Ότι προκλήθηκε από τον Παύλο Φύσσα και ότι βρισκόταν σε άμυνα επέμεινε ο Γιώργος Ρουπακιάς κατά την απολογία του ενώπιον του Ανακριτή Διαφθοράς.
Απολογούμενος, ο κατηγορούμενος για τη δολοφονία του 34χρονου μουσικού ισχυρίστηκε ότι διατηρούσε «χαλαρή σχέση με το κόμμα της Χρυσής Αυγής», ισχυρισμός ωστόσο που δεν έγινε πειστικός από Ανακριτή και Εισαγγελέα, οι οποίοι τον έκριναν προφυλακιστέο για την κατηγορία της ένταξης σε εγκληματική οργάνωση.
Σύμφωνα με τον 45χρονο, προσωρινά κρατούμενο ήδη για τον φόνο του μουσικού, το βράδυ της 17ης -18ης Σεπτεμβρίου βρέθηκε στο επίμαχο σημείο της Παναγή Τσαλδάρη στο Κερατσίνι ακολουθώντας ομάδα μελών της Χρυσής Αυγής χωρίς να ξέρει τι είχε συμβεί, πλην του ότι «την πέσανε σε κάποιον δικό μας στο Κερατσίνι». Εκεί, σύμφωνα με τον Γ. Ρουπακιά, ήταν ο Π. Φύσσας που κινήθηκε σε βάρος του απειλητικά μαζί με άλλους. «Φοβήθηκα για τη ζωή μου» υποστηρίζει ο κατηγορούμενος στην απολογία του, όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Σημειώνεται ότι η εκδοχή για όσα συνέβησαν το μοιραίο βράδυ στο Κερατσίνι παρατίθεται από τον Γ. Ρουπακιά ως απάντηση στην ερώτηση του Ανακριτή ότι αφού επικαλείται «χαλαρή σχέση με τη Χρυσή Αυγή», τι ήταν εκείνο που τον ώθησε να ανταποκριθεί σε κλήση άλλων στελεχών ή οπαδών του κόμματος και να συμμετάσχει στο επεισόδιο που κατέληξε στο έγκλημα.
Όπως ισχυρίζεται ο Ρουπακιάς: «Γύρω στις έντεκα τη νύχτα της 17.9.2013 ήμουν στο σπίτι μου, στη Νίκαια και έβλεπα τηλεόραση. Το σπίτι μου βρίσκεται σε απόσταση τεσσάρων περίπου, τετραγώνων από την τοπική οργάνωση της περιοχής. Γύρω στις 11.30 δέχθηκα ένα τηλεφώνημα από τον Γ. Δ. (σ.σ. είναι κατηγορούμενος που αφέθηκε ελεύθερος με απαγόρευση εξόδου από τη χώρα), ο οποίος μου είπε ότι είχε ο ίδιος ένα τηλεφώνημα με το οποίο τον ενημέρωναν να πάει στην τοπική αμέσως. Με ρώτησε αν γνωρίζω κάτι σχετικό και εγώ απάντησα αρνητικά…».
Ο Γ. Ρουπακιάς υποστηρίζει ότι τηλεφώνησε για να δει τί συμβαίνει στους Γιώργο Πατέλη και Ιωάννη Καζαντζόγλου (σ.σ. προσωρινά κρατούμενοι ο πρώτος για εγκληματική οργάνωση και ο δεύτερος για τη δολοφονία Φύσσα), οι οποίοι όμως, όπως σημείωσε, δεν του απάντησαν και έτσι πήρε πίσω τον Γ.Δ. και του είπε να πάει στην τοπική και ότι θα πήγαινε αμέσως και ο ίδιος. Στην τοπική, όπως αναφέρει σύμφωνα με πληροφορίες, ο Γ. Ρουπακιάς είδε 10 με 12 μηχανές στις οποίες επέβαιναν 17-18 άτομα, μεταξύ των οποίων ο Πατέλης, αρχηγός της τοπικής Νίκαιας, ο προαναφερόμενος Γ.Δ., ο Αθ. Τσόρβας, που προφυλακίστηκε χθες αλλά και ο συγκατηγορούμενος του Ι. Καζαντζόγλου, που τον ενημέρωσε πως «την έπεσαν» σε «δικό» τους στο Κερατσίνι. Ο τελευταίος, μάλιστα, όπως λέει ο Γ. Ρουπακιάς, του έδωσε ένα τσαντάκι, μεγάλη θήκη κινητού, να «τη βάλω στη θέση του συνοδηγού για να μην του πέσει επειδή φόραγε μία λευκή φόρμα». Διευκρινίζει αμέσως μετά ο Γ. Ρουπακιάς ότι, ο Καζαντζόγλου «ποτέ δεν μπήκε στο αυτοκίνητο μου, όπως αναληθώς αναφέρεται».
Ο κατηγορούμενος αναφέρει ότι ακολούθησε τις μηχανές με το αυτοκίνητο του χωρίς να γνωρίζει πού πηγαίνουν και ότι είδε στην καφετέρια «Κοράλι» 20 άτομα μαζεμένα μαζί με τον Π. Φύσσα «τον οποίο τότε δεν γνώριζα». Υποστηρίζει ότι μπήκε ανάποδα στην Τσαλδάρη γιατί είδε μία θέση για να παρκάρει:
«Πράγματι, πάρκαρα εκεί, αλλά πριν καλά καλά παρκάρω άκουσα τον Φύσσα, ο οποίος ερχόταν κατά πάνω μου ακολουθούμενος από άλλους, απευθύνοντας σε εμένα τη φράση «έλα εδώ ρε μ..ί» . Ίσως να με είχε διακρίνει νωρίτερα όταν έκανα αριστερά στο Κοράλι μαζί με τις μηχανές και υποχρεωτικά κινήθηκα αργά. Σημειώνω ότι οι μηχανές είχαν ήδη παρκάρει σε διάφορα σημεία του δρόμου και τα άλλα μέλη της ΧΑ είχαν κατευθυνθεί προς το Κοράλι, όπου δεν ξέρω τι έγινε με την ομάδα του Φύσσα, γιατί εγώ έκανα τον κύκλο του τετραγώνου. Άκουσα όμως φασαρία και υποθέτω ότι εντωμεταξύ είχαν συμπλακεί. Βλέποντας λοιπόν έναν δυνατό και ψηλό άντρα ακολουθούμενο από άλλους να έρχεται προς το μέρος μου απειλητικά, φοβήθηκα για τη ζωή μου. Πριν προλάβω να καταλάβω καλά καλά τι συμβαίνει, κάποιος άνοιξε την πόρτα του αυτοκινήτου μου, δεν ξέρω αν ήταν ο Φύσσας ή κάποιος άλλος, και άρχισε να με τραβάει έξω. Κατάλαβα ένα ή δύο ζευγάρια χέρια να με τραβούν βίαια έξω από το αυτοκίνητο. Σε μία υποδοχή δίπλα στις ταχύτητες και δεξιά μου είχα προσωπικά μου αντικείμενα και ένα πτυσσόμενο μαχαίρι (σουγιά) που είχα για αυτοπροστασία. Ενστικτωδώς προσπάθησα να το πιάσω για να αυτοπροστατευτώ. Δυστυχώς, κατάφερα να το πιάσω με το δεξί μου χέρι και μόλις βρέθηκα έξω από το αυτοκίνητο συρόμενος, τυφλά χτύπησα αυτόν που με χτυπούσε. Προηγουμένως όταν βρέθηκα στο πεζοδρόμιο, είχα δεχθεί και συνέχισα να δέχομαι, χτυπήματα στο κεφάλι με γροθιές… Αυτό επιβεβαιώνεται από τις καταθέσεις των αστυνομικών που προσέτρεξαν στο σημείο και θα έπρεπε να καταγράφεται και σε μία ιατροδικαστική έκθεση. Δέχθηκα γροθιές όχι μόνο από τον Φύσσα, αλλά τουλάχιστον από δύο άτομα ακόμα τα οποία δεν γνωρίζω. Όπως προείπα δεν γνώριζα τον Φύσσα ούτε είχα προσωπικές διαφορές με αυτόν. Ήταν ο φόβος, η ταραχή μου και η κακιά στιγμή».
Ο Γ. Ρουπακιάς αποδίδει επίσης στον «πανικό του» και το γεγονός ότι απάντησε αρνητικά στους αστυνομικούς της ΔΙΑΣ που έσπευσαν αμέσως μετά τον φόνο, όταν τον ρώτησαν αν ήταν δικό του το μαχαίρι. Αναφέρεται επιπλέον στις συνθήκες που βρέθηκε μετά τον φόνο στο Τμήμα, όπου του είχε επιτραπεί η χρήση του κινητού του και απομονώθηκε όταν ο ίδιος το ζήτησε μόλις έγινε γνωστό ότι ο Φύσσας ήταν νεκρός.
Στην απολογία του ο Γ. Ρουπακιάς αρνείται την κατηγορία της ένταξης σε εγκληματική οργάνωση και τονίζει πως «ούτε τη Χρυσή Αυγή γνώρισα σαν εγκληματική οργάνωση» αλλά από τα συσσίτια και τις ομιλίες για την Αρχαία Ελλάδα. Είναι μάλιστα κάθετος στο ότι ουδέποτε άκουσε τίποτε περί «ναζισμού» και εθνικοσοσιαλισμού». Αναφέρει ακόμα ότι εισήλθε στο κόμμα «τον Οκτώβριο του 2012» λόγω των αντιμνημονιακών του θέσεων και «από αγάπη για την πατρίδα». Νωρίτερα, όπως υποστηρίζει, δεν είχε καμία σχέση, ενώ αναφέρεται εκτενώς -επιφυλασσόμενος να παραδώσει και φωτογραφίες- στα μαθητικά του χρόνια οπότε λέει ότι «στρατολογήθηκε στο κόμμα του ΚΚΕ» από τα 13 και παρέμεινε «ενεργό στέλεχος της ΚΝΕ μέχρι την ηλικία των 17 ετών».
Τέλος, όπως υποστηρίζει, δεν άκουσε ποτέ για «φυλετική κατωτερότητα», ενώ τα περί «καθαρότητας της φυλής» πίστευε πως αφορούσαν «εάν τυχόν ένας Έλληνας παντρευτεί αλλοδαπό, το παιδί που θα γεννηθεί δεν θα είναι καθαρό».