Το «μανιφέστο» Δασκαλόπουλου και οι συναντήσεις με Σαμαρά, Τσίπρα και άλλους πολιτικούς ηγέτες
Προσκλητήριο… εθνικής ενότητας απευθύνει, σε όλες τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου, ο πρόεδρος του ΣΕΒ Δημήτρης Δασκαλόπουλος.
Πρωταρχικός του στόχος και συνάμα κορυφαίο ζητούμενο είναι να υπάρξει μια κοινά αποδεκτή «στρατηγική» για την αναγέννηση της Βιομηχανίας που με τη σειρά της θα προσφέρει το πραγματικό happy end στο ελληνικό δράμα.
Οι πολύπλευρες και τολμηρές πρωτοβουλίες του Δημήτρη Δασκαλόπουλου ξεκίνησαν πριν από λίγες μέρες με τη συνάντηση που είχε (όπως αποκάλυψε η “Deal”) με τον πρωθυπουργό και τους συναρμόδιους υπουργούς.
Ο πρόεδρος του ΣΕΒ σκοπεύει άμεσα να ανοίξει «τη βεντάλια» των επαφών του και με τους άλλους πολιτικούς ηγέτες. Πιστεύεται ότι από τις αρχές της νέας χρονιάς θα ζητήσει να έχει συναντήσεις με τον Αλέξη Τσίπρα (διευρύνοντας τα «ανοίγματα» που ήδη υπάρχουν προς την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ) καθώς επίσης και με τους Ευάγγελο Βενιζέλο, Φώτη Κουβέλη, Πάνο Καμμένο, αλλά και με το Γενικό Γραμματέα του ΚΚΕ Δημήτρη Κουτσούμπα.
Πέραν τούτων, θα υπάρξει και νέα συνάντηση με τον Αντώνη Σαμαρά, στο πλαίσιο ενός ευρύτερου σχεδίου εθνικής δράσης για την πραγματική έξοδο της χώρας από την εξοντωτική κρίση. Άριστος γνώστης των εξελίξεων που διαδραματίζονται στο οικονομικό σκηνικό (και όχι μόνον σε αυτό), ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος έχει κάνει κατά καιρούς αρκετές ευθύβολες παρεμβάσεις με τα λεγόμενά του, γεγονός που του δίνει τη δυνατότητα να έχει μια καλή «γραμμή επικοινωνίας», τόσο στον δεξιό όσο και στον αριστερό πολιτικό χώρο.
Για τον πρόεδρο του Συνδέσμου των Ελληνικών Βιομηχανιών, υπάρχει ένα ξεκάθαρο ζητούμενο, το οποίο ο ίδιος το οριοθετεί ως εξής:
«Το όνειρο της ανάκαμψης και της ανάπτυξης θα γίνει πραγματικότητα μόνο αν στραφούμε αποφασιστικά στην πραγματική οικονομία, αιχμή του δόρατος της οποίας είναι η βιομηχανία. Είναι μια πρόκληση που αφορά όλες τις πολιτικές δυνάμεις και όλους τους παραγωγικούς φορείς. Και είναι μια απόφαση που πρέπει να πάρουμε τώρα, είναι θέμα δικής μας θέλησης, δικής μας ικανότητας. Το στοίχημα της νέας, παραγωγικής Ελλάδας πρέπει να το βάλουμε με τον ίδιο μας τον εαυτό και να το κερδίσουμε, κόντρα στο μέχρι σήμερα καθεστώς».
Ζητείται νέα πολιτική
Όπως όλα δείχνουν, οι στοχευμένες κινήσεις Δασκαλόπουλου συνδυάζονται και με την ανάληψη της Ελληνικής Προεδρίας στην ΕΕ (στο πρώτο εξάμηνο του 2014). Και τούτο γιατί, η αποτελεσματική προώθηση μιας νέας Βιομηχανικής πολιτικής θα έχει μεγαλύτερη εμβέλεια στους Ευρωπαίους εταίρους.
Είναι επίσης ενδεικτικό ότι στο Συμβούλιο Κορυφής του Φεβρουαρίου του 2014, η μονοθεματική ατζέντα των συζητήσεων των Ευρωπαίων ηγετών θα αφορά την πορεία της Βιομηχανίας και την ενδεικνυόμενη «νέα βιομηχανική επανάσταση» προκειμένου να αναζωογονηθεί η Γηραιά Ήπειρος. Στην (αρχική) συνάντηση Δασκαλόπουλου – Σαμαρά, ο πρόεδρος του ΣΕΒ, εξέπεμψε ηχηρό σήμα κινδύνου για την απαξίωση του παραγωγικού ιστού της χώρας.
Υπό αυτές τις συνθήκες, συμφωνήθηκε να διαμορφωθεί άμεσα ένας «οδικός χάρτης» με κατευθύνσεις και προτεραιότητες, για να συγκλίνει η Ελλάδα με τη Βιομηχανική Ευρώπη.
Συμφωνήθηκε, επίσης, η σύσταση διϋπουργικής επιτροπής που θα συντονίζει τις νέες πολιτικές δράσεων. Εκ των πραγμάτων, οι επαφές Δασκαλόπουλου με όλους τους πολιτικούς ηγέτες των κομμάτων, αποκτούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις μελλοντικές εξελίξεις.
Άλλωστε, τα ερωτήματα που ο ίδιος θέτει, είναι αμείλικτα:
«Έχουμε άραγε συμβιβαστεί με την ιδέα μιας Ελλάδας χωρίς εργοστάσια, χωρίς βιομηχανική παραγωγή; Έχουμε αποδεχθεί την αποβιομηχάνιση του τόπου σαν να ήταν γραφτό; Στον δημόσιο διάλογο, πάντως, η έννοια της βιομηχανικής πολιτικής είναι στα αζήτητα, η μέριμνα για την εθνική βιομηχανία δεν αποτελεί μέρος της οικονομικής πολιτικής. Κι ωστόσο, θα έπρεπε να συμπεριλαμβάνεται στους μεγάλους, υπερκομματικούς στόχους».
Ο κρίσιμος δεκάλογος
Κατά την άποψη του προέδρου του ΣΕΒ (ο οποίος έχει τη στήριξη από τα «παλαιά», αλλά και τα νέα «τζάκια» της επιχειρηματικής ζωής του τόπου) η νέα βιομηχανική πολιτική της χωρας, οφείλει να έχει τους εξής δέκα «πυλώνες»:
– Να υπάρξει ένα διεθνώς ανταγωνιστικό και διαχρονικά σταθερό φορολογικό σύστημα. Όταν υπέρ-φορολογείται η παραγωγή, η ανάπτυξη γίνεται άπιαστο όνειρο. Ζητούμε τον άμεσο επανασχεδιασμό του συνόλου των φορολογικών διατάξεων για τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα.
– Να επιτευχθεί ένα διεθνώς ανταγωνιστικό κόστος ενέργειας. Με το σημερινό κόστος και με τις στρεβλώσεις που επικρατούν την αγορά, είναι θαύμα που ακόμη λειτουργούν στη χώρα μας ενεργοβόρες βιομηχανίες. Η κυβερνητική ολιγωρία πρέπει να τελειώνει.
– Να ανοιχτούν, κατά τα διεθνή πρότυπα, νέα κανάλια χρηματοδότησης, ενώ ταυτόχρονα να συνεχίζεται με γοργούς ρυθμούς η διαδικασία ανασυγκρότησης του τραπεζικού μας συστήματος.
– Να μειωθεί δομικά η δημόσια δαπάνη με την κατάργηση ή συγχώνευση των άχρηστων δημόσιων οργανισμών και φορέων που διατηρούνται μόνο από πολιτική δειλία.
– Να προχωρήσει η πραγματική εξυγίανση των δημοσίων επιχειρήσεων, όπου σήμερα από τη μια γίνονται βήματα για να μειωθούν τα συσσωρευμένα ελλείμματα τους και από την άλλη, σχεδόν κρυφά, δημιουργούνται νέα, διαιωνίζοντας τη δημόσια σπατάλη.
– Να αποκλειστούν οι δημοσιονομικού χαρακτήρα παρεμβάσεις στο ΠΔΕ ώστε να αποτελέσει ξανά επενδυτικό εργαλείο ανάπτυξης.
– Να υιοθετηθούν νέα κριτήρια στην κατανομή των πόρων του ΣΕΣ για την ιδιωτική οικονομία, με στόχο τη χρηματοδότηση ολοκληρωμένων προγραμμάτων εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης των επιχειρήσεων.
– Να καταργηθούν οι γραφειοκρατικοί περιορισμοί στην αδειοδότηση και στη λειτουργία των επιχειρήσεων.
– Να ενισχυθεί η εξωστρέφεια με την υποστήριξη των εξαγωγών με κάθε μέσο.
– Να δημιουργηθεί ένας «ενιαίος χώρος» καινοτομίας, τεχνολογίας και έρευνας μεταξύ επιχειρήσεων, ΑΕΙ και ερευνητικών φορέων, ώστε να ενθαρρυνθεί η καινοτομία.
Στο «κόκκινο» μία στις 4 επιχειρήσεις
Σκληρό αγώνα επιβίωσης δίνουν οι ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίες και δραστηριοποιούνται εν μέσω της αποπνικτικής ύφεσης.
Κρίνοντας από τις οικονομικές τους επιδόσεις, φαίνεται ότι σχεδόν η μία στις τέσσερις επιχειρήσεις αντιμετωπίζει δυσκολίες βιωσιμότητας, ενώ στον ασφυκτικό κλοιό της κρίσης βρίσκεται το 62% των εταιριών.
Τα στοιχεία αυτά παρουσιάστηκαν στην ημερίδα που οργάνωσε μεσοβδόμαδα ο ΣΕΒ και αφορούσε το ζήτημα μιας σύγχρονης βιομηχανικής πολιτικής για την Ελλάδα.
Στο «μικροσκόπιο» της έρευνας μπήκαν οι 2.000 μεγαλύτερες ελληνικές επιχειρήσεις, η χαρτογράφηση των οποίων έγινε από τον ΙΟΒΕ και το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Από τα ευρήματα φαίνεται ότι οι ισχυρές επιχειρήσεις αποτελούσαν το 28,3% του συνόλου, κατά το 2011. Ωστόσο, για το 2013, το ποσοστό των ισχυρών εταιριών πέφτει στο μισό, καθώς αποτελούν πλέον μόνο το 14,1% του συνόλου.
Σε ό,τι αφορά τις επιχειρήσεις που βρίσκονται σε κρίση, αυτές είναι τώρα στο 62% του συνόλου, ενώ το 2011 ήταν στο 52%. Οι επιχειρήσεις που έχουν δυσκολίες βιωσιμότητας ήταν 19,8% κατά το 2011, αλλά εφέτος έφταναν να αποτελούν το 23,9%.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι εταιρίες της… τρίτης κατηγορίας δεν έχουν διευρυνθεί στο βαθμό που θα αναμενόταν λόγω κρίσης, ενώ για τις δυνατές εταιρίες οι καθοριστικοί παράγοντες είναι το (μεγάλο) μέγεθος και η εξωστρέφεια.
Μιλώντας στη συγκεκριμένη ημερίδα, ο πρόεδρος του ΣΕΒ -μεταξύ άλλων- τόνισε:
– Έχουμε βρει στα δανεικά των εταίρων μας, ένα σωσίβιο για να μη βουλιάξουμε. Αλλά κοντεύουμε να ξεχάσουμε να κολυμπάμε.
– Η μνημονιακή συνταγή δεν προσφέρει πια λύσεις. Είναι ένα πρόγραμμα που δεν χρειάζεται πλέον η χώρα μας και δεν δίνει προοπτική στο λαό μας.
– Η πραγματική έξοδος από την κρίση δε θα έρθει με το πρόγραμμα της Τρόικας. Το φως στην άκρη του τούνελ θα φανεί αν αναγεννηθεί η παραγωγική βάση της χώρας.