Τη διεξαγωγή έρευνας για τη διαπίστωση εγκληματικής αμέλειας σχετικά με την υπόθεση των μυστικών προγραμμάτων παρακολούθησης, που είχε θέσει σε εφαρμογή η Εθνική Υπηρεσία Ασφαλείας (NSA) και τα οποία διέρρευσαν στον Τύπο, ανακοίνωσε ο εκπρόσωπος του Διευθυντή Αντικατασκοπίας Τζέιμς Κλάπερ.
Η είδηση για την διαταγή της εκπόνησης μίας «αναφοράς για εγκληματικές ενέργειες» από την NSA ακολούθησε μετά τους μύδρους που εξαπέλυσε ο Διευθυντής Αντικατασκοπίας για τις «ασυνείδητες αποκαλύψεις» του άκρως απόρρητου προγράμματος συλλογής ηλεκτρονικών δεδομένων PRISM.
Δεν έχει γίνει γνωστό ακόμη πόσο ευρεία πρόκειται να είναι η υπό διεξαγωγή έρευνα από την NSA, όμως ο εκπρόσωπός του γραφείου του Κλάπερ Σον Τέρνερ δήλωσε πως «έχει κατατεθεί το αίτημα για διεξαγωγή μίας έρευνας για εγκληματική ενέργεια».
Η αναφορά που θα συνταχθεί θα κατατεθεί στο υπουργείο Δικαιοσύνης, το οποίο έχει θεσπισμένες διαδικασίες για να διαπιστωθεί εάν μία έρευνα πληροί της προϋποθέσεις. Οι εισαγγελείς δεν εγκρίνουν όλες τις έρευνες, όμως κατά το παρελθόν έχουν εγκρίνει την έρευνα σημαντικών υποθέσεων διαρροών, κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα. Αμερικανοί αξιωματούχοι υποστηρίζουν πως οι διαρροές αναφορικά με τα προγράμματα της NSA είναι τόσο σοβαρές που το υπουργείο Δικαιοσύνης θα εγκρίνει τη διεξαγωγή ερευνών.
Σε ανακοίνωσή του, νωρίτερα χθες, ο Κλάπερ είχε παραδεχθεί την ύπαρξη του προγράμματος PRISM για πρώτη φορά και δήλωσε πως ο στόχος του έχει παρεξηγηθεί από τα μέσα ενημέρωσης. Όπως τόνισε το πρόγραμμα είναι απολύτως νόμιμο, δεν στρέφεται εναντίον Αμερικανών πολιτών και έχει βοηθήσει να αποτραπούν απειλές κατά της χώρας, επεσήμανε., Ο ίδιος πρόσθεσε πως οι αποκαλύψεις που είδαν το φως της δημοσιότητας στις εφημερίδες Ουάσιγκτον Ποστ και τη βρετανική Γκάρντιαν ήσαν πέρα για πέρα νόμιμες και διεξήχθησαν από όργανα που είχε εγκρίνει το Κογκρέσο: «σημαντικές παρερμηνείες» περιέχονται στα πρόσφατα άρθρα, δήλωσε ο ίδιος.
Το πρόγραμμα με την κωδική ονομασία PRISM αποσκοπεί στην παρακολούθηση και καταγραφή της επικοινωνίας ξένων χρηστών του Ίντερνετ, που διαμένουν εκτός των ΗΠΑ, σε εννέα μεγάλους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης, όπως το Facebook.