Καθώς οι ηγέτες της Ένωσης καταφθάνουν οσονούπω στις Βρυξέλες για μια ακόμη σύνοδο κορυφής όπου θα κυριαρχήσει το ζήτημα της οικονομίας, όλο και περισσότεροι οικονομολόγοι και αναλυτές έχουν αρχίσει να αναρωτιούνται μήπως το μοντέλο που προωθείται για την έξοδο από την κρίση -της πανευρωπαϊκής δημοσιονομικής πειθαρχίας και λιτότητας- έχει τελικά τέτοιες παρενέργειες που είτε να καταλήξει αναποτελεσματικό ή να μην υλοποιηθεί μέχρι τέλους.
Το «κύμα λιτότητας» που κατακλύζει από τα τέλη του περασμένου έτους -και κορυφώνεται το 2011- την ευρωζώνη και την ΕΕ, όπως σημειώνει ο Raphael Cotton του Eurointelligence, έχει πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά από άλλα μέτρα λιτότητας που είχαν λάβει χώρα στο παρελθόν, όπως για παράδειγμα, όταν κάποιες χώρες προσπαθούσαν να εκπληρώσουν τα κριτήρια του Μάαστριχτ για να ενταχθούν στην ΟΝΕ.
*Πρώτον, τα προγράμματα δημοσιονομικής πειθαρχίας είναι μακροχρόνια -διαρκούν το λιγότερο μέχρι το 2013- και όχι βραχύβια.
*Δεύτερον, περιλαμβάνουν μέτρα μονίμου χαρακτήρα, όπως είναι οι ρυθμίσεις για τις συντάξεις, που δε θα αναιρεθούν μόλις τιθασευτούν τα ελλείμματα, σε αντίθεση με τα εφάπαξ μέτρα του παρελθόντος, όπως οι έκτακτες φορολογικές εισφορές.
*Και τρίτον, εφαρμόζονται ταυτοχρόνως σε όλες της χώρες της ευρωζώνης και όχι σε μια ή δυο μεμονωμένες, αυξάνοντας τον κίνδυνο αρνητικών επιρροών από μια χώρα σε άλλη.
Όπως υποστηρίζει ο συντάκτης, ο μεγαλύτερος κίνδυνος μιας τέτοιας πολιτικής είναι η στασιμότητα ή και η ύφεση αμέσως μετά τη διστακτική ανάκαμψη (double dip). Άλλωστε, βασική αρχή του Κέυνς (σ.σ.: αυτό το μήνα συμπληρώνονται 75 χρόνια από την έκδοση του βιβλίου του) είναι πως κάθε περικοπή κρατικών δαπανών και κάθε αύξηση φορολογίας λειτουργεί σε βάρος του παραγόμενου προϊόντος (ΑΕΠ), μια αρχή που η πολιτική ηγεσία στην Ευρώπη επιλέγει συνειδητά να αγνοεί, προκρίνοντας τη δημοσιονομική πειθαρχία.
Ακόμη, όμως, κι αν θεωρηθεί ότι η επιλεγμένη οικονομική «συνταγή» είναι η ενδεδειγμένη, ουδείς εγγυάται πως οι πολιτικές ηγεσίες θα είναι συνεπείς μέχρι τέλους στην εφαρμογή της, καθώς όλες υπόκεινται στην κρίση του εθνικού εκλογικού τους σώματος.
Αυτό έχει ιδιαίτερα μεγάλη σημασία στην περίπτωση της Γαλλίας, που βρίσκεται προ εκλογών για την προεδρία το 2012 κι αποτελεί βασικό παράγοντα διαμόρφωσης της κοινοτικής πολιτικής, αλλά και των αλλεπάλληλων περιφερειακών εκλογών που έχει φέτος η Γερμανία, κι οι οποίες αναμένεται να κρίνουν τις γενικές εκλογές του 2013. Στην Ιρλανδία, εξάλλου, ήδη η κυβέρνηση κατέρρευσε λόγω της κρίσης -και της συνεπαγόμενης λιτότητας- κι οι εκλογές θα διεξαχθούν στα τέλη του μηνός.
Είναι, λοιπόν, λογικό να υποθέσει κανείς πως στην περίπτωση που συσωρευθεί στο εκλογικό σώμα η κόπωση από τη λιτότητα, οι πιέσεις προς τις πολιτικές ηγεσίες μπορεί να οδηγήσουν σε αντίστοιχη χαλάρωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, παρά τις δεσμεύσεις προς τις Βρυξέλες.
Τον κίνδυνο από την «υπερβολική λιτότητα» επεσήμανε κι ο νομπελίστας Γιόζεφ Στίγκλιτς, μιλώντας σε συνέδριο επενδυτών στη Μόσχα, όπου διαπίστωσε πως ήδη υπάρχουν συνέπειες επιβράδυνσης της ανάπτυξης. Παραδεχόμενος ότι τα προγράμματα δημοσιονομικής πειθαρχίας ήταν απαραίτητα για κάποιες χώρες, όπως η Ελλάδα και η Ιρλανδία, θεώρησε πως σε άλλες χώρες, όπως η Βρετανία, είναι «υπερβολικά».
Οι παραπάνω επιφυλάξεις κι αμφιβολίες είναι που κάνουν τους σκεπτικιστές της λιτότητας να υποστηρίζουν πως «η Ιστορία δεν έχει αποφανθεί περί της ορθότητας» της πολιτικής που ακολουθείται. Και κατά πάσα πιθανότητα δε θα αποφανθεί πριν από το 2013…