Ποιο είναι το πραγματικό θέμα του συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ, που ξεκινά την Τετάρτη και, βάσει της φιλοδοξίας της ηγεσίας του κόμματος, αποσκοπεί στην μετάβαση από το σχήμα των συνιστωσών σε εκείνο των μελών;
Μέχρις ενός σημείου, το ζητούμενο θα εξαντληθεί στα ποσοστά που θα καταγράψουν τους νέους εσωτερικούς συσχετισμούς και ειδικότερα, πόσα «κουκιά» θα μετρήσει ο κ. Αλ. Τσίπρας στην εκλογή του από το συνέδριο ως πρόεδρος του «νέου» ΣΥΡΙΖΑ και τι δυνάμεις θα συγκεντρώσει η Αριστερή Πλατφόρμα και οι λοιπές δυνάμεις της αμφισβήτησης του κ. Τσίπρα, όποιον τρόπο κι αν επιλέξουν για την διεκδίκηση αυτής της καταγραφής.
Πίσω από όλα αυτά όμως θα κρύβεται το πραγματικό πολιτικό ζητούμενο και αυτό δεν θα είναι άλλο, από το τι εναλλακτική λύση προτείνει η αξιωματική αντιπολίτευση και πόσο ρεαλιστική είναι αυτή η πρόταση.
Έπειτα από πολύμηνες προσυνεδριακές συζητήσεις και διαδικασίες, το ερώτημα αυτό είναι εμφανές ότι κατατρύχει πολλά από τα μέλη και τα στελέχη του σχηματισμού που σήμερα βρίσκεται στα κοινοβουλευτικά έδρανα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Και καθώς φαίνεται, δεν συμφωνούν όλοι ως προς τι θα (πρέπει να) συζητηθεί, το πώς θα γίνει αυτό και κυρίως, πώς θα αποφασιστεί στις ψηφοφορίες με τις οποίες θα ολοκληρωθεί η διαδικασία το επόμενο Σαββατοκύριακο.
Από τα όσα κρύβονται ή απλώς υπονοούνται σε συζητήσεις με στελέχη όλων των εσωκομματικών αποχρώσεων, προκύπτει μία βάσιμη εντύπωση ότι πίσω από κάθε συζήτηση και «επίδικο» ζήτημα, εξακολουθούν να ισχύουν όλες οι αναζητήσεις της μεταπολεμικής Αριστεράς: Συμμαχίες, διαχείριση της εξουσίας, τοποθέτηση σε σχέση με τις ξένες δυνάμεις, πρακτικές και στρατηγικές, κ.ο.κ.
Με βάση αυτά, διαφαίνεται πως τα βασικά ζητήματα για τα οποία θα κληθούν όλες οι εσωκομματικές πτέρυγες να απαντήσουν είναι κατά βάση δύο: α) η σχέση του ΣΥΡΙΖΑ με την Ευρώπη και β) οι συμμαχίες.
Ως προς το πρώτο, ο κ. Τσίπρας έσπευσε τις προηγούμενες ημέρες να δώσει κάποιες ενδείξεις των διαθέσεών του. Μίλησε ευθέως για μία στάση πληρωμών στους τόκους της προσεχούς τετραετίας, υπονοώντας ότι με αυτό το ζητούμενο σκοπεύει να προσέλθει στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές εφόσον κληθεί να κυβερνήσει την Ελλάδα. Απέφυγε σε αυτό το πλαίσιο τις μαχητικές διακηρύξεις περί καταγγελιών του μνημονίου και των συμβάσεων, ενώ διάνθισε τις θέσεις του αυτές με τις επισημάνσεις σε συνέντευξή του, ότι δεν σκοπεύει να προχωρήσει σε άλλου Τύπου μονομερείς ενέργειες, παρά μόνον αν εξωθηθεί σε κάτι τέτοιο.
Σύμφωνα με πληροφορίες, τα στοιχεία αυτά του «σχεδίου» του κ. Τσίπρα συζητούνται ήδη σε κάποιους κύκλους στην Ευρώπη και πάντως συνιστούν μία από τις εναλλακτικές δυνατότητες που επεξεργάζονται και υπερατλαντικά κέντρα αποφάσεων.
«Δεν υπάρχει ευρωζωνικός σοσιαλισμός»
Στο ίδια σημείο, η Αριστερή Πλατφόρμα ήδη ετοιμάζεται να αντιπαρατεθεί μαχητικά. Σε αρθρογραφία του των προηγούμενων ημερών ο κ. Π. Λαφαζάνης σπεύδει να σημειώσει μεταξύ των άλλων: «Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα αλλάξει την Ελλάδα με την άδεια, τη συναίνεση ή την ανοχή της Μέρκελ, του Ολάντ, του Όλι Ρεν και του Μπαρόζο, ή του υπερατλαντικού Ομπάμα, (σ.σ. σαφείς αιχμές προς την ηγεσία και τις επιλογές της να συνομιλήσει με κάποιους από τους παραπάνω ή τα αντίστοιχα κέντρα αποφάσεων) παρά μόνο σε σύγκρουση μαζί τους και με τις πολιτικές που εκφράζουν».
Προσθέτει δε ο κ. Λαφαζάνης ότι «η ευρωζώνη δεν αντιπροσωπεύει το τέλος της ιστορίας ούτε μπορεί να υπάρξει ειδικός δρόμος ευρωζωνικού προοδευτισμού και σοσιαλισμού. Η ευρωζώνη δεν συνιστά πεδίο επιλογών αλλά πεδίο εφαρμογής, ανεξάρτητα από το χρώμα των κυβερνήσεων, μονοδιάστατων πολιτικών επιλογών ακραίας και άγριας νεοφιλελεύθερης κατεδάφισης».
Στο ίδιο πλαίσιο προσθέτει πως «η χρηματοδότηση από την ΕΕ και το ΔΝΤ δεν συνιστά “ευεργεσία” αλλά θανατηφόρα θηλιά στο λαιμό της χώρας. Με την τροϊκανή χρηματοδότηση δεν γίνεται ανασυγκρότηση, παραγωγική ανοικοδόμηση, ανάπτυξη και προοδευτικός μετασχηματισμός στον τόπο, παρά μόνο μνημονιακή λεηλασία και καταλήστευση» και τονίζει:
«Αν θέλουμε διέξοδο στη χώρα δεν μπορεί να γίνει με τα λεφτά της τρόικας ούτε με την αποπληρωμή του άδικου και μη βιώσιμου χρέους. Διέξοδος θα υπάρξει δια της άνευ όρων διαγραφής του χρέους με όλα τα δυνατά μέσα, η οποία είναι χίλιες φορές πιο ρεαλιστική και εφικτή από την «τυραννία» των δανειστών. Η χώρα πρέπει να απορρίψει τους τρομοκρατικούς εκβιασμούς του ευρώ και να γίνει κατανοητό ότι δεν έχει ανάγκη την τροϊκανή χρηματοδότηση για να επιβιώσει. Αντίθετα, η κατάργηση των μνημονίων που είναι συνυφασμένα με τις τροϊκανές δόσεις, είναι ο μόνος βιώσιμος και ελπιδοφόρος εναλλακτικός δρόμος που διαθέτουμε και πρέπει να ακολουθήσουμε μέχρι τέλους».
Αιχμές για διασπαστικές τακτικές
Σε μία αντίστοιχου πνεύματος παρέμβαση, υπό τον τίτλο «Αλήθεια ποιος διασπά τον ΣΥΡΙΖΑ;» ο κ. Αντ. Νταβανέλλος, εκπρόσωπος της Διεθνιστικής Εργατικής Αριστεράς και εκ των διαφωνούντων όχι μόνο με την κατάργηση των συνιστωσών αλλά και με κεντρικές πολιτικές επιλογές της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, κατηγορεί την πλειοψηφία έως και για διασπαστικές πρατικές.
Με αφορμή το θέμα των συνεργασιών και την πρόσφατη αναφορά του κ. Π. Τατσόπουλου , ότι δεν θα ήταν ταμπού ακόμη και η συνεργασία με ένα κομμάτι τη ΝΔ, ο κ. Νταβανέλλος επιτίθεται σε στελέχη της πλειψηφίας που θεωρούν «καρικατούρες» τις απόψεις εκείνων που επιμένουν στην προοπτική μιας κυβέρνησης της Αριστεράς και -κατά συνέπεια- επιμένουν στην πολιτική συμμαχιών κυρίως μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ – ΚΚΕ – ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Ο κ. Νταβανέλλος κάνει λόγο για ένα σκόπιμο «παιχνίδι λέξεων» που, όπως επισημαίνει «έχει αρχίσει -πχ από τους τίτλους της Αυγής» και όπου όπως συμπληρώνει «η κυβέρνηση της Αριστεράς συγχέεται μόνιμα με μιαν κάποια κυβέρνηση Εθνικής Σωτηρίας».
Κατά τον κ. Νταβανέλλο, «μέσα στη συγκυρία όπου η κρίση βαθαίνει, όπου οι αστικές πολιτικές δυνάμεις κατατρίβονται, η πίεση από τις καθεστωτικές δυνάμεις για μια κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας (της μιας ή της άλλης μορφής) θα επανέλθει στο προσκήνιο» και «ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει από τώρα να έχει σαφή άποψη με στόχο να αντέξει στην πίεση αυτή και να κατορθώσει να την αντιγυρίσει».
Όπως καταλήγει στην παρέμβαση του ο επικεφαλής της ΔΕΑ, «αυτό σημαίνει ότι το συνέδριό του ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να δώσει καθαρές απαντήσεις, πειστικές για την πλειοψηφία των μελών του και δεσμευτικές για την πολιτική και κοινοβουλευτική ηγεσία του. Αυτό το κρίσιμο ζήτημα επιχειρείται σήμερα να “κρυφτεί” πίσω από τον καπνό που έχει ξεσηκωθεί για τις “συνιστώσες” και πίσω από τις δημαγωγίες για τους “μηχανισμούς” των αριστερών απόψεων που, τάχα, αυτοί (!) απειλούν την εσωκομματική δημοκρατία “των μελών”».