Η υπόθεση παρακολούθησης ευρωπαϊκών οργάνων και εθνικών αντιπροσωπειών ευρωπαϊκών χωρών από τις ΗΠΑ απασχολεί σήμερα το σύνολο του γαλλόφωνου βελγικού Τύπου.
Η εφημερίδα Le Soir δημοσιεύει αφιέρωμα υπό το γενικό τίτλο «Ανήμπορη η Ευρωπαϊκή Ένωση απέναντι στους κατασκόπους», στο οποίο επισημαίνεται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση επιμένει να παραμένει ανοχύρωτη παρά τα σκάνδαλα παρακολούθησης που έχουν έρθει στην επιφάνεια τα προηγούμενα χρόνια: Echelon (1998) και παρακολούθηση της έδρας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (2003).
Οι συντάκτες της Le Soir σημειώνουν ότι πριν από περίπου δέκα χρόνια ανακαλύφθηκαν –εντελώς τυχαία, σύμφωνα με πηγές- τέσσερα παράξενα «μαύρα κουτιά» σε καμπίνες διερμηνείας στο κτίριο Justus Lipsius το οποίο αποτελεί την έδρα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Για το θέμα δεν ενημερώθηκαν οι βελγικές αρχές παρά μόνο οι υπηρεσίες των χωρών που παρακολουθούνταν (Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία, Βρετανία και Αυστρία) δεδομένης της απουσίας αρμόδιας ευρωπαϊκής υπηρεσίας. Την εποχή εκείνη δεν υπήρχε κανένα πρωτόκολλο συνεργασίας μεταξύ του Βελγίου και της Ένωσης και η ίδια η έρευνα ήταν πρόχειρη: παρέμβαση του IBPT (Βελγικό Ινστιτούτο ταχυδρομικών υπηρεσιών και τηλεπικοινωνιών), έλεγχος των εγκαταστάσεων και εντοπισμός μικροφώνων από το βελγικό στρατό. Δέκα χρόνια αργότερα, το θέμα θεωρείται δικαστικά λήξαν, δεν υπάρχουν ένοχοι αλλά κυρίως συνεχίζει να μην υπάρχει πρωτόκολλο συνεργασίας. Αν αύριο εντοπιστεί ένα ύποπτο μικρόφωνο, θα υπάρξει ακριβώς η ίδια αντιμετώπιση, σχολιάζουν οι συντάκτες.
Επιπλέον, «κάθε ευρωπαϊκό όργανο εργάζεται μόνο του. «Οι ταξινομημένες πληροφορίες προστατεύονται καλά, αλλά σε ό,τι αφορά τις ευαίσθητες μη ταξινομημένες πληροφορίες, η Ευρώπη είναι σουρωτήρι», σχολιάζει πηγή που γνωρίζει τα θέματα ασφάλειας.
Η Le Soir σημειώνει ακόμη ότι το χειρότερο σενάριο είναι και το πιο βέβαιο: όλες οι κόκκινες γραμμές έχουν παραβιαστεί και η κατασκοπεία είναι κοινό μυστικό. Το σκάνδαλο Echelon (1998) έδειξε ότι οι ευρωπαϊκές επικοινωνίες μέσω δορυφόρου είχαν υποκλαπεί από τις ΗΠΑ με τη συνενοχή ενός μέλους της ΕΕ, της Βρετανίας.
Αν και η CIA αρνήθηκε ότι αυτές οι πληροφορίες ήταν χρήσιμες για τις αμερικανικές εμπορικές εταιρείες, ένα άλλο σκάνδαλο – ο φάκελος “Swift”- έδειξε το 2006 ότι οι Αμερικάνοι παρακολουθούσαν και τα ευαίσθητα οικονομικά δεδομένα. «Στις ευρωπαϊκές έδρες στη Νέα Υόρκη και στην Ουάσινγκτον, η αμερικανική κατασκοπεία είναι τόσο προφανής που οι υπάλληλοι αφήνουν τα γραφεία τους και κάνουν τις ευαίσθητες συζητήσεις στα καφέ της περιοχής», σημειώνεται.
Επιπλέον, όπως σχολιάζει η εφημερίδα, η Ένωση έχει διασπαστεί. Είναι αδύνατον να δοθεί κοινή ευρωπαϊκή απάντηση δεδομένου ότι η Βρετανία έχει συμμετάσχει ενεργά στα προγράμματα κατασκοπείας Echelon και Prism ενάντια στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Εξάλλου, «η ιδεολογία περί διαφάνειας που επικρατεί στην Ένωση δεν ευνοεί την κουλτούρα της ασφάλειας», σημειώνει ένας καλός γνώστης των θεμάτων ασφάλειας.
Το αποτέλεσμα είναι ότι τα κράτη συνεχίζουν να πιστεύουν μόνο στις δικές τους ικανότητες και δεν μοιράζονται τις πληροφορίες τους. Τέλος, μέχρι σήμερα η αντικατασκοπεία δεν αποτελούσε για την Ένωση προτεραιότητα. Σήμερα, ωστόσο, η Ένωση έχει σημειώσει πρόοδο μέσω της υιοθέτησης εθνικών στρατηγικών για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο(Enisa), καταλήγει η Le Soir.