Πρωτοβουλίες για τη διεύρυνση της κοινοβουλευτικής δύναμης της πλειοψηφίας και για ανακοπή της δυναμικής του ΣΥΡΙΖΑ αναζητεί εναγωνίως ο πρωθυπουργός, καθώς η κυβέρνηση έχει μπροστά της σημαντικές δυσκολίες.
Η πλειοψηφία, μετά την διαγραφή του Βύρωνα Πολύδωρα από τη ΝΔ, διαθέτει πλέον μόνο 153 βουλευτές, ενώ η κόπωση σε ορισμένους εξ αυτών δύσκολα αποκρύπτεται, όπως δύσκολα αποκρύπτονται και οι διαφωνίες ή οι προσωπικές στρατηγικές.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα των τελευταίων ημερών ο Απόστολος Κακλαμάνης, που το Σάββατο δεν μετέβη στη Βουλή να συμμετάσχει «λόγω ασθενείας» στις κρίσιμες ψηφοφορίες για τον ενιαίο φόρο ακινήτων και τους πλειστηριασμούς, ενώ μετέβη το πρωί της επομένης στη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΠΑΣΟΚ.
Παράλληλα η διαγραφή Πολύδωρα «φρέναρε» ορισμένους άλλους βουλευτές, είναι όμως σαφές πως «γαλάζια» και «πράσινη» Κοινοβουλευτική Ομάδα μοιάζουν με κινούμενη άμμο. Επιπλέον, ανησυχία προκαλούν για το επόμενο διάστημα οι βουλευτές εκείνοι που επιθυμούν και επιδιώκουν να κατέλθουν για υποψήφιοι βουλευτές ή περιφερειάρχες και που προφανώς σε λιγότερο ή περισσότερο δύσκολα θέματα θα θελήσουν να διαφοροποιηθούν από την κυβερνητική γραμμή.
Η πλειοψηφία, πάντως, θα δοκιμαστεί εκ νέου πολλές φορές στη Βουλή, αρχής γενομένης από την επιστροφή της τρόικα και τα μέτρα που θα προταθούν για το χρηματοδοτικό κενό-το Φεβρουάριο, άλλωστε, θα ψηφιστεί και το Μεσοπρόθεσμο.
Η κυβέρνηση, ωστόσο, ελπίζει ότι με την ανακοίνωση του πρωτογενούς πλεονάσματος τον Απρίλιο από τη Eurostat, το μοίρασμα του 70% του πλεονάσματος αυτού και την έναρξη των συζητήσεων για την απομείωση του ελληνικού χρέους, θα κατορθώσει να αλλάξει την ατζέντα. Και παράλληλα να θέσει το δίλημμα ποιος μπορεί να διαχειριστεί καλύτερα το θέμα της απομείωσης, η ΝΔ ή ο ΣΥΡΙΖΑ, ο Αντώνης Σαμαράς ή ο Αλέξης Τσίπρας. Ένα δίλημμα πάνω στο οποίο πιθανόν να στηθεί και η πρόωρη κάλπη…