Σε “ομφάλιο λώρο” που συνδέει τα κοιτάσματα των Ουραλίων, του Καυκάσου και της Κεντρικής Ασίας με την Ευρώπη καθιστούν οι αγωγοί πετρελαίου και φυσικού αερίου την περιοχή των Παρευξείνιων χωρών, η οποία καθορίζεται από τρία βασικά χαρακτηριστικά: το πρώτο αφορά στο μέγεθός της, καθώς πρόκειται για αγορά εκατομμυρίων καταναλωτών (περίπου 340) με την Ελλάδα στο κέντρο της, το δεύτερο τη δυναμικότητα που επιδεικνύουν οι χώρες της περιοχής ως αναπτυσσόμενες αγορές και το τρίτο την ύπαρξη σημαντικών πηγών υδρογονανθράκων, που δίνουν στην περιοχή τον τριπλό χαρακτηρισμό παραγωγού ενέργειας, καταναλωτή ενέργειας και περιοχή διαμετακόμισης ενέργειας.
Οι χώρες σ’ αυτή την περιοχή εμφανίζουν μεγάλες διαφοροποιήσεις μεταξύ τους, καθιστώντας την ιδανική για σύναψη πολλών ενεργειακών συμφωνιών, λόγω του ειδικού ρόλου τους ως ενεργειακού κόμβου και διαμετακομιστικού – εμπορικού κέντρου ηλεκτρικής ενέργειας και υδρογονανθράκων.
Λέξη-κλειδί στην ενεργειακή “ταυτότητα” της περιοχής είναι οι διασυνδέσεις, οι δίοδοι, δηλαδή, που θα οδηγήσουν με ασφάλεια το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο στην ευρύτερη ευρωπαϊκή ενεργειακή αγορά. Στον ενεργειακό “χάρτη” της περιοχής, η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο, τόσο για τον ασφαλή ενεργειακό εφοδιασμό της Ευρώπης, όσο και για την επιτυχή έξοδο των ενεργειακών προϊόντων της ευρύτερης περιοχής, στην ευρωπαϊκή αγορά.
Τα παραπάνω προκύπτουν από την μεταπτυχιακή εργασία των Παναγιώτη Γερμανίδη και Δημήτρη Νικηφόρου, η οποία εκπονήθηκε, στο πλαίσιο του μαθήματος “Διοίκηση και Διαχείριση Έργων στο Διεθνές Περιβάλλον” στο θεματικό άξονα “Παρευξείνιες Χώρες, Κατασκευές και Πράσινη Ανάπτυξη” του Μεταπτυχιακού Προγράμματος στη Διοίκηση και Διαχείριση Τεχνικών Έργων του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ).
Η παρουσίαση των σχετικών στοιχείων θα γίνει, σήμερα το απόγευμα, σε εκδήλωση που θα πραγματοποιηθεί στην Πολυτεχνική Σχολή του ΑΠΘ.
Η ενεργειακή “εικόνα” των Παρευξείνιων χωρών, όπως προκύπτει από τη σχετική μελέτη, είναι η ακόλουθη:
Βουλγαρία
Για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος χρησιμοποιούνται κυρίως πυρηνικά εργοστάσια και εργοστάσια με καύση άνθρακα. Η συνολική εγκατεστημένη ισχύ των μονάδων παραγωγής στη Βουλγαρία είναι 13.100 MW, διαχωρισμένη σε θερμοηλεκτρικά εργοστάσια (50% ή 6.556 MW), πυρηνικά εργοστάσια (28,7% ή 3.760 MW), υδροηλεκτρικά εργοστάσια (14,7% ή 1.920 MW) και υδροηλεκτρικά εργοστάσια με αποθήκες υδάτων (6,6% ή 864 MW).
Η Βουλγαρία κατέχει τα πρωτεία στην περιοχή σε παραγωγή άνθρακα και παρά τη συνεχή μείωση της κατανάλωσης από το 1989, αυτή συνεχίζει να υπερβαίνει την εγχώρια παραγωγή. Παράλληλα, παράγει σημαντικές ποσότητες μετάλλων και ορυκτών.
Για να καλύψει το μεγαλύτερο μέρος των αναγκών της σε φυσικό αέριο, εισάγει αυτή την ενεργειακή ύλη από τη Ρωσία.
Ουκρανία
Αν και διαθέτει τεράστιες πλουτοπαραγωγικές πηγές και βαριά βιομηχανία, η χώρα, για να καλύψει τις ενεργειακές της ανάγκες βασίζεται κατά κύριο λόγο στις εισαγωγές. Το ενεργειακό της ισοζύγιο είναι άμεσα συνδεδεμένο με το φυσικό αέριο, το οποίο όμως προέρχεται κατά 25% από εγχώρια παραγωγή. Οι υπόλοιπες ποσότητες εισάγονται από τη Ρωσία κατά κύριο λόγο και το Τουρκμενιστάν, μέσω ρωσικών αγωγών.
Η Ουκρανία επιθυμεί να προσελκύσει επενδυτές με σκοπό την αύξηση των παραγόμενων ποσοτήτων πετρελαίου και αερίου με άντληση από κοιτάσματα στη Μαύρη Θάλασσα.
Τουρκία
Με ρόλο πρωταγωνιστή στο ενεργειακό πεδίο, διαπιστώνεται ότι από τα Στενά του Βοσπόρου στην Κωνσταντινούπολη περνούν συνεχώς δεξαμενόπλοια φορτωμένα με περίπου 150-170 τόνους πετρελαίου έκαστο.
Η τουρκική εταιρία πετρελαίου (Turkish Petroleum Corporation) παράγει περίπου 70.000 βαρέλια την ημέρα, με το 50% των ποσοτήτων να γίνεται σε χώρες του εξωτερικού, ωστόσο οι ποσότητες αυτές καλύπτουν μόλις το 10% των αναγκών τους που πιστεύουν ότι με την αύξηση των ρυθμών παραγωγής σε Ιράκ και Αζερμπαϊτζάν να αυξήσουν την παραγόμενη ποσότητα σε 300.000 βαρέλια την μέρα καλύπτοντας το 50% των αναγκών.
Όσον αφορά το φυσικό αέριο, παρότι αποτελεί σημαντικό παράγοντα στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας, ωστόσο η παραγωγή του είναι σχεδόν μηδαμινή, αφού το 98% των αναγκών (περίπου 50 bcm) καλύπτονται από εισαγωγή φυσικού αερίου.
Ρουμανία
Η Ρουμανία ήταν η πρώτη μεγάλη χώρα παραγωγός πετρελαίου στην Ευρώπη. Αποδεδειγμένες μελέτες αναφέρουν αποθέματα για 211 εκατομμύρια τόνους πετρελαίου και 450 bcm φυσικού αερίου, που είναι τα περισσότερα στην ανατολική Ευρώπη. Η παραγωγικότητα των διυλιστηρίων της, υπερκαλύπτει την εγχώρια ζήτηση πετρελαίου, καθώς η ζήτηση είναι μόλις 14-18 εκατομμύρια τόνοι το χρόνο, ενώ η παραγωγική της δύναμη είναι 26 εκατομμύρια τόνοι, με δυνατότητα να φτάσει μέχρι και 34 εκατομμύρια τόνους.
Στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, η χώρα εκτιμάται ότι έχει μερικές από τις καλύτερες συνθήκες ανέμου στην Ευρώπη, με εκτιμώμενο ετήσιο δυναμικό 23TWh, ενώ έχει και σημαντικές ποσότητες βιομάζας και γεωθερμικών πόρων. Επίσης, περίπου 60 διαφορετικά ορυκτά εξορύσσονται στη Ρουμανία. Τα μεγαλύτερα αποθέματα είναι το βορωνικό αλάτι και αποτελεί το 63% των παγκοσμίων αποθεμάτων.
Αζερμπαϊτζάν
Χώρα που βασίζεται στο φυσικό αέριο και το πετρέλαιο και βρίσκεται ψηλά, τόσο σε αποδεδειγμένα, όσο και σε πιθανά κοιτάσματα και είναι μία από τις μεγαλύτερες πετρελαιοπαραγωγούς χώρες του κόσμου. Αποτελεί τη χώρα με τη μεγαλύτερη εξαγωγική δραστηριότητα, αλλά και ένα σημαντικό κέντρο μεταφοράς, καθώς υπάρχουν τέσσερις αγωγοί εξαγωγής αλλά και συστήματα σιδηροδρόμων στην περιοχή του Νότιου Καυκάσου, για μεταφορά πετρελαίου που μπορεί να ανέρχεται έως και 80 εκατ. τόνους πετρελαίου ετησίως (τώρα πλέον παράγει πάνω από 52 εκατ. τόνους).
Όσον αφορά το φυσικό αέριο, παλιότερα γινόταν εισαγωγή από τη Ρωσία 2-3 bcm, ετησίως, για κάλυψη αναγκών. Πλέον η χώρα έχει παραγωγική δυνατότητα 30 bcm το οποίο εξάγει σε διάφορες χώρες. Το Αζερμπαϊτζάν διαθέτει αποδεδειγμένα μεγάλα αποθέματα σε φυσικό αέριο, περίπου 8.000 bcm, ενώ τα κοιτάσματα πετρελαίου διαμορφώνονται σε ποσότητες 1,5 δισ. m3 πετρελαίου.
Αρμενία
Χώρα με σχεδόν μηδενική παραγωγή πετρελαίου, φυσικού αερίου, η Αρμενία εξαρτάται από τις εισαγωγές για να καλύψει τις ανάγκες της χώρας. Υπάρχουν, ωστόσο, εκτιμήσεις που αναφέρουν 60 – 100 εκατ. τόνους πετρελαίου. Για το λόγο αυτό, η χώρα, κατά κύριο λόγο, βασίζεται σε παραγωγή ενέργειας από πυρηνικά ή υδροηλεκτρικά εργοστάσια.
Γεωργία
Λόγω της έλλειψης φυσικά εκμεταλλεύσιμων ενεργειακών πόρων, όπως πετρέλαιο και φυσικό αέριο, η χώρα στράφηκε κατά κύριο λόγο στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Στην παρούσα φάση, μόνο το 18% από τις διαθέσιμες πηγές για υδροηλεκτρικές εγκαταστάσεις είναι σε χρήση, αλλά υπάρχει δυνατότητα για ανάπτυξη σ’ αυτό τον τομέα.
Σύμφωνα με μελέτες, υπάρχει η δυνατότητα να εξασφαλιστεί παραγωγή περίπου 24 MW ισχύ από τα υδροηλεκτρικά εργοστάσια και άλλα 2 MW από τη χρήση του ανέμου που ακόμα δεν έχει τεθεί σε χρήση. Στόχος της Γεωργίας είναι να εξάγει “πράσινη” ενέργεια.
Μολδαβία
Χώρα που βασίζεται εξ’ ολοκλήρου στην εισαγωγή ενεργειακών πόρων (πετρελαίου και φυσικού αερίου). Η μοναδική πηγή ενέργειας που διαθέτει είναι από υδροηλεκτρικά εργοστάσια και άλλες ανανεώσιμες πηγές, που όμως δεν καλύπτουν σχεδόν καθόλου τις ανάγκες της.
Ρωσία
Η Ρωσία παράγει τη μεγαλύτερη ποσότητα φυσικού αερίου στον κόσμο (660 bcm ετησίως) και είναι από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς φυσικού αερίου και πετρελαίου. Λόγω της μεγάλης αφθονίας κοιτασμάτων φυσικού αερίου (47.500 bcm), το 50% των ενεργειακών της αναγκών καλύπτεται από τη χρήση του φυσικού αερίου, ενώ το υπόλοιπο εξάγεται σε άλλες χώρες.
Λόγω, επίσης, της μεγάλης παραγωγικότητάς της σε πετρέλαιο με ημερήσια παραγωγή που έφθανε το 2009 τα 9,9 εκατομμύρια βαρέλια, ένα μεγάλο ποσοστό των ενεργειακών της αναγκών το καλύπτει με τη χρήση του, ενώ το υπόλοιπο το εξάγει (περίπου 7 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως). Τις υπόλοιπες ανάγκες της, τις καλύπτει από πυρηνικά εργοστάσια, αλλά και από υδροηλεκτρικά εργοστάσια με σκοπό την αύξηση των εξαγόμενων ποσοτήτων από υδρογονάνθρακες. Συγκεκριμένα, η ρωσική κυβέρνηση σχεδιάζει να μπορεί το 2030 να καλύπτει το 25% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από τα πυρηνικά της εργοστάσια.
Ελλάδα
Κυρίαρχη πηγή ενέργειας είναι το πετρέλαιο, το οποίο αποτελεί το 55% του ενεργειακού ισοζυγίου και σε συνδυασμό με το φυσικό αέριο το 70%. Στον κόλπο της Καβάλας, στην περιοχή του Πρίνου, υπάρχει μια υποτυπώδης παραγωγή πετρελαίου (0,35 εκατ. βαρέλια το χρόνο). Για το λόγο αυτό, η Ελλάδα εισάγει σχεδόν όλες τις αναγκαίες ποσότητες πετρελαίου (410 χιλιάδες βαρέλια τη μέρα) και φυσικού αερίου (4,2 bcm).
Η χώρα διαθέτει 4 μεγάλα διυλιστήρια τα οποία έχουν μια δυναμικότητα διύλισης 490 χιλιάδων βαρελιών τη μέρα, τα οποία όχι μόνο καλύπτουν τις ανάγκες της Ελλάδας σε παράγωγα πετρελαίου, αλλά μέρος αυτών εξάγονται κιόλας σε τρίτες χώρες. Αξιοσημείωτη εγχώρια πηγή καυσίμων είναι ο λιγνίτης. Τα βιομηχανικά αξιοποιήσιμα κοιτάσματα λιγνίτη υπολογίζονται σε 4 δισεκατομμύρια τόνους ή 550 εκατ. τόνους ισοδύναμου πετρελαίου.
Παρόλο που ο ελληνικός λιγνίτης είναι ένας φτωχής ποιότητας καύσιμο, αποτελεί την κύρια ενεργειακή πηγή της χώρα και χρησιμοποιείται σχεδόν εξ’ ολοκλήρου στην παραγωγή ηλεκτρισμού.