Οι παρεμβάσεις από το εδώλιο ήταν αυτές που έδωσαν τον τόνο στη συνεδρίαση της Παρασκευής, στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων, κατά την εξέταση του μάρτυρα Παναγιώτη Βλάχου.
Μετά τον Γιάννη Σμπώκο και τον Νικόλαο Ζήγρα, τον λόγο πήρε ο δικηγόρος Γιώργος Κωνσταντάτος, κατηγορούμενος καθώς βεβαίωσε το γνήσιο της υπογραφής του Σαράντη Μητατσέλη, νεκρού από χρόνια – απώτερος σκοπός της εμφάνισης του Μητατσέλη ως δικαιούχου των εταιρειών Bluebell και P&A Investments ήταν να μπλοκαριστεί το άνοιγμα επίμαχων λογαριασμών στην Ελβετία.
Ο Γ. Κωνσταντάτος, υπό μεγάλη φόρτιση, «απηύθυνε έκκληση» στον Ζήγρα, «να πει την αλήθεια με παρρησία, λεβεντιά και ντομπροσύνη».
«Δεν έχει τη γενναιότητα να πει την αλήθεια. Ότι δηλαδή μου έφερε τα χαρτιά να τα υπογράψω, αποσιωπώντας τα του θανάτου του Μητατσέλη, τον οποίο γνώριζα – μου τον είχε συστήσει το 1998. Τον εμπιστεύθηκα ενστικτωδώς. Και πάει το 2012 και λέει ψευτιές στις εισαγγελείς. Έχω καταστραφεί, κύριε πρόεδρε».
Όταν ήλθε η σειρά του συνηγόρου του Νίκου Καρατζά, ιδιοκτήτη του «Ιανού», να εξετάσει τον μάρτυρα, παρενέβη ακόμη μία φορά ο Ν. Ζήγρας. «Καμία χρηματοοικονομική συνεργασία, ούτε προσωπική επαφή, δεν είχα με τον Καρατζά» είπε, προσθέτοντας ότι ο Άκης Τσοχατζόπουλος είχε αποκλειστική επικοινωνία μαζί του.
Η υπεράσπιση Καρατζά επέμεινε ιδιαίτερα στο γεγονός ότι βάσει του νόμου δεν απαιτείται «πόθεν έσχες» για την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου μη εισηγμένων εταιρειών, καθώς και στο ότι τα χρήματα για την αγορά των μετοχών φαίνονταν να έχουν «νομιμοφανή υπόσταση», καθώς προέρχονταν από τη Noris AE, εταιρεία με «τεκμήριο αξιοπιστίας» καθώς ήταν ελβετική. «Μέρος των χρημάτων φαίνεται να μην έχει παράνομη προέλευση» τόνισε αναφερόμενος στους τόκους τους, και συμπλήρωσε για λογαριασμό του εντολέα του: «Όποιος θέλει να κρύψει κάτι, δεν προβαίνει σε ονομαστικοποίηση μετοχών».
Ο κ. Αλέξης Κούγιας, συνήγορος της Βίκυς Σταμάτη, επιχείρησε από την πλευρά του να αποσυνδέσει τη χρήση πιστωτικής κάρτας της UBS από τον ονομαστικό λογαριασμό της εντολέως του στην ίδια τράπεζα, στην Ελβετία (με καταθέσεις από τον Ζήγρα), λογαριασμό που έχει τη μορφή ασφαλιστηρίου συμβολαίου. Προσπάθησε με άλλα λόγια να τονίσει ότι η σύζυγος Τσοχατζόπουλου δεν διαχειριζόταν τον επίμαχο λογαριασμό.
Ο μάρτυρας ήλθε πάντως σε δύσκολη θέση όταν ο συνήγορος του επιχειρηματία Γιώργου Σαχπατζίδη, κ. Γιάννης Ηρειώτης, του εμφάνισε συμβάσεις για επενδύσεις real estate (σ.σ.: σχετικές με πληθώρα εμβασμάτων, για τα οποία η ανάκριση είναι σε εξέλιξη) τις οποίες αγνοούσε. Έδωσε δηλαδή έμφαση, και ατύπως ερμηνεία, στην επιχειρηματική δραστηριότητα Σαχπατζίδη, διερωτώμενος «γιατί πρέπει να ξέρει κάποιος, που εμφανίζεται στην υπόθεση το 2006-2007, τι έγινε το 1999».
Τι δήλωσε η υπεράσπιση Τσοχατζόπουλου
Το ενδιαφέρον της δίκης στρέφεται τώρα στην εξέταση του κ. Βλάχου από την υπεράσπιση του Α. Τσοχατζόπουλου (σ.σ.: την προσεχή Τετάρτη) και δη από τον κ. Ι. Παγορόπουλο, ο οποίος την Πέμπτη προσκόμισε στο δικαστήριο έγγραφο που δείχνει την επιστροφή ποσού 14,7 εκατ. δολαρίων από την εταιρεία Drumilan στη ρωσική Antey (Tor-M1), επιχειρώντας να καταρρίψει τα περί μίζας και δωροδοκίας.
«Μόνον ο Τσοχατζόπουλος, ο Σμπώκος και ο Παπαντωνίου γνωρίζουν γιατί επεστράφησαν τα λεφτά αυτά» σημείωσε μιλώντας προς τους δημοσιογράφους. Σε σχέση δε με τις παρεμβάσεις Ζήγρα ως προς τον εξάδελφό του, πρώην υπουργό, ο ίδιος αρκέστηκε να σχολιάσει: «Είναι ιερό και αναφαίρετο δικαίωμα κάθε κατηγορουμένου να υποστηρίζει ό,τι θέλει κατά τη διάρκεια της δίκης». Άφησε μάλιστα αιχμές για κ. Βλάχο, υπογραμμίζοντας ότι «τα έγγραφα αυτά (περιλαμβάνονται στη δικογραφία) δεν ελήφθησαν υπόψη. Ο μάρτυς όφειλε για την πληρότητα της ενημέρωσής του να τα γνωρίζει».