Την χρηματική ενίσχυση των τραπεζών με «ιδιωτικά» κεφάλαια σχεδιάζει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, ξεκινώντας σε πρώτη φάση (αρχές του 2014) με την περίπτωση της Eurobank, και στην συνέχεια με προσέλκυση κεφαλαίων από ιδιώτες για τις περιπτώσεις των υπολοίπων τριών συστημικών ελληνικών τραπεζών, ώστε αυτές να περιέλθουν πάλι σε ιδιωτικά χέρια.
Έτσι, εξετάζονται ποικίλα σενάρια, προκειμένου η εν λόγω μετάβαση να πραγματοποιηθεί με όσο πιο ελάχιστο κόστος για το ελληνικό Δημόσιο.
Η μέχρι τώρα πρακτική θεωρείται ήδη αναντίστοιχη των συνθηκών που επικρατούν σήμερα, καθώς αυτή εξυπηρετούσε παλαιότερες ανάγκες αύξησης κεφαλαίων που προκλήθηκε από την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Για τον λόγο αυτόν, το ΥΠΟΙΚ προχώρησε σε σύσταση μιας ειδικής επιτροπής που θα ασχοληθεί -με την αρωγή της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) και του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ)- με την τροποποίηση του υπάρχοντος νομοθετικού πλαισίου, σε χρόνο όχι μακρύ, ώστε μέχρι την εκπνοή του τρέχοντος έτους η όλη διαδικασία να έχει καταλήξει στο Κοινοβούλιο και να τύχει έγκρισης.
Κι αυτό επειδή, σύμφωνα με τις ανειλημμένες μνημονιακές υποχρεώσεις της Ελλάδας, εντός των πρώτων μηνών της νέας χρονιάς είμαστε υποχρεωμένοι να προβούμε στην μερική ιδιωτικοποίηση της Eurobank -κάτι για το οποίο θα απαιτηθούν κεφάλαια ύψους δύο δισ. ευρώ.
Επειδή, βέβαια, το περασμένο καλοκαίρι η τράπεζα δεν κατάφερε ν προσελκύσει ικανό ποσό κεφαλαίων από ιδιώτες, ώστε αναγκάστηκε να καλύψει την κεφαλαιακή της «ψαλίδα» με την αρωγή του ΤΧΣ, αν στην επόμενη φάση εισέλθουν νέοι μέτοχοι με τίτλους στην τρέχουσα αποτίμηση (ή ακόμη και πιο χαμηλά), η τράπεζα θα καταγράψει υψηλές ζημιές. Γι’ αυτό ακριβώς και το ΤΧΣ πιέζει προς την κατεύθυνση της τροποποίηση της νομοθεσίας, καθώς θεωρεί ως αναπόφευκτη την καταγραφή αξιών κατώτερων των πραγματικών και, ως εκ τούτου, επιθυμεί πλήρη νομική κάλυψη.
Σύμφωνα με την αρχή της ίσης μεταχείρισης των μετόχων όλων των τραπεζών
Ανάλογη θα πρέπει να αναμένεται και η εξέλιξη των άλλων τριών συστημικών τραπεζών, ώστε και εκείνων οι μέτοχοι να τύχουν μιας ανάλογης πρακτικής αντιμετώπισης, αφού το ΤΧΣ δεν έχει την δυνατότητα μιας πρόωρης αποχώρησης αν πρωτίστως δεν παρέλθει τουλάχιστον μια κερδοφόρα τριετία από την στιγμή εισόδου του στο μετοχικό κεφάλαιο εκάστης.
Σε περίπτωση δε που δεν αλλάξει το υφιστάμενο καθεστώς των warrants, αμφίβολη θα πρέπει να θεωρείται η επιστροφή σε ιδιωτικά χέρια των τεσσάρων συστημικών τραπεζών (Eurobank, Alpha Bank, Εθνική και Πειραιώς), αν δεν δοθεί η δυνατότητα πρόωρης αποχώρησης του ΤΧΣ. Κι αυτή η δυνατότητα μόνον κατόπιν αλλαγής του νομικού πλαισίου που διέπει τα της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών είναι εφικτή.
Προς τούτο, οι προτάσεις που υποβάλλονται στο ΥΠΟΙΚ δεν είναι λίγες, με τελευταία αυτήν κατά την οποία προτείνεται να δοθεί η δυνατότητα στο ΤΧΣ να διενεργεί δημόσιες προσφορές για την απόσυρση των warrants, ώστε κατόπιν αυτό να μπορεί να πουλά «πακέτα» μετοχών που κατέχει προς ιδιώτες. Η μέθοδος αυτή δοκιμάστηκε επιτυχώς στη περίπτωση της Τράπεζας Πειραιώς, όταν αυτή πούλησε το πακέτο των μετοχών τής Millennium BCP που κατείχε. Οι ελεγκτικές Αρχές πιστεύουν ότι η όλη διαδικασία θα κατορθώσει να συμβάλλει στην προσέλκυση σημαντικών -και το σπουδαιότερο ποιοτικών- κεφαλαίων στον ελληνικό τραπεζικό κλάδο.
Η συμμετοχή του ΤΧΣ στις τέσσερις συστημικές τράπεζες σήμερα αποτιμάται περίπου στα 22 δισ. ευρώ, με βάση τη χρηματιστηριακή τους αξία -δηλαδή λίγο χαμηλότερα από τα 23,5 δισ. ευρώ που επένδυσε το 2013 μέσω των αυξήσεων των μετοχικών του κεφαλαίων.
Να σημειωθεί ότι πολλά θα κριθούν μετά την δημοσίευση των αποτελεσμάτων των «crash tests» που θα διενεργήσει σε αυτές τις τράπεζες η ΤτΕ, στο τέλος του έτους, αλλά και των ελέγχων της BlackRock στην σύνθεση των χαρτοφυλακίων τους (κυρίως όσον αφορά την έκθεσή τους στους κινδύνους των «κόκκινων» δανείων). Οι δύο αυτές αξιολογήσεις θα καταδέιξουν και το ύψος των κεφαλαιακών αναγκών των τεσσάρων αυτών τραπεζών -και συνεπώς θα κρίνουν τις περεταίρω κινήσεις του ΤΧΣ.