Οι συμβάσεις εργασίας μερικής απασχόλησης, σύμφωνα με τη νομοθεσία, πρέπει υποχρεωτικά να συντάσσονται εγγράφως από τον εργοδότη και τον εργαζόμενο, έκρινε το Β/1 Εργατικό Τμήμα του Αρείου Πάγου, με την υπ’ αριθμ. 465/2010 απόφασή του.
Σύμφωνα με την αρεοπαγιτική απόφαση, η οποία ερμήνευσε τη νομοθεσία (Νόμοι 2639/1998 και 1892/1990), οι συμβάσεις αυτές πρέπει μέσα σε 15 ημέρες από την υπογραφή τους να γνωστοποιούνται στην Επιθεώρηση Εργασίας που είναι η έδρα της επιχείρησης.
Σε αντίθετη περίπτωση, δηλαδή εάν δεν γνωστοποιηθεί στην Επιθεώρηση Εργασίας η σύμβαση μερικής απασχόλησης, αυτομάτως τεκμαίρεται ότι καλύπτει σχέση εργασίας πλήρους απασχόλησης, σύμφωνα με τον Άρειο Πάγο.
Ειδικότερα, η αρεοπαγιτική απόφαση αναφέρει ότι “κατά την κατάρτιση της συμβάσεως εργασίας ή κατά τη διάρκειά της, ο εργοδότης και ο μισθωτός μπορούν με έγγραφη ατομική σύμβαση να συμφωνήσουν, για ορισμένο ή αόριστο χρόνο, ημερήσια ή εβδομαδιαία ή δεκαπενθήμερη ή μηνιαία εργασία, η οποία θα είναι μικρότερης διάρκειας από την κανονική (μερική απασχόληση) και ότι η συμφωνία αυτή, εφόσον μέσα σε 15 ημέρες από την κατάρτισή της δεν γνωστοποιηθεί στην οικεία Επιθεώρηση Εργασίας, τεκμαίρεται ότι καλύπτει σχέση εργασίας με πλήρη απασχόληση”.
Και προσθέτει η δικαστική απόφαση ότι από τη νομοθεσία “συνάγεται ότι για την κατάρτιση της συμβάσεως μερικής απασχολήσεως απαιτείται κατά το νόμο έγγραφος τύπος, ο οποίος είναι συστατικός, η μη τήρηση δε αυτού συνεπάγεται την ακυρότητα του συγκεκριμένου όρου της σχετικής συμβάσεως”.
Κατόπιν αυτών ο Άρειος Πάγος αναίρεσε απόφαση του Εφετείου Αθηνών που είχε κρίνει τα αντίθετα και ανέπεμψε την υπόθεση στο Εφετείο για νέα κρίση.