Πονοκέφαλο έως και… ημικρανία προκαλεί στο μέγαρο Μαξίμου η προφανής αδυναμία των φορολογουμένων να αντεπεξέλθουν στις οικονομικές τους υποχρεώσεις
Η Σύνοδος Κορυφής της Ε.Ε. και τα θετικά αποτελέσματα για την χώρα μας, επιβεβαίωσε μια παραδοχή ορισμένων έμπειρων υπουργών: Η κυβέρνηση κερδίζει στα μεγάλα θέματα, αλλά χάνει στην οικονομία και την καθημερινότητα των πολιτών.
Η επιδείνωση στα οικονομικά των «νοικοκυριών» τρομάζει το μέγαρο Μαξίμου και κυριαρχεί η αγωνία για το κίνημα «δεν έχω να πληρώσω», αλλά και για την προοπτική μιας ιδιότυπης «στάσης πληρωμών» των πολιτών.
Τα μηνύματα που φθάνουν από κάθε γωνιά της χώρας στο μέγαρο Μαξίμου είναι αποκαρδιωτικά: Υπουργοί, υφυπουργοί, βουλευτές και στελέχη, μεταδίδουν μια αρνητική εικόνα και μιλάνε για την απογοήτευση που εκφράζουν οι πολίτες για την οικονομική κατάσταση την οποία μάλιστα προβλέπουν ότι θα επιδεινωθεί στο μέλλον.
Παρά το γεγονός ότι αλλάζει η εικόνα της χώρας στο διεθνές περιβάλλον και κλείνουν ορισμένα μέτωπα, εντούτοις οι πολίτες αισθάνονται ότι η ζωή τους υποβαθμίζεται -με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Και αυτό το κλίμα δεν αλλάζει, παρά τις όποιες δημοσκοπήσεις εμφανίζουν τη ΝΔ να είναι μπροστά με… βραχεία κεφαλή του ΣΥΡΙΖΑ, αφού κυριαρχεί ο έντονος σκεπτικισμός της κοινής γνώμης για την πορεία της οικονομίας, την ακρίβεια στις τιμές αγαθών και προϊόντων, την ανεργία, τη δραματική κατάσταση στον χώρο της υγείας, κ.ά.
Ο προβληματισμός είναι έντονος στο μέγαρο Μαξίμου, καθώς υπάρχει μεγάλη υστέρηση στα έσοδα -μια εξέλιξη, που μπορεί να τινάξει στον αέρα τα πάντα. Εξάλλου τρομάζει το πρωθυπουργικό επιτελείο το ενδεχόμενο, εάν καταγραφούν σημαντικές αποκλίσεις το επόμενο διάστημα, να κληθεί η κυβέρνηση να λάβει νέα επώδυνα μέτρα.
Αυτή η προοπτική ξορκίζεται από τον πρωθυπουργό, καθώς τόσο ο ίδιος όσο και οι άλλοι δυο κυβερνητικοί εταίροι, οι πρόεδροι του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ, Ευάγγελος Βενιζέλος και Φώτης Κουβέλης αντίστοιχα, γνωρίζουν ότι οι βουλευτές τους δεν θα μπορέσουν να ψηφίσουν νέα επιδείνωση της κατάστασης των πολιτών.
Αυτό το ζοφερό εγχώριο κλίμα, που δεν αλλάζει εύκολα, περιορίζει και την όποια πολιτική κεφαλαιοποίηση ενεργειών του Πρωθυπουργού, που ξεφεύγουν ορισμένες φορές από τα στενά κομματικά όρια.
Η διαθεσιμότητα φέρνει έκρηξη
Η κατάσταση είναι οριακή και ο Αντώνης Σαμαράς έχει μπροστά του ένα «βουνό» από προβλήματα: από τους αγρότες που επιμένουν και κλιμακώνουν τις κινητοποιήσεις τους, έως τη διαθεσιμότητα 25.000 δημοσίων υπαλλήλων, ενώ η τρόικα ζητάει απευθείας απολύσεις.
Ο πρωθυπουργός που συνάντησε τον υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης, κ. Αντ. Μανιτάκη το μεσημέρι του περασμένου Σαββάτου για να συζητήσουν το χρονοδιάγραμμα για τη μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων, δεν έχει μόνο να αντιμετωπίσει την τρόικα, αλλά και την αντίδραση των εταίρων του.
Ενδεικτικά ο κ. Κουβέλης αντιδρά (το είπε και στη χθεσινή του συνέντευξη στην Ελευθεροτυπία) και θέτει βέτο για πιθανές απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων, δημιουργώντας νέα δεδομένα για τους σχεδιασμούς του Μεγάρου Μαξίμου.
Η προοπτική διαθεσιμότητας τόσο μεγάλου αριθμού δημοσίων υπαλλήλων που κατά την τρόικα θα απολυθούν αργότερα, δεν αποκλείεται να είναι το φυτίλι που μπορεί να προκαλέσει την κοινωνική έκρηξη.
Τελειώνει η περίοδος χάριτος
Στο Μέγαρο Μαξίμου εκτιμούν ότι οι μεγάλες καταιγίδες είναι μπροστά και μάλιστα θα είναι και ανοιξιάτικες, αφού πολλά μέτωπα είναι ανοικτά.
Τα δύσκολα δεν έρχονται πλέον από το εξωτερικό, αλλά το βασικό είναι το κυρίαρχο αίσθημα της «αβεβαιότητας» για τα μελλούμενα, που αποκαλύπτει τις ανησυχίες του Πρωθυπουργού.
Δεν είναι τυχαίο, ότι ο όρος «αβεβαιότητα» διαπερνά το σύνολο των κυβερνητικών σχεδιασμών και η «ρητορική της ασφάλειας» που προτιμάται πολλές φορές, δεν αποτελεί ασφαλή διέξοδο από τα προβλήματα.
Εξάλλου, τα προμηνύματα δεν είναι ευχάριστα, όπως δεν είναι ευχάριστο ότι πολλοί πολίτες αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, στοιχείο που μπορεί ν δημιουργήσει ανεπανόρθωτη ζημιά.
Ιδιαίτερα κρίσιμο για την κυβέρνηση, είναι ότι η περίοδος χάριτος των πολιτών που δόθηκε «απλόχερα» μετά τις εκλογές της 17ης Ιουνίου του 2012, αρχίζει να εξαντλείται με μεγάλη ταχύτητα.
Πολλοί στο υπουργικό συμβούλιο αρχίζουν να το συνειδητοποιούν και στέλνουν τα σχετικά μηνύματα στο Μέγαρο Μαξίμου να προετοιμαστεί για τα χειρότερα.
Και αυτό, διότι εκτιμάται, ότι υπό αυτές τις άσχημες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες, η κυβέρνηση, αναμένεται να βρεθεί σύντομα αντιμέτωπη με απεργίες, διαδηλώσεις και αξιώσεις που δεν μπορεί να ικανοποιήσει.
Δοκιμάζονται οι κυβερνητικές αντοχές
Σε αυτό το κλίμα, και παρά το γεγονός ότι υπάρχει ταύτιση απόψεων σε πολλά θέματα μεταξύ των τριών πολιτικών αρχηγών που στηρίζουν την κυβέρνηση, όπως φάνηκε από την πρόσφατη σύσκεψή τους, κατά καιρούς δοκιμάζονται οι σχέσεις τους.
Αφορμή για να δοκιμαστεί η κυβερνητική συνοχή, αποτέλεσε το αποκαλυπτικό δημοσίευμα του Βήματος της Κυριακής, σύμφωνα με το οποίο η κυβέρνηση είναι έτοιμη να προχωρήσει σε διάλογο με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις προκειμένου μέσα στο επόμενο διάστημα να προωθήσει ένα πλαίσιο αλλαγής του συνδικαλιστικού νόμου μέχρι το τέλος του 2013.
Η αντίδραση ήταν άμεση, όχι μόνο, όπως αναμενόταν από την αντιπολίτευση, αλλά και από το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ, που αναφέρθηκαν με νόημα, στην προγραμματική συμφωνία που συμφώνησαν το περασμένο καλοκαίρι και υπενθύμισαν ότι η κυβέρνηση είναι τρικομματική και όχι μονοκομματική.
«Ο κ. Βρούτσης όπως και άλλοι υπουργοί, στελέχη της Ν.Δ., θα πρέπει να καταλάβουν ότι δεν προωθούν το πρόγραμμα του κόμματός τους, αλλά το πρόγραμμα της κυβέρνησης συνεργασίας», αναφέρει το ΠΑΣΟΚ.
Αιχμηρός ήταν και ο υπεύθυνος προγράμματος της ΔΗΜΑΡ Δημήτρης Χατζησωκράτης που είπε: «Από ποια προγραμματική συμφωνία, από ποιες προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης αντλεί το δικαίωμα ο υπουργός Εργασίας για να ανοίξει συζήτηση για τροποποίηση του συνδικαλιστικού νόμου 1264/82 για αλλαγές στον τρόπο λήψης απόφασης για απεργία (το περίφημο άρθρο 4 του Γ. Αρσένη), για επαναφορά της ανταπεργίας (λοκ αουτ) και για καθορισμό της οργάνωσης και δομής των συνδικαλιστικών οργανώσεων;».