Ελαστικοποίηση του τυπικού πλαισίου αδειοδότησης όχι μόνο των θεάτρων, αλλά και του συνόλου των χώρων όπου συναθροίζεται το κοινό για να παρακολουθήσει οπτικοακουστικές παραστάσεις, επιχειρεί το νομοθετικό πλαίσιο που προτείνει ο δήμος Αθηναίων για τη λειτουργία των χώρων αυτών.
Η νομοθετική πρόταση παραδόθηκε από τον δήμαρχο Αθηναίων Γιώργο Καμίνη στα συναρμόδια υπουργεία Εσωτερικών και Πολιτισμού.
Όπως σημειώνει στην επιστολή του ο κ. Καμίνης, «πλησιάζει η έναρξη της νέας θεατρικής περιόδου. Ο ισχύων αναχρονιστικός νόμος του 1937 πρέπει να τροποποιηθεί, ώστε οι θεατρικές σκηνές και επιχειρήσεις να λειτουργήσουν νόμιμα κατά τη νέα χειμερινή σεζόν».
Όπως σημειώνει ο δήμαρχος Αθήνας, με τη συγκεκριμένη πρόταση μπαίνει ένα τέλος στην πολύχρονη αδράνεια, που συντηρούνταν από την κεντρική διοίκηση και τις προηγούμενες δημοτικές Αρχές, με γνώμονα την ασφάλεια των θεατών και των εργαζομένων, αλλά και τη σημασία που έχουν οι χώροι αυτοί για την καλλιτεχνική έκφραση και τη δημιουργία αλλά και τον ρόλο που διαδραματίζουν στη ζωντάνια του κέντρου της Αθήνας.
Στην ομάδα εργασίας που συνέταξε τη νομοθετική πρόταση, συμμετείχαν εκπρόσωποι του δήμου Αθηναίων, του υπουργείου Πολιτισμού, του Πυροσβεστικού Σώματος και φορέων των θεάτρων και του πολιτισμού.
Όπως σημειώνεται από τον δήμο Αθηναίων, έως σήμερα δεν είχε ασκηθεί καμία ελεγκτική αρμοδιότητα κυρίως σε σχέση με την ασφάλεια των εργαζομένων και του κοινού στους χώρους αυτούς.
Από την ομάδα εργασίας διαπιστώθηκε ότι «σε πολλές περιπτώσεις δεν ήταν πρακτικά εφικτή η έκδοση αδείας λειτουργίας, παρότι θα ήταν δυνατή η τήρηση επαρκών μέτρων για την ασφάλεια εργαζομένων και κοινού, εξ αιτίας είτε των ιδιαιτέρως δύσκαμπτων και αυστηρών διατάξεων που ίσχυαν για τα θέατρα που είναι κατασκευασμένα πριν από το 1988, είτε των διατάξεων για χρήσεις γης που είχαν εκδοθεί για ορισμένα τμήματα του ιστορικού κέντρου του Δήμου Αθηναίων».
Προστίθεται δε ότι «για την αντιμετώπιση της κατάστασης αυτής θεωρήθηκε σκόπιμη η προετοιμασία, από την ομάδα εργασίας, μιας νομοθετικής πρότασης, η οποία θα απλοποιούσε το σύστημα αδειοδότησης των θεατρικών χώρων διατηρώντας, όμως ένα ουσιαστικό επίπεδο ασφαλείας για τους θεατές και το κοινό».
Σοβαρό πρόβλημα στην έκδοση αδειών διαπιστώθηκε για τις περιοχές, για τις οποίες έχουν εκδοθεί προεδρικά διατάγματα (όπως το Μεταξουργείο), που απαγορεύουν χρήσεις που σχετίζονται με συνάθροιση κοινού. «Ωστόσο, η λειτουργία θεατρικών χώρων και άλλων χώρων τέχνης δεν προκαλεί όχληση στους κατοίκους των παραπάνω περιοχών, δεν αλλοιώνει τον αρχιτεκτονικό και αισθητικό χαρακτήρα τους, αλλά αντιθέτως τους δίνει μία νέα ζωτικότητα, της οποίας η διατήρηση είναι κρίσιμη».
Η αδειοδότηση, επισημαίνει το ΑΜΠΕ, αφορά τα πολεοδομικά χαρακτηριστικά όπως και την πυροπροστασία του χώρου και παρέχεται μία φορά. Αντίθετα, ο πυροσβεστικός έλεγχος είναι περιοδικός ανά τριετία, όπως και η πιστοποίηση της τήρησης των σχετικών πολεοδομικών διατάξεων με υπεύθυνη δήλωση του δικαιούχου της άδειας, συνυπογραφόμενη από διπλωματούχο μηχανικό ή με αίτημα ελέγχου προς τη Πολεοδομία. Επίσης, η ευθύνη αδειοδότησης περνά καθαρά στους δήμους με τη συνδρομή της Πολεοδομίας τους και της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας.
Βασική πρόβλεψη είναι ότι η αδειοδότηση μπορεί να χορηγηθεί, εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις ασφαλείας έπειτα από αιτιολογημένη γνώμη για τα μέτρα πυρασφάλειας από την Πυροσβεστική Υπηρεσία.
Τέλος, ο χαρακτήρας της νομοθετικής αυτής πρότασης είναι προσωρινός, καθώς ο πλήρης εκσυγχρονισμός του νομοθετικού πλαισίου, σε συνδυασμό με μία επανεξέταση των κριτηρίων ασφαλείας και την κατάταξη των χώρων αναλόγως των θεατών που μπορούν να παρακολουθήσουν μία παράσταση, είναι μία εργασία που απαιτεί τεχνογνωσία που εκφεύγει των ορίων της ομάδας εργασίας που συνέστησε ο δήμαρχος.