Η κυβέρνηση της πολιτείας της Βικτόριας, στην Αυστραλία, αποφάσισε να βάλει τέλος στο θανατηφόρο συνδυασμό «πίνω και οδηγώ», με μία νέα τεχνολογική καινοτομία.
Με απόφαση της κυβέρνησης, όσοι οδηγοί συλλαμβάνονται να έχουν καταναλώσει αλκοόλ άνω του 0.5% θα υποχρεώνονται, με δικά τους έξοδα, να τοποθετούν μια συσκευή στο αυτοκίνητό τους, η οποία μπλοκάρει τον κινητήρα του για να μην ξεκινήσει. Η συσκευή αυτή κοστίζει 1.000 δολάρια Αυστραλίας, ενώ κάθε χρόνο περίπου 17.000 οδηγοί στη Βικτόρια συλλαμβάνονται να έχουν καταναλώσει αλκοόλ πάνω από το νόμιμο όριο.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση, το 83% των πολιτών είναι υπέρ του μέτρου αυτού για να περιοριστούν τα τροχαία δυστυχήματα. Το σύστημα αυτό, που τοποθετείται στο κλειδί του αυτοκινήτου, αντιλαμβάνεται αν ο οδηγός έχει πιει παραπάνω από το κανονικό και αυτομάτως μπλοκάρει τον κινητήρα για να μην ξεκινήσει.
Ένας ηλεκτρονικός αισθητήρας αναλύει την αναπνοή του οδηγού μόλις καθίσει στο κάθισμά του (χωρίς να χρειάζεται να φυσήξει μέσα σε μια συσκευή, όπως αυτή που χρησιμοποιεί σήμερα η Τροχαία), ενώ άλλοι αισθητήρες, που είναι τοποθετημένοι σε στρατηγικά σημεία, όπως στο τιμόνι και στις κλειδαριές, μετρούν το αλκοόλ στο αίμα με έμμεσο τρόπο, μέσω ανάλυσης του δέρματος.
Αν η ποσότητα αλκοόλ, μέσα από αυτές τις συνδυασμένες αναλύσεις, βρεθεί πάνω από το νόμιμο όριο, η μηχανή του αυτοκινήτου αρνείται πεισματικά να ξεκινήσει. Επιπλέον, το σύστημα αυτό μπορεί να διαθέτει και κάμερα και καταγράφει ηλεκτρονικά πόσες φορές ο οδηγός εντοπίστηκε να έχει υπερβεί το όριο. Τα στοιχεία αυτά χρησιμοποιούνται αργότερα στο δικαστήριο προκειμένου να αποφασίσει η δικαιοσύνη αν ο οδηγός έχει «πάρει το μάθημά του».
Αν κάποιος προσπαθήσει να πειράξει τη συσκευή τότε θα χτυπήσει ο συναγερμός του αυτοκινήτου και θα κλείσει. Για την ώρα το μέτρο εφαρμόζεται μόνο σε κατά συρροή παραβάτες που έχουν συλληφθεί με 0.15 περιεκτικότητα αλκοόλ στο αίμα τους.