Τα σχέδια για δημιουργία τραπεζικής ένωσης στους κόλπους της ΕΕ σκοντάφτουν στο… τείχος του Βερολίνου, καθώς η Γερμανία υποστηρίζει ότι η υλοποίησή τους απαιτεί τροποποιήσεις στη Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το Βερολίνο ξεκαθαρίζει, επίσης, ότι στις μελλοντικές τραπεζικές διασώσεις το λεγόμενο «bail in», δηλαδή η συμμετοχή επενδυτών και καταθετών, θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη -κάτι που υποστηρίζουν και οι Βρυξέλλες, περιορίζοντας έτσι αισθητά το ρόλο του μηχανισμού στήριξης.
Οπως προειδοποιούν αναλυτές, οι συνεχείς κωλυσιεργίες σε ζωτικής για την Ευρωζώνη σημασίας θέματα, όπως αυτό της τραπεζικής ένωσης, αλλά και η υιοθέτηση ολοένα και σκληρότερων όρων για τις χώρες που αντιμετωπίζουν χρηματοπιστωτικά και δημοσιονομικά προβλήματα, συνιστά πραγματική απειλή για το μέλλον της νομισματικής ένωσης, καθώς φαίνεται να καθιστά ολοένα και πιο «ελκυστική» την προοπτική εξόδου από αυτήν.
Στην πρόσφατη συνάντηση των Ευρωπαίων υπουργών Οικονομικών στο Δουβλίνο, ο Γερμανός υπουργός, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, υποστήριξε ότι το υφιστάμενο κοινοτικό πλαίσιο δεν επιτρέπει τη σύσταση μίας ενιαίας Αρχής για τη διαχείριση προβληματικών τραπεζών, απορρίπτοντας έτσι το αίτημα χωρών, όπως η Γαλλία και το Λουξεμβούργο, για ταχεία και αποφασιστικά βήματα και αποφυγή κάθε διαδικασίας που θα δημιουργούσε επικίνδυνες καθυστερήσεις.
«Η τραπεζική ένωση έχει νόημα, μόνο εάν υπάρχουν κανόνες για την αναδιάρθρωση και εκκαθάριση των τραπεζών. Εάν, όμως, θέλουμε ευρωπαϊκούς θεσμούς για κάτι τέτοιο, θα χρειαστούμε τροποποίηση της Συνθήκης», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Σόιμπλε σε συνέντευξη που παραχώρησε μετά την ολοκλήρωση του ECOFIN, το Σάββατο.
«Δεν θα μπορέσουμε να κάνουμε κανένα βήμα στη βάση ενός αμφιλεγόμενου, νομικά, πλαισίου. Οποιος επιθυμεί ισχυρότερα βήματα ενοποίησης, θα πρέπει να έτοιμος για την προώθηση θεσμικών αλλαγών στην Ευρωπαϊκή Ενωση και για την ενεργό στήριξή τους», τόνισε, σε μία έμμεση απάντηση προς τον Λουξεμβούργιο υπουργό Οικονομικών, Λικ Φριντέν, ο οποίος λίγο νωρίτερα είχε επισημάνει: «Είναι καθοριστικής σημασίας όλα τα στοιχεία της τραπεζικής ένωσης να συγκροτηθούν όσο το δυνατόν το συντομότερο. Δεν έχει νόημα να έχουμε μηχανισμό εποπτείας, χωρίς να έχουμε παράλληλα ένα ευρωπαϊκό ταμείο εξυγίανσης και εκκαθάρισης και ένα ενιαίο σύστημα εγγύησης καταθέσεων».
Ο κ. Σόιμπλε, εν τω μεταξύ, σημείωσε ακόμη ότι τράπεζες, που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα ρευστότητας, θα πρέπει πρώτα να δέχονται τη στήριξη της χώρας τους, πριν λάβουν την όποια άμεση βοήθεια από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ).
«H εμπλεκόμενη χώρα θα πρέπει να πληρώσει για ένα συγκεκριμένο επίπεδο κεφαλαιοποίησης, πριν καταφύγει στα κεφάλαια του ΕΜΣ», υπογράμμισε, προσθέτοντας: «Πριν, όμως, ακόμη εμπλακεί το κράτος στην ”ιεραρχία των υπόχρεων”, θα πρέπει να συμβάλουν οι ιδιοκτήτες και οι πιστωτές της τράπεζας».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι δηλώσεις του αρμόδιου για τον Χρηματοπιστωτικό Τομέα Ευρωπαίου επίτροπου, Μισέλ Μπαρνιέ, ο οποίος ξεκαθάρισε ότι ο ΕΜΣ θα λειτουργεί μόνο ως ύστατο καταφύγιο. «Πρώτα θα πληρώνουν οι μέτοχοι της τράπεζας, έπειτα οι επενδυτές, άρα και οι ομολογιούχοι.
Εάν αυτό δεν είναι αρκετό, θα χρησιμοποιούνται οι καταθέτες με ποσά άνω των 100.000 ευρώ και στη συνέχεια τα κεφάλαια θα προέρχονται από τα εθνικά ταμεία εξυγίανσης τραπεζών, στα οποία θα συνεισφέρουν όλες οι τράπεζες», εξήγησε ο επίτροπος σε συνέντευξή του στη «Sueddeutsche Zeitung». «Μόνο όταν εξαντληθούν όλες αυτές οι πηγές και λείπουν ακόμη χρήματα, θα έλθει και η σειρά των φορολογουμένων, μέσω του ταμείου διάσωσης», κατέληξε.
Ενιαία εποπτεία
Το σχέδιο για τραπεζική ένωση, φτιαγμένο έτσι ώστε να διασφαλίσει ότι οι ευάλωτες χώρες δεν θα χρειασθεί να αντιμετωπίσουν μόνες τους τα προβλήματα στο χρηματοπιστωτικό τομέα, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα πολιτικά βήματα της Ευρωζώνης για τη σταθεροποίηση του ευρώ και την αποφυγή μελλοντικών τραπεζικών διασώσεων με χρήματα των φορολογουμένων, που όμως «σκοντάφτει» στις ενστάσεις της Γερμανίας.
Σε ένα πρώτο βήμα προς την τραπεζική ένωση, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένεται να αναλάβει, από τον Ιούλιο του 2014, την εποπτεία των τραπεζών της Ευρωζώνης. Στη συνέχεια, θα ακολουθήσει ένα σχέδιο εκκαθάρισης τραπεζών, για το κλείσιμο ή διάσωση προβληματικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και η ανάληψη του σχετικού κόστους. Το τρίτο και τελευταίο βήμα αφορά ένα συνεκτικό πλαίσιο ανά την Ευρώπη για την προστασία των καταθέσεων.
Το Βερολίνο είχε εκφράσει εξαρχής επιφυλάξεις για την τραπεζική ένωση, που θα αποτελούσε το πρώτο βήμα για την απευθείας ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών μέσω του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), με τη Γερμανία να εκφράζει ανησυχίες μήπως καταλήξει να επωμισθεί το οικονομικό βάρος διάσωσης προβληματικών τραπεζών σε άλλες χώρες της Ευρωζώνης. Το Βερολίνο είναι, επίσης, αντίθετο στη θέσπιση ενός κοινού προγράμματος εγγύησης καταθέσεων.
Η κυπριακή υπόθεση
Με αφορμή το πρόγραμμα διάσωσης της Κύπρου και το κούρεμα των ανασφάλιστων καταθέσεων, ορισμένοι αναλυτές διερωτώνται μήπως με την άκαμπτη στάση της και τους σκληρούς όρους που επιβάλλει, απώτερος στόχος της Γερμανίας είναι, ουσιαστικά, να ωθήσει τις δοκιμαζόμενες χώρες-μέλη προς την απόφαση εξόδου από το ευρώ.
«Ο Κύπριος Πρόεδρος, Νίκος Αναστασιάδης, βρίσκεται αντιμέτωπος με έναν ηράκλειο άθλο. Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με την τρόικα, εξέτασε το ενδεχόμενο να εγκαταλείψει η Κύπρος το ευρώ. Στο βαθμό που θα κλιμακώνεται η δημοσιονομική και οικονομική κρίση στο νησί, η συγκεκριμένη διέξοδος θα γίνεται όλο και πιο δελεαστική», σχολιάζει χαρακτηριστικά η εφημερίδα «Luxemburger Wort».