Η συμφωνία της ΕΕ για την οδηγία εκκαθάρισης και αναδιάρθρωσης των τραπεζών αποτελεί έναν συμβιβασμό, με τον οποίο επισπεύδεται η ημερομηνία επιβολής ζημιών στους πιστωτές υψηλής διαβάθμισης των προβληματικών τραπεζών, αλλά αφήνονται περιθώρια στις χώρες να προχωρούν σε διασώσεις τους, αναφέρει δημοσίευμα της ηλεκτρονικής έκδοσης της εφημερίδας Financial Times.
Διαπραγματευτές για το Ευρωκοινοβούλιο και τις χώρες – μέλη της ΕΕ συμφώνησαν αργά τη νύχτα στο Στρασβούργο για την οδηγία (bank resolution and recovery directive), η οποία αποσκοπεί να σταματήσει την επιβάρυνση των φορολογουμένων για τις χρεοκοπίες τραπεζών. Οι φορολογούμενοι πλήρωσαν περίπου 473 δισ. ευρώ για την κεφαλαιακή ενίσχυση των ευρωπαϊκών τραπεζών από το 2008.
Με τη συμφωνία, οι κοινοί κανόνες για την εκκαθάριση των τραπεζών θα εφαρμόζονται από το 2015 σε όλη την ΕΕ, ενώ οι λεγόμενοι κανόνες «διάσωσης εκ των έσω» (bail – in ) για τους κατόχους ομολόγων υψηλής διαβάθμισης των τραπεζών (senior bondholders) θα εφαρμοσθούν το 2016, δύο χρόνια νωρίτερα από ότι είχαν προβλέψει τον περασμένο Ιούνιο οι υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ με την κοινή θέση τους. Στις κυβερνήσεις θα δοθεί μεγαλύτερη ευελιξία να ανακεφαλαιοποιούν τις τράπεζες με δημόσιο χρήμα, είτε μετά τις ασκήσεις αντοχής ή κατά τη διάρκεια μίας συστημικής κρίσης. Οι παρεμβάσεις των κυβερνήσεων, ωστόσο, θα είναι δυνατές μόνο κάτω από καθορισμένες συνθήκες και θα χρειάζονται την έγκριση της ΕΕ.
Οι εθνικές Αρχές συμφώνησαν να συστήσουν ταμεία εκκαθάρισης των τραπεζών ή να επιβάλλουν αντίστοιχες εισφορές, οι οποίες θα ανέλθουν την επόμενη δεκαετία στο 1% των καλυμμένων καταθέσεων, που αντιστοιχεί σε ποσό περίπου 70 δισ. ευρώ για το σύνολο της ΕΕ. «Με τους νέους αυτούς κανόνες, οι μαζικές δημόσιες διασώσεις των τραπεζών και οι συνέπειές τους για τους φορολογούμενους θα αποτελούν πλέον πρακτική του παρελθόντος», δήλωσε ο Επίτροπος της ΕΕ για την εσωτερική αγορά και τις υπηρεσίες Μισέλ Μπαρνιέ. Η συμφωνία παρέχει το νομικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση προβληματικών τραπεζών, το οποίο θα εφαρμόσει μία νέα κεντρική αρχή στην τραπεζική ένωση της Ευρωζώνης – μία άλλη μεταρρύθμιση που βρίσκεται ακόμα υπό διαπραγμάτευση.
Από το 2016, με το καθεστώς «bail – in» θα μπορεί να επιβάλλεται στους μετόχους, τους ομολογιούχους και ορισμένους καταθέτες να συμμετέχουν στο κόστος της χρεοκοπίας μίας τράπεζας. Οι ασφαλισμένες καταθέσεις έως 100.000 ευρώ εξαιρούνται από το «bail – in», ενώ οι μη ασφαλισμένες καταθέσεις (σ.σ.: αυτές που είναι μεγαλύτερες από 100.000 ευρώ) των φυσικών προσώπων και των μικρών επιχειρήσεων θα έχουν προνομιακή μεταχείριση στη σειρά με την οποία θα εφαρμοσθεί το bail -in.
Αν και θα είναι υποχρεωτικό να συγκεντρωθούν με το bail -in ποσά που θα ανέρχονται τουλάχιστον στο 8% του συνολικού παθητικού της τράπεζας πριν χρησιμοποιηθούν τα κεφάλαια των ταμείων εκκαθάρισης, δίνεται μεγαλύτερο περιθώριο στις χώρες να προστατεύσουν ορισμένους πιστωτές από την επιβολή ζημιών, μετά από έγκριση των Βρυξελλών.
Μετά την εφαρμογή του ελάχιστου bail – in (έως το 8% του παθητικού), δίνεται στις χώρες επιπρόσθετα η επιλογή να χρησιμοποιήσουν τα κεφάλαια των ταμείων εκκαθάρισης ή κρατικούς πόρους για να ανακεφαλαιοποιήσουν τις τράπεζες και να προστατεύσουν άλλους πιστωτές. Η παρέμβαση των χωρών δεν μπορεί να υπερβεί το 5% του συνολικού παθητικού των τραπεζών και υπόκειται σε έγκριση από τις Βρυξέλλες.
Ένα από τα ποια ακανθώδη θέματα στις εξάμηνες διαπραγματεύσεις ήταν η πρόβλεψη όρων που θα επέτρεπαν στις κυβερνήσεις να τροφοδοτούν με δημόσιο χρήμα τις τράπεζες. Οι υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ επεδίωξαν να έχουν τη διακριτική ικανότητα ανακεφαλαιοποίησης βιώσιμων τραπεζών σε μία «προληπτική» βάση, ενώ το Ευρωκοινοβούλιο ήθελε να υπάρχει μία επιλογή χρήσης «κυβερνητικών μέσων σταθεροποίησης» σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Με τη συμφωνία, η κρατικοποίηση μίας τράπεζας θα είναι δυνατή σε εξαιρετικές περιπτώσεις και μόνο αφού έχει προηγηθεί διάσωση εκ των έσω με ποσά που αντιστοιχούν στο 8% του συνολικού παθητικού της.
Η προληπτική ανακεφαλαιοποίηση μίας φερέγγυας τράπεζας που καλύπτει τους κανόνες ελάχιστης κεφαλαιακής επάρκειας, θα είναι δυνατή μετά τις εγκεκριμένες από την ΕΕ ασκήσεις αντοχής. Οι κανόνες για τέτοιες παρεμβάσεις θα καθορισθούν από την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή. Οι Βρυξέλλες είχαν υποδείξει πριν ότι θα επιβάλλονταν ζημιές στους πιστωτές χαμηλής διαβάθμισης (junior creditors) και στις περιπτώσεις προληπτικής παρέμβασης με κρατικά κεφάλαια.