Η αντοχή τους είναι σχεδόν παροιμιώδης, όπως αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι περπατούν πάνω στον πλανήτη εδώ και εκατοντάδες εκατομμύρια χρόνια. Σύμφωνα με επιστήμονες, η μάχη ενάντια στις κατσαρίδες γίνεται όλο και πιο δύσκολη.
Γράφοντας στο Science, οι ερευνητές από το πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας αναφέρουν ότι ορισμένοι πληθυσμοί κατσαρίδων έχουν μάθει να μεταβάλλουν την εσωτερική τους «χημεία», ώστε η γλυκόζη που χρησιμοποιείται σε αρκετές παγίδες να τους φαίνεται πικρή και, κατά συνέπεια, να τις απωθεί.
Οι κατσαρίδες δεν είναι τα μοναδικά έντομα που αναπτύσσουν αντίσταση σε ουσίες, οι οποίες χρησιμοποιούνται για την εξουδετέρωσή τους. Τα περισσότερα αποκτούν την ικανότητα να διασπούν δηλητήρια χωρίς να πεθαίνουν. Οι γερμανικές κατσαρίδες, ωστόσο, τροποποιούν τη συμπεριφορά τους σταματώντας να προσεγγίζουν και να τρώνε το περιεχόμενο των παγίδων.
«Τρώνε οτιδήποτε υπάρχει σε μια κουζίνα, αλλά είναι πάρα πολύ καλές στο να τρώνε πράγματα που προσαρμόζονται σε αυτές», εξήγησε μιλώντας στο LiveScience ο Κόμπι Σαλ, μέλος της ερευνητικής ομάδας του πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας. «Είναι επίσης εξαιρετικές στο να ταυτίζουν οσμές με συγκεκριμένες γεύσεις».
Οι παγίδες συνδυάζουν σάκχαρα με παρασιτοκτόνα, ώστε οι κατσαρίδες να τα τρώνε θεωρώντας πως πρόκειται για γλυκά «σνακ» και να πεθαίνουν επιστρέφοντας στη φωλιά τους. Πριν από 20 χρόνια όμως, εντομολόγοι διαπίστωσαν ότι πολλοί πληθυσμοί γερμανικών κατσαρίδων τα καταφέρνουν θαυμάσια παρά τα δολώματα.
Οι εταιρείες παρασκευής παγίδων άλλαξαν τα σάκχαρα μέσα στις παγίδες, προκειμένου να αποδίδουν καλύτερα, έτσι κανείς μέχρι σήμερα δεν γνώριζε ότι οι κατσαρίδες είχαν αναπτύξει μια τέτοια μέθοδο επιβίωσης.
Οι επιστήμονες κάνουν λόγο για μια ταχεία εξελικτική αλλαγή συμπεριφοράς που ενδέχεται να αποδειχθεί χρήσιμη στους ίδιους και στη βιομηχανία όχι μόνο για τις ενοχλητικές κατσαρίδες, αλλά και για τα επικίνδυνα κουνούπια που μεταφέρουν την ελονοσία.
«Πρόκειται για μια φανταστική ανακάλυψη», δήλωσε στους New York Times ο επικεφαλής του τμήματος εντομολογίας στο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια Ουόλτερ Λιλ, ο οποίος δεν συμμετείχε στη μελέτη. «Ορισμένες φορές η επιστήμη είναι υπέροχη, αλλά δεν ξέρουμε εάν μπορεί να βρει εφαρμογή σε διάστημα 5, 10 ή 100 ετών». Σε αυτήν την περίπτωση, συμπλήρωσε, τα αποτελέσματα της έρευνας μπορούν να έχουν πρακτικά αποτελέσματα πολύ πιο γρήγορα.