Οι πωλήσεις των ελληνικών επιχειρήσεων τη διετία 2010-2012 δείχνουν να σταθεροποιούνται στο επίπεδο των 90 δισ. ευρώ κατά μέσο όρο, ορίζοντας ίσως το σημείο εκκίνησης και αντίδρασης της Ελληνικής Οικονομίας και παρέχοντας ένδειξη επιβράδυνσης αν όχι σημαντικού περιορισμού της περαιτέρω συρρίκνωσης της οικονομικής δραστηριότητας.
Αυτό είναι το συμπέρασμα της κλαδικής μελέτης της Grant Thornton, για τη χρηματοοικονομική κατάσταση των ελληνικών επιχειρήσεων με βάση δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις για την περίοδο 2008-2012.
Όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, στα βασικά συμπεράσματα της μελέτης, της ενότητας που αφορά τις επιχειρήσεις περιλαμβάνονται επίσης τα εξής:
– Το 2012, το 42% των εταιρειών παρουσιάζει αρνητικό κεφάλαιο κίνησης. Το συνολικό ποσό στο οποίο οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις υπερβαίνουν τις βραχυπρόθεσμες απαιτήσεις ανέρχεται στα 10,6 δισ. ευρώ γεγονός που υποδηλώνει την ανάγκη εξεύρεσης ανάλογης χρηματοδότησης ή κυρίως αναχρηματοδότησης υφιστάμενου δανεισμού.
– Το 2012 το ποσοστό πρόβλεψης επισφαλών απαιτήσεων, έχει σχεδόν διπλασιαστεί σε σχέση με το 2008 και ανέρχεται στο 1/4 των εμπορικών απαιτήσεων (4,3 δισ. ευρώ). Οι εμπορικές απαιτήσεις αυξήθηκαν στην εξεταζόμενη περίοδο κατά 6%, ενώ οι πωλήσεις μειώθηκαν κατά 6%, γεγονός που ενισχύει το συμπέρασμα της έλλειψης ρευστότητας / αύξησης επισφαλειών.
– Ο συνολικός δανεισμός δείχνει διαχρονικά σταθερός. Εντούτοις οι επιχειρήσεις έχουν χρηματοδοτήσει και μέσω των διαθεσίμων τους την κάλυψη υποχρεώσεών τους.
– Σημαντική αύξηση επιτοκίων συνεπώς και κόστους δανεισμού, παρά τη μείωση του Euribor σε ιστορικά χαμηλά τα τελευταία έτη.
– Το 2012, τα λειτουργικά κέρδη καλύπτουν κατά 3,3 φορές το χρηματοοικονομικό κόστος. Σε σχέση με την περίοδο 2008-2009, ο δείκτης έχει μειωθεί σχεδόν στο μισό. Σε περίπτωση που είτε αυξηθεί το κόστος δανεισμού είτε μειωθεί περαιτέρω η λειτουργική κερδοφορία είναι ορατός ο κίνδυνος τα λειτουργικά κέρδη να μην είναι επαρκή ούτε για την εξυπηρέτηση του χρηματοοικονομικού κόστους των δανείων. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το τελευταίο ήδη παρουσιάζεται το 2012 στο 43% των εταιρειών του δείγματος, ποσοστό υπερδιπλάσιο σε σχέση με το αντίστοιχο του 2008 (19%).
– Λόγω της επιβάρυνσης των ιδίων κεφαλαίων των εταιρειών ως αποτέλεσμα της ύφεσης, από το 2011 και έπειτα η καθαρή περιουσία των εταιρειών σε πολλές περιπτώσεις δεν επαρκεί για την κάλυψη των δανειακών τους υποχρεώσεων.
– Ο βραχυπρόθεσμος δανεισμός αυξάνεται συνεχώς έναντι του μακροπρόθεσμου δανεισμού. Από 1 προς 2 περίπου το 2008 διαμορφώνεται στο 1,1 το 2012 επιβαρύνοντας κατ’ αυτό τον τρόπο τη ρευστότητα των εταιρειών και κάνοντας επιτακτική την ανάγκη αναχρηματοδοτήσεων.
– Το 2012 το 33% των εταιρειών του δείγματος παρουσιάζουν δανεισμό υψηλότερο των πωλήσεών τους. Το 2008 το σχετικό ποσοστό ανερχόταν σε 16%, δείχνοντας ότι κατά τη διάρκεια της περιόδου 2008-2012 οι εταιρείες των οποίων οι πωλήσεις δεν καλύπτουν τα δάνειά τους, υπερδιπλασιάστηκαν.
– Μείωση άνω του 40% έχουν υποστεί 9 κλάδοι από τους εξεταζόμενους.
– Συνεχής αυξητική τάση των πωλήσεων στο εξωτερικό τα τελευταία 2 έτη.
– Μείωση προσωπικού 18% περίπου κατά την περίοδο 2008-2012.
– Η μείωση προσωπικού φαίνεται να αφορά κυρίως χαμηλόμισθους καθώς το μέσο κόστος μισθοδοσίας ανά εργαζόμενο για το 2012 δεν έχει μειωθεί σε σχέση με το 2008.
– Το 2012 το 65% των εταιρειών του δείγματος παρουσίασαν ζημιές μετά φόρων. Το ποσοστό αυτό είναι υπερδιπλάσιο του αντίστοιχου ποσοστού το 2008 (31%). Εντούτοις είναι ενθαρρυντικό ότι η τάση αύξησης των ζημιογόνων εταιρειών, τα τελευταία δυο έτη έχει επιβραδυνθεί σημαντικά.
– Περιορισμός διαχρονικά των θετικών λειτουργικών ταμειακών ροών όσο και των εκροών για επενδυτικές δραστηριότητες.