Τη μεταρρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα χαρακτήρισε ως απαραίτητο συστατικό για την υπέρβαση της κρίσης η γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) Κριστίν Λαγκάρντ.
Μιλώντας πριν από λίγο στο Economic Club της Νέας Υόρκης η επικεφαλής του ΔΝΤ είπε πως τα καλά νέα είναι ότι μετά από μια περίοδο ιδιαίτερα ευμετάβλητη, οι οικονομικές συνθήκες δείχνουν σημάδια βελτίωσης. Υποστήριξε πως χάρη σε συγκεκριμένες ενέργειες οι κίνδυνοι έχουν μειωθεί σε σχέση με πριν από έξι μήνες, ωστόσο η παγκόσμια ανάπτυξη δεν αναμένεται πολύ υψηλότερη.
«Βλέπουμε νέους κινδύνους. Σε πάρα πολλές χώρες, οι βελτιώσεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές δεν μεταφράζονται σε βελτιώσεις στην πραγματική οικονομία και στις ζωές των ανθρώπων», είπε.
Η ίδια μίλησε για χώρες τριών ταχυτήτων στην παγκόσμια οικονομία: Τις χώρες που τα πάνε καλά, αυτές που είναι σε φάση επιδιόρθωσης των κακώς κειμένων και σε εκείνες που εξακολουθούν να έχουν κάποια απόσταση για να καλύψουν.
«Οι τρεις αυτές ομάδες αντιμετωπίζουν διαφορετικές προκλήσεις, σε μεγάλο βαθμό αλληλένδετες, αλλά μοιράζονται την ανάγκη να εφαρμόσουν πολιτικές που θα επιδιορθώσουν τις συνέπειες της κρίσης και θα αποτρέψουν την υποτροπή», τόνισε.
Η επικεφαλής του ΔΝΤ εστίασε στη μεταρρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα, σε μια πιο ισορροπημένη παγκόσμια ζήτηση και στην μεγαλύτερη έμφαση στην ανάπτυξη, την απασχόληση, αλλά και στην ρευστότητα.
Όπως τόνισε σε πάρα πολλές περιπτώσεις, από τις Ηνωμένες Πολιτείες το 2008 έως την Κύπρο σήμερα, έχει καταδειχθεί ότι η ταχεία επέκταση του τραπεζικού τομέα οδηγεί σε ένα επιχειρηματικό μοντέλο που τελικά αποσταθεροποιεί την οικονομία.
«Το υπερμέγεθες τραπεζικό μοντέλο που αναφέρεται σε ιδρύματα πολύ μεγάλα για να αποτύχουν είναι περισσότερο επικίνδυνο από ποτέ. Πρέπει να φτάσουμε στη ρίζα του προβλήματος με πλήρης και σαφείς κανονισμούς, πιο εντατική και παρεμβατική εποπτεία, καθώς και πλαίσια για την εύρυθμη αναδιάρθρωση τραπεζών», τόνισε.
Στο ίδιο πλαίσιο υποστήριξε πως απαιτείται περισσότερη έμφαση στην παγκόσμια ρύθμιση για την εξυγίανση των τραπεζών. «Η μεταρρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα είναι το πρώτο κυρίαρχο ζήτημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί», ανέφερε.
Αναφερόμενη στη ζώνη του ευρώ τόνισε πως οι ευρωπαίοι πολιτικοί έχουν καταφέρει πολλά κατά το παρελθόν, συμπεριλαμβανομένου του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, του μηχανισμού OMT της ΕΚΤ, του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού για τις τράπεζες και τη συμφωνία για την ελάφρυνση του χρέους της Ελλάδα.
«Θα πρέπει να το επικροτήσουμε αυτό. Δεν είναι εύκολο για τις 17 χώρες να συμφωνήσουν για την εφαρμογή αυτών των μεγάλων πολιτικών πρωτοβουλιών σε ένα σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα», επεσήμανε.
Ταυτόχρονα, σημείωσε πως πρέπει να γίνουν πολλά. Ιδίως στην περιφέρεια, τόνισε πως πολλές τράπεζες βρίσκονται ακόμα σε πρώιμο στάδιο εξυγίανσης, δεν διαθέτουν επαρκή κεφάλαια και έχουν πάρα πολλά επισφαλή δάνεια. Υπογράμμισε δε πως ακόμη και έξω από την περιφέρεια, υπάρχει ανάγκη να συρρικνωθούν οι τραπεζικοί ισολογισμοί, να μειωθεί η εξάρτηση χρηματοδότησης και να βελτιωθούν τα επιχειρηματικά μοντέλα
«Σε όλη την Ευρωπαϊκή περιφέρεια η πιστωτική επέκταση έχει συρρικνωθεί κατά 5% από την έναρξη της κρίσης, το χτύπημα στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, είναι ιδιαίτερα σκληρό. Έτσι, προτεραιότητα είναι να εξυγιανθεί το τραπεζικό σύστημα, να ανακεφαλαιοποιθεί, να αναδιαρθρωθεί και όπου απαιτείται να υπάρξει κλείσιμο τραπεζών», τόνισε χαρακτηριστικά.
Η γενική διευθύντρια αναφέρθηκε και στην ανάγκη για υψηλότερη ζήτηση στις πλεονασματικές περιοχές. «Για τις χώρες της βόρειας Ευρώπης, όπως η Γερμανία, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να κάνει περισσότερα για να τονώσει τις επενδύσεις. Για την Κίνα αυτό σημαίνει να κάνει περισσότερα για να ενισχύσει την κατανάλωση, μια διαδρομή την οποία έχει ήδη ξεκινήσει», σημείωσε ενδεικτικά.
Σύμφωνα με την κ. Λαγκάρντ όλες οι χώρες θα πρέπει να δώσουν περισσότερη έμφαση την ανάπτυξη και τις θέσεις εργασίας. «Με πάνω από 200 εκατομμύρια ανθρώπους χωρίς δουλειά σήμερα, η δημιουργία θέσεων εργασίας αποτελεί επείγουσα προτεραιότητα», σημείωσε και προσέθεσε ότι το βάρος της προσαρμογής θα πρέπει να επιμεριστεί. «Θα πρέπει να προστατεύουν οι άνθρωποι που πλήττονται περισσότερο από την κρίση και η προσαρμογή να είναι όσο το δυνατόν δικαιότερη», επανέλαβε η επικεφαλής του ΔΝΤ .