Ένα σκληρό μάθημα επιθυμεί να δώσει η Κυβέρνηση προς όλους όσοι νομίζουν ότι μπορούν να μεταφέρουν τις έδρες των επιχειρήσεών τους στην αλλοδαπή… αβρόχοις ποσί.
Η τροπολογία του Υπουργείου Οικονομικών, που σήμερα κατατίθεται στην Βουλή, σχετικά με την (ουσιαστικά) απαγόρευση της Βιοχάλκο να «απορροφηθεί» από την θυγατρική της του Βελγίου, ακριβώς σε αυτό το πνεύμα βαδίζει: Στο να αποθαρρύνει, δηλαδή, αυτούς που σκέφτονται να μιμηθούν το εγχείρημα του Ομίλου Στασινόπουλου.
Στέλεχος του εν λόγω ομίλου ισχυρίζεται ότι σκοπός αυτού του σχεδίου ήταν απλώς να μπορέσει η εταιρεία να εξασφαλίσει ευκολότερα και κυρίως φθηνότερα τον απαραίτητο για την λειτουργία της δανεισμό, ώστε να εξαλειφθούν οι κίνδυνοι σχετικά με την βιωσιμότητα του ομίλου.
Για τον λόγο αυτόν και η παραγωγική δραστηριότητα της εταιρείας παραμένει στην Ελλάδα, συμπληρώνει. Πώς άλλως θα ήταν δυνατόν να ενταθούν οι εξαγωγές, όταν το λειτουργικό -και κυρίως το ενεργειακό- κόστος.
Έτσι δικαιολογείται, προφανώς, η απόπειρα μεταφοράς της έδρας στις Βρυξέλλες. Να σημειωθεί ότι η Βιοχάλκο θα πρέπει να θεωρείται ως όμιλος διεθνούς επιπέδου, αφού σχεδόν το 85% των εσόδων της προέρχεται από τις θυγατρικές της στο εξωτερικό. Υπό τον όρο αυτής της αναγνώρισης, οι «κάνουλες» των πιστωτών θα παραμένουν ανοικτές προς την εταιρεία. «Στην πραγματικότητα εξαργυρώνουμε την εξωστρέφειά μας για να αποκτήσουμε καλύτερη πρόσβαση σε χρηματοδότηση και με μικρότερο κόστος», λέει χαρακτηριστικά σε συνέντευξή του o Κωνσταντίνος Μπακούρης, πρόεδρος της Σωληνουργεία Κορίνθου και ανώτατο στέλεχος του ομίλου της Βιοχάλκο.
Και συμπληρώνει: «Αυτή τη στιγμή υπάρχουν εργοστάσιά μας που λειτουργούν στο ένα τρίτο της παραγωγικής δυναμικότητάς τους, λόγω έλλειψης ρευστότητας».
Πρόκειται για γενικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει σχεδόν το σύνολο των βιομηχανιών μας, με αποτέλεσμα τα αποθαρρυντικά στοιχεία που γνωστοποίησε η Ένωση Χαλυβουργιών Ελλάδος (ΕΝΧΕ), σχετικά με την πτώση των ελληνικών εξαγωγών. Συγκεκριμένα, οι εξαγωγές μας προς την Αλγερία, που ως ραγδαίως αναπτυσσόμενη οικονομία αποτελεί σήμερα έναν από τους καλύτερες πελάτες για ολόκληρη την Νότια Ευρώπη, σημείωσαν πτώση άνω του 50% κατά το πρώτο εξάμηνο του 2013, σε σχέση με τον όγκο εξαγωγών του αντιστοίχου περυσινού διαστήματος.
Στον αντίποδα, οι Ιταλικές χαλυβουργίες κατάφεραν από το 2010 να τετραπλασιάσουν τις εξαγωγές τους στην Αλγερία, ενώ οι Πορτογαλικές να τις διπλασίασαν. Οι χώρες αυτές, αντίθετα με την Ελλάδα και παρά την οικονομική κρίση, έλαβαν σημαντικά μέτρα μείωσης του ενεργειακού κόστους, θωρακίζοντας τις βιομηχανίες τους. Πρόσφατα η Ιταλία ανακοίνωσε πακέτο μέτρων ύψους 600 εκατ. ευρώ για τη βιομηχανία της, μεταξύ των οποίων και φοροαπαλλαγές για όσες εταιρείες οι ενεργειακές δαπάνες ξεπερνούν το 3% του τζίρου τους.
Πώς λοιπόν η Κυβέρνηση σκοπεύει να αναχαιτίσει αυτό το καταστρεπτικό για την ελληνική Οικονομία «μεταναστευτικό» ρεύμα των επιχειρήσεών μας; Είναι δυνατόν αυτές να υποχρεωθούν σε κατάργηση του λεγόμενου «plan B», που προβλέπει εγκατάλειψη των πατρίων εδαφών προς ανεύρεση σωτήριας λύσης στο εξωτερικό, αν το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης δεν φροντίσει εγκαίρως για την καταστολή του ενεργειακού κόστους των ελληνικών βιομηχανιών;
Όταν μια ιταλική, ισπανική ή γερμανική βαριά βιομηχανία με 24ωρη λειτουργία μπορεί και αγοράζει ρεύμα προς 55 ευρώ την μεγαβατώρα, η αντίστοιχη ελληνική χρεώνεται 70 ευρώ, όπως διαμαρτύρονται οι βιομηχανίες. Στη μέση τάση, όπου έχουμε συνολικά 9.000 επιχειρήσεις, η τιμή κυμαίνεται στα 102-103 ευρώ, έναντι 65 ευρώ των γερμανικών επιχειρήσεων.
Σύμφωνα με την Eurostat, η Ελλάδα διατηρεί την πρωτιά της στην μέση τιμή του φυσικού αερίου με 47,77 ευρώ την μεγαβατώρα, με δεύτερους τους Σουηδούς (46,06 ευρώ), τρίτους τους Κροάτες (45,7 ευρώ), και τέταρτους τους Σλοβένους (44,5ευρώ ). Οι δε μικρές βιομηχανίες φτάνουν να πληρώνουν μέχρι και πάνω από 50 ευρώ την μεγαβατώρα -κάτι που καθιστά την λειτουργία τους δραματικά ασύμφορη.