«Οι υπουργοί Εξωτερικών της ευρωζώνης και το ΔΝΤ έχουν επιχειρήσει δύο φορές να συμφωνήσουν σε ένα μακροπρόθεσμο σχέδιο για την Ελλάδα. Τώρα είναι έτοιμο – αλλά ίσως αποδειχθεί υπερβολικά φιλόδοξο», γράφει η Deutsche Welle.
«Χρειάστηκαν τρεις προσπάθειες και πολλές νυχτερινές βάρδιες για να επιτευχθεί αυτή η συμφωνία. Αλλά αντίθετα από την αποτυχία του Eurogroup την περασμένη εβδομάδα, οι κύκλοι στα μάτια όλων δεν ήταν τόσο μαύροι – και η ανακούφιση ήταν ακομη μεγαλύτερη», συνεχίζει το ρεπορτάζ.
«Οι χώρες του ευρώ συμφώνησαν να μειώσουν τα επιτόκια, να επιμηκύνουν τις προθεσμίες, και να επιστρέψουν στην Ελλάδα τα κέρδη από τα ελληνικά ομόλογα. Αλλά το αίτημα του ΔΝΤ για κούρεμα του χρέους από τον επίσημο τομέα (OSI) δεν έγινε δεκτό, ιδίως από την Γερμανία», γράφει η DW.
«Παρά το γεγονός ότι δεν πήρε αυτό που ήλπιζε, η Κριστίν Λαγκάρντ βγήκε από τη σύνοδο ικανοποιημένη. Είπε ότι το κύριο θέμα για το ΔΝΤ ήταν η επίτευξη ενός βιώσιμου επιπέδου για το χρέος, και μια απόφαση των εταίρων ότι θα κάνουν ό,τι είναι αναγκαίο. Αυτό, είπε, επετεύχθη», τονίζει.
«Αναλυτές εκτιμούν ότι το 120% του ΑΕΠ είναι στα όρια της βιωσιμότητας, αλλά ακόμη και έτσι παραμένει διπλάσιο από το πλαφόν του 60% που ορίζει η Συνθήκη του Μάαστριχτ. Αυτή η τεράστια μείωση του χρέους – ιδίως στο διάστημα 2020-2022 – θεωρείται εξαιρετικά φιλόδοξη, και η επιτυχία της είναι δύσκολο να προβλεφθεί, δεδομένου του πόσο μακροπρόθεσμα είναι τα σχέδια που γίνονται», προσθέτει η DW.
«Είναι αδύνατον να προβλέψει κανείς σε τι κατάσταση θα βρίσκεται η ελληνική οικονομία ύστερα από 10 χρόνια», καταλήγει το ρεπορτάζ.