγγελματικών ομάδων για τις οποίες εικάζεται πως τα προηγούμενα χρόνια απείχαν συστηματικά από το να δηλώνουν πλήρως τα εισοδήματα τους. Ταυτόχρονα αυξάνει την φορολογία των μη διανεμομένων κερδών των ΑΕ & ΕΠΕ.
Προσωπικά έχω αμφιβολίες σε ότι αφορά την απλούστευση των διαδικασιών και υπολογισμών. Σε ότι αφορά την σύλληψη της φορολογητέας ύλης θεωρώ πως η προσέγγιση δεν είναι η δέουσα. Ίσως το κριτήριο των περιουσιακών στοιχείων κατάλληλα χρησιμοποιούμενο να έφερνε κοντύτερα τον στόχο.
Η βασική διαφωνία μου έγκειται στο μίγμα της φορολόγησης των επιχειρήσεων. Συγκεκριμένα ενώ γίνεται θετικό βήμα με την μείωση του υφισταμένου συνολικού φορολογικού συντελεστή από 40% σε 33,4%, η αναλογία του φόρου στα αδιανέμητα κέρδη με 26% και στα διανεμόμενα με 10% δεν ευνοεί τις επανεπενδύσεις. Θεωρώ πως ένα μίγμα με μεγαλύτερη φορολογία στα διανεμόμενα και μικρότερη στα αδιανέμητα κέρδη θα ήταν παραγωγικότερο και για το σύνολο των εισπραττομένων φόρων και για την αύξηση των πολυπόθητων επενδύσεων.