Η 14η Ιανουαρίου 2014 θα μείνει στην ιστορία ως η ημερομηνία-κλειδί της θητείας του, η ημέρα της μεγάλης στροφής, σύμφωνα με τη γαλλική εφημερίδα Liberation.
Ο Γάλλος πρόεδρος δηλώνει για πρώτη φορά ξεκάθαρα σοσιαλδημοκράτης. Τάσσεται υπέρ μιας πολιτικής της προσφοράς, κατά συνέπεια μειώνει τα βάρη των επιχειρήσεων, ανακοινώνει μια δραστική μείωση των δημοσίων δαπανών, βεβαιώνει ότι δεν θα υπάρξει μεταφορά εισφορών εις βάρος των νοικοκυριών, εκφράζει την πεποίθηση ότι οι επιχειρήσεις πρέπει να αυξήσουν τα κέρδη τους ώστε να επενδύσουν και να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας.
Αναγνωρίζει ότι αυτοί που μπορούν να καταπολεμήσουν καλύτερα την ανεργία είναι οι μικρές επιχειρήσεις, οι βιοτέχνες και οι ελεύθεροι επαγγελματίες. Εγκαινιάζει από αυτόν τον μήνα ήδη το «σύμφωνο ευθύνης» και βεβαιώνει ότι τα χρονοδιαγράμματα θα τηρηθούν αυστηρά. Πιστεύει ότι διαγράφεται έτσι ένας νέος κοινωνικός συμβιβασμός.
Ανάλογα πράγματα έλεγε και έκανε ο Γκέρχαρντ Σρέντερ (κι έχασε την εξουσία). Ο Φρανσουά Ολάντ δεν φτάνει μέχρι τον προκλητικό σοσιαλφιλελευθερισμό του Τόνι Μπλερ.
Στην πραγματικότητα, όμως, γράφει ο Αλέν Ντιαμέλ στη Λιμπερασιόν, ο Γάλλος πρόεδρος έκανε προχθές δημοσίως και μπροστά στις κάμερες το δικό του “Bad Godesberg” (πρόκειται για τον δήμο της Βόνης όπου οι γερμανοί Σοσιαλδημοκράτες υιοθέτησαν το 1959 το καινούργιο τους πρόγραμμα). Ο ίδιος μιλά για επιτάχυνση των επιλογών του και όχι για στροφή. Αναγνωρίζει ότι υποτίμησε τη βιαιότητα της κρίσης και δεν παραδέχεται ότι έχασε έξι μήνες πολεμώντας τη σκιά του σαρκοζισμού. Το αποτέλεσμα πάντως είναι το ίδιο. Ο λυρικός και ιδεαλιστής σοσιαλιστής παραχώρησε προχθές τη θέση του σε ένα ρεαλιστή και σοβαρό σοσιαλδημοκράτη, ο οποίος γνωρίζει ότι τα παίζει όλα για όλα εγκαινιάζοντας δυναμικά μια πολιτική της προσφοράς.
Οι άριστοι γνώστες του «ολαντισμού» θα αντιτάξουν χωρίς αμφιβολία ότι δεν αποτελεί ανακάλυψη να μιλά κανείς για τον Ολάντ ως ευρωπαίο σοσιαλδημοκράτη, ότι πάντα ήταν, και το είχε καταστήσει σαφές πριν ακόμη επιβληθεί ως επίσημος υποψήφιος του κόμματός του για την προεδρία. Όλα αυτά είναι σωστά, αλλά αυτό που μετρά είναι οι επίσημες εξαγγελίες. Οι προσωπικές πεποιθήσεις του Φρανσουά Ολάντ έγιναν την Τρίτη προεδρικές πεποιθήσεις και, το κυριότερο, προεδρικές πράξεις.
Η Δεξιά αρνείται να αναγνωρίσει την πραγματικότητα. Είναι λογικό: προτιμά να πολεμά ένα δογματικό σοσιαλισμό από μια πραγματιστική σοσιαλδημοκρατία. Ο Ζαν-Λικ Μελανσόν, ο Πιερ Λοράν και ο Ολιβιέ Μπεζανσενό, πάλι, δεν κάνουν λάθος. Συνειδητοποιούν πολύ καλά τη στροφή και αγανακτούν: ο εχθρός τους είναι η σοσιαλδημοκρατία, ιδιαίτερα αν δεν διαχωρίζεται πραγματικά από την κοινωνική οικονομία της αγοράς. Η απόφαση του Ολάντ να προσεγγίσει τη γαλλική οικονομία με τη γερμανική και την κυβέρνησή του με τον μεγάλο συνασπισμό που κυβερνά στο Βερολίνο τούς προσφέρει ένα σοβαρό επιχείρημα.
Μένει να φανεί τι θα συμβεί με το στρατόπεδο του ίδιου του προέδρου. Η αριστερή πτέρυγα αντέδρασε μέχρι στιγμής με ήπιο τρόπο, είναι βέβαιο όμως ότι ανησυχεί. Η γερουσιαστής Μαρί-Νοέλ Λιενεμάν, για παράδειγμα, μιλά για σοσιαλφιλελεύθερη επίθεση του Ολάντ, βεβαιώνει όμως ότι θα μείνει στο κόμμα για να μην το παραδώσει στους σοσιαλδημοκράτες.
Όσο για την πλειοψηφία, είναι πεισμένη ότι δεν υπάρχει άλλη πολιτική. Ο Ολάντ επανεφηύρε έτσι το περίφημο ΤΙΝΑ (There is no alternative, Δεν υπάρχει εναλλακτική λύση) της Μάργκαρετ Θάτσερ, φυσικά με σοσιαλδημοκρατική σος.