Αναταραχή στους κόλπους της ναυτασφαλιστικής αγοράς έχει φέρει η επιχείρηση ανέλκυσης και ανόρθωσης του κρουαζιερόπλοιου Costa Concordia.
Οι απαιτήσεις της ιταλικής κυβέρνησης, που δεν ήθελαν να κοπεί το 114.000 τόνων πλοίο, για να μην υπάρξει ρύπανση του περιβάλλοντος και απαίτησε να στηθεί η επιχείρηση ανόρθωσης, εκτίναξε το κόστος απομάκρυνσης του πλοίου στα 917 εκατ. δολάρια, ενώ δεν αποκλείεται τελικά να ξεπεράσει και το 1 δισ. δολάρια.
Μάλιστα, το συνολικό ποσό που καταβάλλουν οι ασφαλιστικές εταιρείες για την περίπτωση του Costa Concordia φτάνει το 1,7 δισ. δολάρια, αφού 500 εκατ. δολάρια είναι η αποζημίωση απώλειας του πλοίου και ακόμη 250 εκατ. δολάρια έχουν φτάσει οι υπόλοιπες (εκτός της απομάκρυνσης του πλοίου) απαιτήσεις.
Οι αντασφαλιστές
Η εξέλιξη αυτή έχει οδηγήσει, κυρίως, τους αντασφαλιστές να θέτουν ζήτημα μείωσης του ορίου καταβολής αποζημιώσεων για αστική ευθύνη (εκτός του pollution από πετρελαιοκηλίδες), που φτάνει σήμερα μέχρι και τα 4,5 δισ. δολάρια, στο 1 δισ. δολάρια.
Όπως επισημαίνουν ναυτιλιακοί κύκλοι, ποτέ μέχρι σήμερα δεν είχε φανταστεί η αγορά ότι μπορεί το κόστος απομάκρυνσης ναυαγίου να φτάσει το 1 δισ. δολάρια.
Ωστόσο οι αντασφαλιστές, έχοντας ως δεδομένο ότι τα πλοία -κυρίως τα κρουαζιερόπλοια και τα containerships- γιγαντώνονται, κατανοούν ότι τα ποσά σε περίπτωση μελλοντικού ατυχήματος μπορεί να ξεπεράσουν κάθε όριο, και ζητούν να μειωθεί το όριο κάλυψης αστικής ευθύνης μέχρι το 1 δισ. δολάρια.
Όπως επισημαίνει στη Ναυτεμπορική ο Γιάννης Μποτονάκης, υπεύθυνος ασφαλειών της Chartworld Shipping, εάν τελικά επιβληθεί όριο στην αποζημίωση αστικής ευθύνης στο 1 δισ. δολάρια, δεν θα επηρεαστεί το κόστος ασφάλισης, δεν θα μειωθούν δηλαδή τα ασφάλιστρα.
Μάλιστα, επισημαίνει ότι η ασφαλιστική αγορά έχει ήδη αυξήσει τα τιμολόγιά της προκειμένου να καλύψει, έστω και μερικώς, τα κεφάλαια που απαιτήθηκαν για την απομάκρυνση του κρουαζιερόπλοιου Costa Concordia.
Αντίθετα, σύμφωνα με στελέχη της αντασφαλιστικής αγοράς, εφόσον μια εταιρεία θελήσει να καλύψει για μεγαλύτερα ποσά τα πλοία της, ώστε να μην μπορεί τρίτος να απαιτήσει από την ίδια αποζημιώσεις σε περίπτωση ατυχήματος, θα πρέπει να αναζητήσει στην αγορά και δεύτερη ασφάλεια.
«Η νέα ασφάλεια σημαίνει επιπλέον κόστος, μεγαλύτερο του υφισταμένου, διότι σε αυτή την περίπτωση η κάθε εταιρεία βγαίνει στην αγορά μόνη της», αναφέρει στέλεχος αυτής.
Μια άλλη λύση που ενδεχομένως εξεταστεί είναι και η δημιουργία κάποιων εξειδικευμένων funds που θα καλύπτουν τυχόν επιπλέον απαιτήσεις.
Πάντως, όπως σχολίαζαν στελέχη του κλάδου, το γεγονός ότι οι ασφαλιστές έχουν θέσει ένα τέτοιο ζήτημα δεν σημαίνει αυτόματα και ότι θα πραγματοποιηθεί.
Είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα υπάρξει ισχυρή αντίδραση από τις κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο, αφού σε καμία περίπτωση δεν θα δεχθούν το ενδεχόμενο να μην υπάρξει επαρκής ασφαλιστική κάλυψη (ανασφάλιστος κίνδυνος).