Ξένες επιχειρήσεις έχουν κάνει στο παρελθόν σεισμικές έρευνες για ανακάλυψη υδρογονανθράκων στη θαλάσσια περιοχή νότια και νοτιοανατολικά της Κρήτης, χωρίς τα αποτελέσματα να γίνουν γνωστά στο ελληνικό Δημόσιο.
Αυτό ανέφεραν σήμερα στελέχη του Ελληνικού Ινστιτούτου Υδρογονανθράκων (ΕΛΛΙΝΥ) σε συνέντευξη Τύπου, σχολιάζοντας τη χθεσινή έκθεση της Deutsche Bank για τα κοιτάσματα φυσικού αερίου στην περιοχή, η οποία προσδιόρισε την αξία τους στα 427 δισ. ευρώ.
Όπως επισημάνθηκε στη συνέντευξη, υπήρξαν προτάσεις στο παρελθόν προς το κράτος από ισραηλινή εταιρεία για παραχώρηση περιοχών ανατολικά της Κρήτης για έρευνες, οι οποίες έμειναν αναπάντητες. “Καμία επιχείρηση δεν διακινδυνεύει να επενδύσει εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια για γεωτρήσεις σε μια περιοχή αν δεν έχει ενδείξεις για κοιτάσματα”, είπε ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Β. Καρκούλιας, ενώ ο Μ. Πατσουλές, γεωλόγος και μέλος του ΕΛΛΙΝΥ επεσήμανε ότι δεδομένα από τις έρευνες αυτές παρουσιάστηκαν πέρυσι σε συνέδριο στο Λονδίνο.
Το ΕΛΛΙΝΥ άσκησε κριτική για καθυστερήσεις στη διαδικασία που έχει επιλεγεί για την έρευνα και εκμετάλλευση των πιθανών κοιτασμάτων, υποστηρίζοντας ότι θα μπορούσε να συντομευθεί κατά 2-3 χρόνια. Με τα τωρινά δεδομένα όπως είπε οι ερευνητικές γεωτρήσεις δεν μπορεί να ξεκινήσουν πριν το 2017, ενώ από τη στιγμή που θα εντοπιστούν τα κοιτάσματα μέχρι να ξεκινήσει η παραγωγή χρειάζονται 8-9 χρόνια. Ζήτησαν επίσης να δοθεί στη δημοσιότητα η σύμβαση η οποία έχει υπογραφεί με τη νορβηγική εταιρία PGS που ξεκίνησε τον περασμένο μήνα τις σεισμικές έρευνες στο Ιόνιο και τη θαλάσσια περιοχή νότια της Κρήτης.
Ο πρόεδρος του ΕΛΛΙΝΥ προειδοποίησε εξάλλου για την ανάγκη λήψης μέτρων στο Κατάκολο, όπου υπάρχει κοίτασμα πετρελαίου που εκτιμάται στα 3-4 εκατ. βαρέλια λόγω της υψηλής συγκέντρωσης υδρόθειου, το οποίο είναι, όπως είπε, θανατηφόρο σε συγκεντρώσεις άνω των 230 ppm, ενώ στην περιοχή έχουν μετρηθεί 100.000 ppm.