Δεν ανησυχεί η ΕΚΤ από τις πληθωριστικές πιέσεις. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν πρόκειται να αντιδράσει σε πρόσκαιρα φαινόμενα πληθωριστικών πιέσεων στις αγορές των μελών χωρών της Ευρωζώνης, ανέφερε ο πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας Jean Claude Trichet, σε συνέντευξή του στη Wall Street Journal. «Όσο η άνοδος στις τιμές των αγαθών δεν προκαλεί αύξηση στους μισθούς – δεν παρουσιάζεται δηλαδή συνακολουθία αυξήσεων ή όπως αποκαλείται ένας ”δεύτερος γύρος επιπτώσεων”- τότε δεν υπάρχει και λόγος οποιασδήποτε αντίδρασης, τόνισε μεταξύ άλλων ο κεντρικός τραπεζίτης.
Συγκεκριμένα, ο Jean Claude Trichet, υποστήριξε ότι σε κρίσιμες περιόδους, όπου παρουσιάζονται πληθωριστικές πιέσεις στην αγορά, λόγω της ανόδου των τιμών των αγαθών, όλες οι Κεντρικές Τράπεζες θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικές, ώστε να τερματίζουν την άνοδο των τιμών, πριν αυτή προκαλέσει πιέσεις για αυξήσεις στους μισθούς των εργαζομένων. Η αφορμή για τις παραπάνω δηλώσεις, δόθηκε από τη πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η οποία υπολόγισε για πρώτη φορά τα τελευταία δύο χρόνια, τον πληθωρισμό στην Ευρωζώνη, οριακά πάνω από τον στόχο του 2% και συγκεκριμένα στο 2,2%, τον Δεκέμβριο.
Επιπλέον οι αναφορές Trichet στις έστω και πρόσκαιρες, όπως τις χαρακτήρισε, πληθωριστικές πιέσεις στην Ευρωζώνη, αποτέλεσαν έναυσμα διαμάχης μεταξύ των αναλυτών, για το εάν η ΕΚΤ θα προχωρήσει σύντομα σε αύξηση του κεντρικού της επιτοκίου, προκειμένου να ενισχυθεί η συναλλαγματική δύναμη του ευρώ σε σχέση με το δολάριο. Ωστόσο ο Jean Claude Trichet τερμάτισε άμεσα τις όποιες συζητήσεις αναλυτών και επενδυτών, σημειώνοντας ότι το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ, το οποίο βρίσκεται σταθερό στο ιστορικό χαμηλό του 1% είναι το πλέον κατάλληλο για να αντιμετωπίσει τις όποιες δύσκολες οικονομικές συνθήκες και δεν υπάρχει καμία πρόθεση για αλλαγή πιστωτικής πολιτικής.
Σημειώνεται ότι σημαντικό κομμάτι των πληθωριστικών πιέσεων στην αγορά οφείλεται στον διπλασιασμό σχεδόν της τιμής του πετρελαίου τα τελευταία δύο χρόνια, αύξηση η οποία έχει εκτοξεύσει το ενεργειακό κόστος των επιχειρήσεων. Επιπλέον, οι εργαζόμενοι σε μεγάλες βιομηχανίες στη Γερμανία, στην ισχυρότερη οικονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διεκδικούν αυξήσεις 7% στους μισθούς και αύξηση του εργατικού δυναμικού κατά 6%.