«Μόνο στην Αμερική ένα νεκρό μαύρο αγόρι μπορεί να δικαστεί για τον θάνατό του» έγραψε στο Twitter η αφροαμερικανή συγγραφέας και φωτογράφος Σιρέτα Μακ Φάντεν, σχολιάζοντας την αθωωτική απόφαση του δικαστηρίου της Φλόριδας υπέρ του Τζoρτζ Ζίμερμαν, ο οποίος τον Φεβρουάριο του 2012 πυροβόλησε και σκότωσε τον 17χρονο Τρέιβον Μάρτιν.
Οι έξι ένορκοι – όλες γυναίκες, εκ των οποίων οι πέντε λευκές – έκριναν ότι ο 28χρονος Ζίμερμαν, ο οποίος συμμετείχε σε ομάδα περιφρούρησης της γειτονιάς του, το μόνο που έκανε ήταν να υπερασπιστεί τον εαυτό του: βασίστηκαν εν μέρει στην αμφιλεγόμενη νομοθεσία της Πολιτείας της Φλόριδας περί αυτοάμυνας, γνωστής με τη γενική ονομασία «stand your ground» (ελεύθερη μετάφραση: «υπερασπίσου τον χώρο σου» ή «μην υποχωρείς»).
Ο νόμος, που ψηφίστηκε στη Φλόριδα το 2005, επιτρέπει τη χρήση «θανάσιμης βίας» σε περίπτωση που κάποιος θεωρήσει ότι απειλείται η ζωή ή η ιδιοκτησία του. Τριάντα και πλέον Πολιτείες, κατά κανόνα συντηρητικές, ακολούθησαν έκτοτε το παράδειγμα της Φλόριδας επεκτείνοντας το λεγόμενο «δόγμα του κάστρου» (Castle Doctrine) από το σπίτι στον δρόμο – η χρήση βίας δεν στρέφεται μόνο ενάντια στον εισβολέα σε ιδιωτικό χώρο αλλά και σε κάποιον που κρίνεις ότι σε απειλεί στον δρόμο. Το ότι στην προκειμένη περίπτωση ο αφροαμερικανός έφηβος ήταν άοπλος και τα κίνητρα του Ζίμερμαν «φώναζαν» ρατσισμός δεν φάνηκε να παίζει κανέναν ρόλο στην απόφαση του αμερικανικού δικαστηρίου.
Ο νόμος στη Φλόριδα έχει ως εξής: «Ενα άτομο που δεν εμπλέκεται σε παράνομη δραστηριότητα και δέχεται επίθεση σε οποιοδήποτε σημείο όπου έχει δικαίωμα να βρίσκεται δεν υποχρεούται να οπισθοχωρήσει και δικαιούται να υπερασπιστεί τον χώρο του και να απαντήσει στη βία με βία, συμπεριλαμβανομένης της θανάσιμης βίας, αν εύλογα πιστεύει ότι είναι απαραίτητο να προβεί σε αυτή την ενέργεια προκειμένου να αποτρέψει τον θάνατο ή σοβαρή σωματική βλάβη του ιδίου ή κάποιου άλλου ή να αποτρέψει τη διάπραξη βίαιου εγκλήματος».
Με απλά λόγια: περπατάω στον δρόμο, βλέπω κάποιον που δεν μου αρέσει, διαπληκτίζομαι, τραβάω το όπλο -γιατί πού πας στη Φλόριδα χωρίς το όπλο σου;- και πυροβολώ. Ο νόμος δεν σε υποχρεώνει να αποδείξεις ότι βρισκόσουν σε αυτοάμυνα, μόνο ότι αισθάνθηκες απειλή. Ούτε απαιτεί, όπως ο προηγούμενος νόμος περί αυτοάμυνας, το άτομο που δέχεται την απειλή να οπισθοχωρήσει εφόσον του δοθεί η ευκαιρία: το να σκοτώσεις κάποιον σε έναν διαπληκτισμό δεν χρειάζεται να είναι η τελευταία επιλογή που έχεις. Και αν δεν υπάρχουν αυτόπτες μάρτυρες, όπως συμβαίνει συνήθως, το θύμα εύκολα γίνεται θύτης στα χέρια της υπεράσπισης.
Ο Ζίμερμαν λοιπόν πυροβόλησε τον αφροαμερικανό έφηβο και μετά πήγε σπίτι του. Χρειάστηκαν έξι εβδομάδες μετά το περιστατικό για να προχωρήσουν οι Αρχές στη σύλληψή του. Οι συνήγοροι του Ζίμερμαν δεν χρειάστηκε καν να ισχυριστούν ότι ο πελάτης τους «υπερασπίστηκε τον χώρο του» – μόνο ότι βρισκόταν σε αυτοάμυνα.
Ωστόσο η υπόθεση επιβεβαίωσε την ευκολία με την οποία ο εν λόγω νόμος μπορεί να γίνει το τέλειο εργαλείο αθώωσης κατηγορουμένων σε περιπτώσεις δολοφονιών. Μια έρευνα της αμερικανικής εφημερίδας «Tampa Bay Times» σε 200 υποθέσεις «stand your ground» αποκάλυψε ότι στο 70% των περιπτώσεων η απόφαση του δικαστηρίου ήταν αθωωτική. Η ίδια έρευνα αποκάλυψε ότι το 73% των περιπτώσεων όπου το θύμα ήταν αφροαμερικανικής καταγωγής κατέληξε σε αθωωτική απόφαση, σε αντίθεση με το 59% στις οποίες το θύμα ήταν λευκό.
Μιλώντας ενώπιον μελών της Εθνικής Ενωσης για την Πρόοδο των Εγχρώμων (NAACP) ο αμερικανός υπουργός Δικαιοσύνης Ερικ Χόλντερ καταδίκασε τους νόμους «stand your ground» υποστηρίζοντας ότι «επεκτείνουν με παράλογο τρόπο την έννοια της αυτοάμυνας» και ενθαρρύνουν την «κλιμάκωση βίαιων καταστάσεων».
«Αυτοί οι νόμοι προσπαθούν να φτιάξουν κάτι που ποτέ δεν είχε χαλάσει» σχολίασε. Ο Χόλντερ, ο πρώτος αφροαμερικανός υπουργός Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, είπε ότι όταν ήταν μικρός ο πατέρας του τον είχε συμβουλεύσει να είναι προσεκτικός όταν τον σταματούσε η αστυνομία για έλεγχο. Μετά τη δολοφονία του Τρέιβον ο Χόλντερ αισθάνθηκε ότι έπρεπε να δώσει την ίδια συμβουλή στον 15χρονο γιο του: «Πρόκειται για μια οικογενειακή παράδοση που ήλπιζα ότι δεν θα χρειαζόταν να ακολουθήσω», είπε.