Η Κομισιόν έχει σχεδιάσει μια νέα ντιρεκτίβα για την διάσωση των τραπεζών, η οποία δημιουργεί τη νομική βάση για μελλοντικές διασώσεις εντός της ΕΕ. Ενώ στα λόγια τηρεί την αρχή της συνυπευθυνότητας των μετοχών και των πιστωτών, το συγκεκριμένο draft απέχει πολύ από το να προστατεύει τους φορολογούμενους της Ευρώπης και ίσως τους κοστίσει δισεκατομμύρια ευρώ.
Τώρα, ενισχύονται οι φόβοι ότι το λόμπινγκ των τραπεζών πιθανότατα θα κάνει την κατάσταση ακόμα χειρότερη.
Τα σχέδια για την τραπεζική ένωση μάλλον θα αποδειχθούν ένα ακόμα μεγάλο βήμα προς την κατεύθυνση της μεταφοράς επικίνδυνου ιδιωτικού χρέους στους δημόσιους ισολογισμούς, γεγονός που ευχαριστεί τις Αγορές και πιθανόν εξηγεί την εμπιστοσύνη που αυτές δείχνουν.
Η ΕΚΤ έχει ήδη προσφέρει έξτρα πίστωση για αναχρηματοδότηση -της τάξεως των 900 δισ. ευρώ- σε εμπορικές τράπεζες κρατών που επλήγησαν περισσότερο κατά την διάρκεια της κρίσης, όπως καταγράφεται στο σύστημα πληρωμών της, γνωστό ως Target. Αυτές οι τράπεζες ως αντάλλαγμα προσέφεραν στην ΕΚΤ χαμηλής ποιότητας collateral με αναμφισβήτητα ανεπαρκή έκπτωση, με βάση τον ρίσκο.
Η κεντρική τράπεζα τώρα είναι στην ίδια θέση με τους ιδιώτες επενδυτές. Εγγυάται την επιβίωση των τραπεζών φορτωμένη με τοξικά χρέη από τη στεγαστική πίστη και κράτη. Έτσι, η ηρεμία είναι τεχνητή. Εν τέλει, η ΕΚΤ υπονομεύει την λειτουργία κατανομής των κεφαλαιακών αγορών, μεταφέροντας παθητικό και ευθύνη από τις Αγορές προς τις κυβερνήσεις.
Ο μηχανισμός ESM και η τραπεζική ένωση ζητούν άραγε περισσότερα από τους ιδιώτες; Αν ναι, δεν πλησιάζουν καθόλου τον στόχο. Τα σχέδια για την προστασία των επενδυτών από τις συνέπειες των λανθασμένων αποφάσεων που έλαβαν οι τελευταίοι προωθούνται ακόμα περισσότερο. Πάρτε για παράδειγμα τη διαδικασία bail-in (σ.σ. διάσωση με συμμετοχή και ανάληψη ζημιών από τους ιδιώτες πιστωτές), που προτείνει η Κομισιόν ως μέρος του σχεδίου τραπεζικής ενοποίησης. Αυτά τα σχέδια «θα μεγιστοποιήσουν την αξία των απαιτήσεων των πιστωτών, θα βελτιώσουν την εμπιστοσύνη των Αγορών και θα καθησυχάσουν τους αντισυμβαλλόμενους».
Το bail-in για τους πρωτεύοντες (senior) πιστωτές αποκλείεται ρητά έως τον Ιανουάριο του 2018, «προκειμένου να καθησυχαστούν οι επενδυτές». Αλλά αν οι πιστωτές των τραπεζών προστατεύονται από το ρίσκο του bail-in, κάποιος άλλος πρέπει να σηκώσει το επιπλέον βάρος των ζημιών. Αυτός θα είναι ο Ευρωπαίος φορολογούμενος, που βρίσκεται πίσω από τον ESM.
Οι ζημίες που θα πρέπει να καλυφθούν θα είναι τεράστιες. Το συνολικό χρέος των τραπεζών που είναι εγκατεστημένες στις έξι χώρες που επλήγησαν περισσότερο από την κρίση φθάνει τα 9,4 τρισ. ευρώ. Το συνολικό χρέος των κρατών αυτών αντιστοιχεί σε 3,5 τρισ. ευρώ. Ακόμα και ένα μικρό κομμάτι από το τραπεζικό χρέος θα είναι τεράστιο, αν συγκριθεί με τη δυνατότητα απορρόφησης ζημιών του ESM.
Είναι πολύ πιθανόν να δούμε αυτή η προβληματική αρχιτεκτονική να προκαλεί τα ακόλουθα προβλήματα στην ευρωζώνη:
Πρώτον, η διαγραφή ζημιών που επιβλήθηκαν στους φορολογούμενους θα αποσταθεροποιήσει τις ισχυρές χώρες. Η πρόταση για διασπάσεις τραπεζών δεν είναι ένα τείχος προστασίας, αλλά ένα τούνελ φωτιάς που θα επιτρέψει στις φλόγες της κρίσης χρέους να κάψουν και τους υπόλοιπους ευρωπαϊκούς κρατικούς προϋπολογισμούς.
Δεύτερον, επιβάλλοντας επιπλέον βάρη στους φορολογούμενους, θα τροφοδοτήσει υπάρχουσες δυσαρέσκειες. Η διαμάχη μεταξύ πιστωτών και δανειστών συνήθως λύνεται με αστικούς νόμους. Η Ε.Ε. τώρα προτείνει να αναβαθμιστεί το ιδιωτικό πρόβλημα μεταξύ πιστωτή και δανειστή σε κρατικό επίπεδο, κάνοντας τις χώρες μέρος μιας δημόσιας αντιπαράθεσης μεταξύ τους. Αυτό θα υπονομεύσει την ευρωπαϊκή συναίνεση και θα αναπαραγάγει τις αρνητικές εμπειρίες που έζησαν οι ΗΠΑ με τις αρχικές κινήσεις αμοιβαιοποίησης χρέους.
Τρίτον, η ιδιοκτησία ενεργητικού στις τράπεζες τείνει να γίνει ιδιαίτερα συγκεντρωμένη μεταξύ των πλουσιότερων οικογενειών της κάθε χώρας. Με το να μην επιβάλεις ζημίες (bail-in) σε αυτές τις οικογένειες οδηγείς σε έναν γιγαντιαίο «αρνητικό» φόρο, από τον οποίο επωφελούνται οι πλούσιοι ανά τον κόσμο σε βάρος των Ευρωπαίων φορολογούμενων, των κοινωνικών μεταβιβάσεων και των συνταξιούχων.
Τέταρτον, οι κρατικές εγγυήσεις θα μειώσουν τεχνητά το κόστος χρηματοδότησης των τραπεζών. Αυτό όχι μόνο θα διατηρήσει έναν διογκωμένο τραπεζικό τομέα, αλλά επίσης θα διαιωνίσει τις επικίνδυνες δραστηριότητες των τραπεζών. Μια τόσο εσφαλμένη κατανομή κεφαλαίων θα επιβραδύνει την ανάκαμψη και τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη.
Τον Ιούλιο περίπου 500 Γερμανοί οικονομολόγοι έγραψαν στην καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ για να διαμαρτυρηθούν ενάντια στην προστασία του τραπεζικού χρέους. Αλλά η πρόταση για το ευρωπαϊκό σύστημα τραπεζικής διάσωσης υπερβαίνει και τους χειρότερους φόβους τους.
Μια κεντρική εποπτική Αρχή και μια Αρχή για τη διάσπαση τραπεζών είναι απαραίτητες προκειμένου να αντιμετωπιστεί η τραπεζική κρίση. Οι Αρχές, όμως, δεν χρειάζονται χρήματα για να προχωρήσουν αυτές τις διαδικασίες. Αντίθετα, η διάσωση τραπεζών πρέπει να είναι θέμα δεσμευτικών κανόνων για την «εξαφάνιση» των μετόχων και τα bail-in’s των πιστωτών, αν η μείωση της αξίας του ενεργητικού μιας τράπεζας αναλώσει το μετοχικό κεφάλαιο ή περισσότερο.
Αν επιτραπεί στα τραπεζικά λόμπι να υπερισχύσουν και περάσουν οι προτάσεις της Κομισιόν από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο χωρίς ουσιαστική αναμόρφωση, οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι και οι πολίτες θα αντιμετωπίσουν ένα ακόμα μεγαλύτερο βουνό κρατικού χρέους και μία δεκαετία οικονομικής υποχώρησης.