Αιχμές για τη στάση ΠΑΣΟΚ και ΝΔ στην προηγούμενη συνταγματική αναθεώρηση, που δεν προχώρησε, σχετικά με το νόμο περί ευθύνης υπουργών άφησε ο βουλευτής της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης.
Μιλώντας στο ραδιοσταθμό “Βήμα 99,5” ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε χαρακτηριστικά:
«Το Σύνταγμα προβλέπει ότι αν 50 βουλευτές υπογράψουν, τότε υπάρχει η δυνατότητα ένα άρθρο να κριθεί αναθεωρητέο.Το άρθρο 86 δεν είχε κριθεί αναθεωρητέο από κανένα από τα δυο μεγάλα κόμματα, ούτε από το ΠΑΣΟΚ,ούτε από την ΝΔ, τα οποία και τα δύο σήμερα χύνουν κροκοδείλια δάκρυα για τον Νόμο περί Ευθύνης Υπουργών. Με δική μου πρωτοβουλία, λοιπόν,(το) επιχείρησα: Έστειλα μια επιστολή και στους 300 βουλευτές, που ήταν τότε στη Βουλή, εξηγούσα την επιχειρηματολογία, η οποία φυσικά τώρα είναι πολύ επίκαιρη, αλλά τότε δεν φαινόταν κανείς να ενδιαφέρεται πάρα πολύ. Και ζητούσα να προσυπογράψουν αυτήν την πρόταση έτσι ώστε να μπορέσουμε, με πρωτοβουλία πια ανεξάρτητων βουλευτών, να κρίνουμε αναθεωρητέο το άρθρο 86. Κατάφερα και βρήκα 12 προθύμους από την κυβέρνηση – και θέλω να το τονίσω αυτό καθώς σήμερα η κυβέρνηση αναλαμβάνει αυτήν την πρωτοβουλία – μόνο ο κ. Α. Λοβέρδος ήταν αρκετά τολμηρός να υπογράψει.Το τελικό αποτέλεσμα ήταν ότι αυτή η πρωτοβουλία δεν τελεσφόρησε, με αποτέλεσμα το άρθρο 86 να μην κριθεί αναθεωρητέο και να είμαστε σήμερα δεσμευμένοι μιας διάταξης, η οποία είναι παράλογη, μοναδική στην Ευρώπη. Και προσδιορίζει βασικά ένα πολύ μικρό χρόνο παραγραφής για το ποινικό αδίκημα κάθε Υπουργού και όσους νόμους κι αν φέρει η κυβέρνηση, πολύ μικρές βελτιώσεις μπορεί να πετύχει, καθώς επί της ουσίας δεν μπορεί να ξεφύγει από το συνταγματικό …. Άρα, υπάρχει μια τεράστια υποκρισία του συστήματος, διότι όλοι ξέραμε, από τότε, ότι υπάρχει πολύ μεγάλο πρόβλημα με το άρθρο 86, αλλά και τα δυο μεγάλα κόμματα επέλεξαν να το αφήσουν έξω από την διαδικασία της αναθεώρησης».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε ότι είναι επικοινωνιακού χαρακτήρα η πρόθεση της κυβέρνησης για αλλαγή του νόμου περί ευθύνης υπουργών, αφού λόγω των συνταγματικών προβλέψεων οριακές βελτιώσεις μπορούν να γίνουν, ενώ επανέλαβε την πρότασή του να δημοσιοποιούνται στο διαδίκτυο τα πόθεν έσχες των βουλευτών.
«Και σήμερα, δυστυχώς, το μόνο το οποίο μένει, αν θέλετε, στην εκτελεστική, στη δικαστική εξουσία, είναι να ερευνήσει κάτι πολύ απλό: Ενδεχομένως να γίνεται. Κι αυτό είναι εάν προκύπτει από τα πόθεν έσχες των Βουλευτών και των Υπουργών, πλουτισμός ο οποίος δεν δικαιολογείται από τα εισοδήματα τους. Έχω καταθέσει επανειλημμένως με προτάσεις στον Πρόεδρο της Βουλής, με αρθρογραφία, με παρεμβάσεις, μια πολύ απλή πρόταση: Ανάρτηση των πόθεν έσχες όλων των βουλευτών στο διαδίκτυο, από την στιγμή που μπήκαν στην Βουλή μέχρι και σήμερα και να διαπιστώσει κι ο απλός πολίτης, εάν και κατά πόσο αυξήθηκε αδικαιολόγητα ή δικαιολογημένα ενδεχομένως, η περιουσία των βουλευτών. Είναι τόσο απλό κι, όμως, δεν γίνεται. Η Διεθνής Διαφάνεια έχει προσυπογράψει την πρόταση μου, έχει κι αυτή στείλει επιστολές στον Πρόεδρο της Βουλής, δεν μπορώ να καταλάβω γιατί ορισμένα πράγματα πραγματικά δεν γίνονται και όσο δεν γίνονται τόσο οι πολίτες είναι απολύτως δικαιολογημένοι να είναι καχύποπτοι με το πολιτικό σύστημα. Η αμαρτία της ιστορίας είναι ότι δυστυχώς η μπάλα παίρνει όλους».