Περισσότερα από 700 σκευάσματα έχουν «εξαφανιστεί» από τα ράφια των φαρμακείων, προκαλώντας ντόμινο «παρενεργειών» στους ασθενείς αλλά και την αγορά, με τον αρμόδιο φορέα, τον ΕΟΦ, να παρακολουθεί αδιάφορα το θέμα, όπως καταγγέλλει ο Φαρμακευτικός Σύλλογος Αττικής (ΦΣΑ).
Πρόκειται κυρίως για καρδιολογικά, πνευμονολογικά, αντικαταθλιπτικά, νευρολογικά, αντικαρκινικά φάρμακα, αλλά και εμβόλια και ορμόνες, αρκετά από τα οποία είναι αναντικατάστατα.
Ο ΦΣΑ επικαλείται στοιχεία του Προμηθευτικού Συνεταιρισμού Φαρμακοποιών Αττικής που εφοδιάζει με φάρμακα την πλειοψηφία των 3.500 φαρμακείων του λεκανοπεδίου και παραθέτει σχετική λίστα με τα φάρμακα που λείπουν.
«Έχουμε επανειλημμένως κρούσει τον κώδωνα κινδύνου. Η Ελλάδα αποτελεί πλέον επισφαλή τόπο διακίνησης όλων των προϊόντων συμπεριλαμβανομένων και του κοινωνικού αγαθού που λέγεται φάρμακο.
Οι συνεχείς μειώσεις των τιμών, με τα τεράστια λάθη που ανά 15 ημέρες εμφανίζονται, έχουν προκαλέσει την πλήρη εξαφάνιση πολλών φαρμάκων. Ουδείς υπεύθυνος μέχρι σήμερα έχει παραδεχθεί ουσιαστικές ελλείψεις φαρμάκων. Όλοι θεωρούν ότι τα πράγματα βαίνουν καλώς, όταν οι υπηρετούντες το χώρο της υγείας γνωρίζουν την αλήθεια που είναι μία: σε λίγο δεν θα υπάρχει ούτε ασπιρίνη» λέει ο πρόεδρος του ΦΣΑ Κώστας Λουράντος.
Οι φαρμακοποιοί επιρρίπτουν ευθύνες στον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων. «Ο μόνος που δεν έχει καταλάβει τι συμβαίνει είναι ο υπεύθυνος, δηλαδή ο ΕΟΦ» λέει ο κ. Λουράντος. Ο Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων θέτει ως προϋπόθεση για να διαπιστωθεί έλλειψη ενός φαρμάκου «το σκεύασμα να είναι βεβαιωμένα απουσιάζον από το 20% των φαρμακείων του νομού».
Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι στην Αττική πχ που έχει 3.500 φαρμακεία το φάρμακο που λείπει από την αγορά, θα πρέπει βεβαιωμένα και εγγράφως να λείπει από 700 φαρμακεία, προκειμένου ο ΕΟΦ να προχωρήσει σε ελέγχους προς τις εταιρίες ή τους συνεταιρισμούς που (δεν)τροφοδοτούν με φάρμακα την αγορά.
«Παροδική έλλειψη ενός φαρμάκου δεν υφίσταται. Διότι το φάρμακο είναι αγαθό που κανείς δεν έχει την πολυτέλεια να το περιμένει. Ειδικά οι σοβαρά πάσχοντες» υπογραμμίζει ο κ. Λουράντος.