Νέα έκκληση στους διοικητικούς υπαλλήλους, απευθύνει σε συνέντευξή του ο υπουργός Παιδείας, Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος, ο οποίος επισημαίνει: «Να κατανοήσουν ότι οι περισσότεροι εξ αυτών θα απορροφηθούν σε άλλα ιδρύματα, αλλά σε κάθε περίπτωση δεν χρωστάνε σε τίποτα οι φοιτητές και οι οικογένειές τους να υφίστανται αυτόν τον αποκλεισμό από τον ναό της δημοκρατίας και της γνώσης που είναι τα πανεπιστήμια».
Ο κ. Αρβανιτόπουλος, μιλώντας στο Αθηναϊκό Πρακτορείο, σημειώνει ότι «αυτό θα πρέπει να σταματήσει, γιατί και αυτοί με τη στάση τους απομονώνονται από το κοινωνικό σύνολο» και προσθέτει: «Αντιλαμβάνεσθε ότι υπάρχουν οικογένειες, οι οποίες δεν έχουν τη δυνατότητα να κρατούν τα παιδιά τους σε άλλες πόλεις, όταν δεν γίνονται μαθήματα, υπάρχουν μετεγγραφές που είναι στον αέρα, υπάρχουν μαθήματα που είναι στον αέρα και κινδυνεύει να χαθεί το εξάμηνο. Δεν μπορεί, λοιπόν, κανείς και δεν έχει το δικαίωμα να διεκδικεί το όποιο δίκιο του καταπατώντας τα δικαιώματα των άλλων».
Απαντώντας στην έκκληση για διάλογο, που απηύθυνε χθες ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών, Θ. Πελεγρίνης, ο υπουργός Παιδείας σημειώνει: «Διάλογος έχει γίνει. Δυστυχώς, πρέπει όλοι να καταλάβουμε το περιβάλλον μέσα στο οποίο η χώρα πορεύεται. Από τον Αύγουστο, όταν στείλαμε στα πανεπιστήμια και εκκλήθησαν εδώ οι πρυτάνεις, τους εξηγήσαμε το επείγον της υπόθεσης…Συνεπώς, εδώ μη χρησιμοποιούμε το θέμα του διαλόγου ως πρόσχημα για να αναβάλουμε, όπως πάντοτε, τα πράγματα, εδώ τα περιθώρια χρόνου ήταν και παραμένουν ασφυκτικά και πρέπει όλοι να συμβάλουμε στην εθνική προσπάθεια. Όλοι οι Έλληνες έχουμε ματώσει. Αυτό, λοιπόν, που πρέπει να γίνει είναι για τον οποιονδήποτε λόγο να μη μένουν κλειστά τα ιδρύματα».
Σχετικά με τις αντιδράσεις της αντιπολίτευσης, ο κ. Αρβανιτόπουλος τονίζει: «Ο χώρος της Παιδείας, δυστυχώς, δεν εξαιρέθηκε από τη συνολική δημοσιονομική προσαρμογή της χώρας. Αυτό που κάνουμε είναι να είμαστε συνεπείς ως προς τις εθνικές επιταγές και να ανατάξουμε το εκπαιδευτικό σύστημα. Γιατί όλοι με νηφαλιότητα θα συμφωνήσουμε ότι οι αλλαγές ήταν αναγκαίες και μάλιστα θα έλεγα ότι είχαν καθυστερήσει. Αυτό το λέμε, αλλά όταν έρχεται η ώρα των επώδυνων αποφάσεων -γιατί οι αλλαγές χρειάζονται επώδυνες αποφάσεις- ο καθένας σφυρίζει αμέριμνος, γιατί δεν θέλει να πάρει το κόστος».
Ολόκληρη η συνέντευξη του υπουργού Παιδείας, Κωνσταντίνου Αρβανιτόπουλου, στο ΑΠΕ-ΜΠΕ έχει ως εξής:
ΕΡ: Κύριε υπουργέ, οι διοικητικοί υπάλληλοι των πανεπιστημίων -η ομοσπονδία τους- κήρυξαν για σήμερα απεργία, ενώ συνεδριάζουν οι σύλλογοι υπαλλήλων του Πανεπιστημίου Αθηνών και του Μετσόβιου. Ποιο είναι το δικό σας μήνυμα για να σταματήσει και η ομηρεία των φοιτητών;
ΑΠ: Νομίζω ότι ο καθένας πρέπει να αναλάβει την ευθύνη του, διότι διακυβεύεται το δημόσιο συμφέρον, το συμφέρον των νέων ανθρώπων και των οικογενειών τους, οι οποίοι ήδη περνάνε πάρα πολύ δύσκολα. Αντιλαμβάνεσθε ότι υπάρχουν οικογένειες οι οποίες δεν έχουν τη δυνατότητα να κρατούν τα παιδιά τους σε άλλες πόλεις όταν δεν γίνονται μαθήματα, υπάρχουν μετεγγραφές που είναι στον αέρα, υπάρχουν μαθήματα που είναι στον αέρα και κινδυνεύει να χαθεί το εξάμηνο. Δεν μπορεί λοιπόν κανείς και δεν έχει το δικαίωμα να διεκδικεί το όποιο δίκιο του καταπατώντας τα δικαιώματα των άλλων. Η απεργία έχει κηρυχθεί παράνομη από το Πρωτοδικείο των Αθηνών και επίσης το ΣτΕ απέρριψε τις όποιες αιτιάσεις τους. Δεν υπάρχει καμία νομιμοποιητική βάση να συνεχιστεί αυτή η απεργία, πρώτον. Το δεύτερο είναι ότι οι καθηγητές, οι μαθητές και οι πρυτανικές αρχές πρέπει κανονικά να πάνε στα μαθήματά τους και από εκεί και πέρα αν παρεμποδιστούν από τον οποιοδήποτε το λόγο έχει η Πολιτεία, αλλά σε καμία περίπτωση και οι πρυτανικές αρχές και ο οιοσδήποτε μπορούν να χρησιμοποιήσουν την απεργία των διοικητικών ως πρόσχημα για να κρατούν κλειστά τα πανεπιστήμια.
ΕΡ: Ο κ. Πελεγρίνης, ο πρύτανης του ΕΚΠΑ, σας απηύθυνε χθες έκκληση για διάλογο, προκειμένου να υπάρξει μια λύση στο πρόβλημα.
ΑΠ: Διάλογος έχει γίνει. Δυστυχώς, πρέπει όλοι να καταλάβουμε το περιβάλλον μέσα στο οποίο η χώρα πορεύεται. Από τον Αύγουστο, όταν στείλαμε στα πανεπιστήμια και εκκλήθησαν εδώ οι πρυτάνεις, τους εξηγήσαμε το επείγον της υπόθεσης. Γιατί η χώρα πρέπει να συναντήσει κάποιους στόχους-ορόσημα, όπως αυτός αυτής της εβδομάδος, για να είναι συνεπής στις υποχρεώσεις της και να πάρει το δάνειό της. Εξήγησα, λοιπόν, τότε σε αλλεπάλληλες συναντήσεις προς τους πρυτάνεις ότι δεν υπάρχει χρόνος, ότι είναι ασφυκτικά και δεν θα πρέπει να λειτουργήσουμε με τον τρόπο που λειτουργούσαμε στο παρελθόν, θα πρέπει να προχωρήσουν στις αξιολογήσεις των διοικητικών τους δομών, να μας στείλουν εκθέσεις. Αυτό το έπραξαν, οφείλω να ομολογήσω, παρά το γεγονός ότι όλες οι εκθέσεις εμφάνιζαν πλεονάσματα και όχι ελλείμματα όσον αφορά τους διοικητικούς υπαλλήλους. Αυτή, λοιπόν, η ανταλλαγή έγινε μέσα από εγκυκλίους, όπου τους είπαμε τα κριτήρια πάνω στα οποία θα κάνουν την αξιολόγηση των δομών και των διαδικασιών. Τους είδαμε επανειλημμένα, είδαμε τις εκθέσεις αυτές, τις αξιολόγησε η επιτροπή από όλους τους γγ του υπουργείου και βάσει μιας μελέτης και έκθεσης, που βασίζεται σε όλα τα διεθνή κριτήρια, καταλήξαμε ότι σε συγκεκριμένα ιδρύματα υπάρχουν πλεονάζοντες και σε άλλα ελλείμματα. Καταλήξαμε ότι από αυτούς τους 1.000- 1.200, που θα τεθούν σε διαθεσιμότητα, οι 600- 650 θα απορροφηθούν μέσα από τη δια-ιδρυματική κινητικότητα.
Συνεπώς, εδώ μη χρησιμοποιούμε το θέμα του διαλόγου ως πρόσχημα για να αναβάλουμε, όπως πάντοτε, τα πράγματα, εδώ τα περιθώρια χρόνου ήταν και παραμένουν ασφυκτικά και πρέπει όλοι να συμβάλουμε στην εθνική προσπάθεια. Όλοι οι Έλληνες έχουμε ματώσει. Αυτό, λοιπόν, που πρέπει να γίνει είναι για τον οποιονδήποτε λόγο να μη μένουν κλειστά τα ιδρύματα. Αυτό επιβάλλεται, όχι γιατί το λέει το υπουργείο, επιβάλλεται γιατί αυτό επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον. Δεν μπορεί να παίζουν στην πλάτη των φοιτητών και των οικογενειών τους.
ΕΡ: Η αντιπολίτευση σας κατηγορεί ότι νοιάζεστε μόνο για την υλοποίηση των στόχων της τρόικας, αδιαφορώντας για το κοινωνικό κόστος…
ΑΠ: Υπάρχουν δύο στοιχεία εδώ. Κατ ‘αρχήν όλες οι μεταρρυθμίσεις, που έγιναν στον χώρο της εκπαίδευσης, επιβάλλονται από το εθνικό συμφέρον. Από τον εξορθολογισμό της τριτοβάθμιας ανώτατης εκπαίδευσης, που έγινε μέσα από το σχέδιο ΑΘΗΝΑ, από την επαναφορά της αξιολόγησης στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, που είχε να γίνει 30 χρόνια, από το νέο νομοσχέδιο για το λύκειο, την ανασυγκρότηση της επαγγελματικής εκπαίδευσης, όλες αυτές είναι τομές που επέβαλε το εθνικό συμφέρον.
Από εκεί και έπειτα και ο χώρος της Παιδείας, δυστυχώς, δεν εξαιρέθηκε από τη συνολική δημοσιονομική προσαρμογή της χώρας. Αυτό που κάνουμε είναι να είμαστε συνεπείς ως προς τις εθνικές επιταγές και να ανατάξουμε το εκπαιδευτικό σύστημα. Γιατί όλοι με νηφαλιότητα θα συμφωνήσουμε ότι οι αλλαγές ήταν αναγκαίες και μάλιστα, θα έλεγα, ότι είχαν καθυστερήσει. Αυτό το λέμε, αλλά όταν έρχεται η ώρα των επώδυνων αποφάσεων -γιατί οι αλλαγές χρειάζονται επώδυνες αποφάσεις- ο καθένας σφυρίζει αμέριμνος γιατί δεν θέλει να πάρει το κόστος. Αυτή τη στιγμή πρέπει όλοι να δούμε πού βρίσκεται η πατρίδα μας, θα πρέπει όλοι να καταλάβουμε ότι όλοι οι συμπολίτες μας έχουν υποστεί θυσίες και θα πρέπει και οι διοικητικοί υπάλληλοι να κατανοήσουν ότι μέσα από την δια-ιδρυματική κινητικότητα οι περισσότεροι εξ αυτών θα απορροφηθούν σε άλλα ιδρύματα, αλλά σε κάθε περίπτωση δεν χρωστάνε σε τίποτα οι φοιτητές και οι οικογένειές τους να υφίστανται αυτόν τον αποκλεισμό από τον ναό της δημοκρατίας και της γνώσης που είναι τα πανεπιστήμια. Αυτό θα πρέπει να σταματήσει, γιατί και αυτοί με τη στάση τους απομονώνονται από το κοινωνικό σύνολο.