Έξοδο της Ελλάδας από την ύφεση και αύξηση του ΑΕΠ ταχύτερα από την αύξηση του χρέους από το 2014, προβλέπει ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, απορρίπτοντας το ενδεχόμενο νέου «κουρέματος» του χρέους.
«Η Ελλάδα θα μπορούσε ήδη το 2014 να έχει αφήσει πίσω της τα χειρότερα», τονίζει.
«”Κούρεμα” χρέους κάναμε το 2011. Τα κρατικά ομόλογα της Ελλάδας μειώθηκαν από όλους τους μη δημόσιους δανειστές εθελοντικά κατά 53%. Αυτό δεν θα το ξανακάνουμε. Ένα δεύτερο “κούρεμα” χρέους δεν θα υπάρξει», δηλώνει ο κ. Σόιμπλε σε συνέντευξή του στην ηλεκτρονική έκδοση της γερμανικής εφημερίδας «Die Zeit» και προσθέτει ότι «για να μειώσουμε το βάρος χρέους συνολικά, πρέπει το χρέος να αυξάνεται πιο αργά από ό,τι η οικονομική δύναμη και αυτό θα μπορούσε να συμβεί ήδη την επόμενη χρονιά, όταν η χώρα θα βγει από την ύφεση- η Ελλάδα θα μπορούσε τότε ήδη να έχει αφήσει πίσω της τα χειρότερα».
Ο Γερμανός υπουργός αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στις θετικές εξελίξεις του τελευταίου διαστήματος στην Ελλάδα, υποστηρίζοντας ότι το πρόγραμμα που εφαρμόζεται φέρνει αποτελέσματα και αναδεικνύει ως παράδειγμα τον τουρισμό: «Τον περασμένο χρόνο σχεδόν κανείς από τη Γερμανία δεν έκανε διακοπές στην Ελλάδα, διότι η σχέση κόστους- παροχής ήταν πιο συμφέρουσα στην Τουρκία. Τώρα, όμως, πηγαίνουν και πάλι, διότι μεταξύ άλλων, η Ελλάδα μείωσε το κόστος εργασίας κατά 13%», δηλώνει και συνεχίζει: «Βεβαίως οι Έλληνες υποφέρουν, δεν το αμφισβητώ. Λιγότερο οι ελίτ, οι οποίες έφεραν την Ελλάδα σε αυτό το χάλι, περισσότερο ο απλός κόσμος. Η εξυγίανση είναι πάντα δυσάρεστη. Όσο δεν γινόταν κάτι, τόσο χειρότερα. Αλλά (το πρόγραμμα) λειτουργεί: είμαστε σε όλα τα κράτη- μέλη της Ευρωζώνης σε μια καλή πορεία, αλλά και στα κράτη με πρόγραμμα».
Ο κ. Σόιμπλε αποδίδει ακόμη τα προβλήματα στις χώρες που αντιμετωπίζουν κρίση στις λάθος αποφάσεις του παρελθόντος και όχι στην πορεία λιτότητας.
«Οι υψηλότερες απαιτήσεις ως προς την ανταγωνιστικότητα, λόγω του κοινού νομίσματος και η απίστευτη πίεση στο κόστος παραγωγής, λόγω της παγκοσμιοποίησης, δυστυχώς δεν αντιμετωπίστηκαν παντού με σοβαρότητα. Αλλά τώρα γίνονται οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Προκειμένου να γεφυρώσουμε το μεσοδιάστημα, υπάρχουν οι απαραίτητες “ομπρέλες”. Για την καταπολέμηση της ανεργίας των νέων, η ΕΕ διαθέτει έξι δισεκατομμύρια και για αυτό υπάρχουν και διμερή προγράμματα», επισημαίνει, ενώ ειδικότερα για την Ελλάδα τονίζει:
«Η Ελλάδα είχε υψηλά χρέη, δεν ήταν πλέον ανταγωνιστική, δεν είχε πλέον πρόσβαση στις διεθνείς αγορές. Πάνω σε αυτό έπρεπε να αντιδράσουμε. Και όταν τα προβλήματα είναι τόσο σοβαρά όσο στην Ελλάδα, τότε δεν επιτυγχάνεται η αλλαγή μέσα σε έξι μήνες, αλλά μόνο εντός περισσότερων ετών» και διευκρινίζει ότι «τα προγράμματα μεταρρυθμίσεων και οι όροι δεν καταρτίζονται από τη γερμανική κυβέρνηση, αλλά από οικονομολόγους της τρόικας- αυτοί έχουν την τεχνογνωσία και είναι αδιάφθοροι».
Επισημαίνει, τέλος, ότι «οι Έλληνες είχαν δύο φορές τη δυνατότητα να ψηφίσουν σε εκλογές, εάν θέλουν να ακολουθήσουν αυτό τον σκληρό δρόμο των μεταρρυθμίσεων και να παραμείνουν στο ευρώ και κάθε φορά αποφάσισαν να κρατήσουν το ευρώ».