Προτείνει αγορές, εκ μέρους της ΕΚΤ, ομαδοποιημένων τραπεζικών δανείων που δόθηκαν σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις
Ως δραματική στροφή από την παραδοσιακή ποσοτική χαλάρωση και, κατ’ επέκταση, ως ενίσχυση της άμυνας κατά του αποπληθωρισμού στην ευρωζώνη χαρακτήρισε, χθες, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας (ΕΚΤ) Μάριο Ντράγκι την αγορά από την ΕΚΤ πακέτων τραπεζικών δανείων (νοικοκυριών αλλά και επιχειρήσεων).
Κάτι τέτοιο, τόνισε, θέτει όλους σε κατάσταση ετοιμότητας έναντι ενδεχόμενου κατάρρευσης του τραπεζικού δανεισμού στην ευρωζώνη.
Σε πάνελ στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός, ο πρόεδρος της ΕΚΤ έκλεισε την εντεινόμενη συζήτηση για την επικείμενη απάντηση της κεντρικής τράπεζας στον κίνδυνο αποπληθωρισμού, ξεκινώντας πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης, βάσει της οποίας η ΕΚΤ δημιουργεί χρήμα αγοράζοντας κρατικά ομόλογα ή εταιρικούς τίτλους.
Επικρίνοντας όσους θεωρούν ότι η ποσοτική χαλάρωση είναι η μαγική λύση, ο πρόεδρος της ΕΚΤ δήλωσε πως η συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης «απαγορεύει τη χρηματοδότηση μέσω νομισματικής πολιτικής». Το συμπέρασμα είναι πως η αγορά κρατικού χρέους απευθείας από τα κράτη-μέλη είναι παράνομη, αν και η κεντρική τράπεζα έχει ήδη αγοράσει κρατικά ομόλογα από επενδυτές. Δεδομένου ότι η αγορά εταιρικών ομολόγων είναι μικρή και λειτουργεί καλά, ο κ. Ντράγκι δήλωσε πως «δεν υπάρχει ανάγκη να κάνουμε κάτι σε αυτόν τον τομέα».
Η ΕΚΤ δεν εκδίδει χρέος, όμως η μείωση του καθαρού δανεισμού στην ευρωζώνη παραμένει σημαντικό πρόβλημα για τις χώρες της περιφέρειας. Έτσι, ο κ. Ντράγκι δήλωσε πως προτιμά να βρει έναν τρόπο να ομαδοποιηθούν τραπεζικά δάνεια προς τον ιδιωτικό κλάδο, ώστε να τα αγοράσει η ΕΚΤ εάν επιδεινωθούν οι οικονομικές συνθήκες.
«Τι άλλους τίτλους θα αγοράζαμε;» αναρωτήθηκε ο Μ. Ντράγκι και συμπλήρωσε: «Ένα θέμα είναι τα τραπεζικά δάνεια… Αυτό που πρέπει να σκεφτούμε περισσότερο στο μέλλον είναι να έχουμε ένα εργαλείο που θα συγκεντρώνει και θα ομαδοποιεί τα τραπεζικά δάνεια με τον σωστό τρόπο».
Η απειλή παρατεταμένης περιόδου μείωσης των τιμών, όπως έγινε στην Ιαπωνία τις τελευταίες δύο δεκαετίες, θεωρείται όλο και περισσότερο μεγάλος κίνδυνος για την παγκόσμια οικονομική ανάκαμψη. Το πιο ευάλωτο μέρος είναι η ευρωζώνη, όπου ο πληθωρισμός βρίσκεται στο ήμισυ του στόχου της ΕΚΤ -που έχει τεθεί στο 2%-, ενώ η αδυναμία για οικονομική ανάκαμψη θέτει τους αξιωματούχους υπό νέες πιέσεις για αποφάσεις.
Σε αντίθεση με πολλούς σχολιαστές -εκ των οποίων και η Κριστίν Λαγκάρντ, η γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου- ο κ. Ντράγκι δήλωσε ότι δεν θεωρεί υψηλό τον κίνδυνο να βυθιστεί η ευρωζώνη στον αποπληθωρισμό.
Ο πρόεδρος της ΕΚΤ κατέστησε σαφές ότι, προς το παρόν, δεν υπάρχει η αγορά για απλή ομαδοποίηση των τραπεζικών δανείων και πως θα πρέπει πρώτα να δημιουργηθεί προκειμένου να παρέμβει η ευρωτράπεζα με τα απεριόριστα κεφάλαιά της.
«Αυτήν τη στιγμή, η τιτλοποίηση είναι εν πολλοίς νεκρή» δήλωσε και πρόσθεσε πως θα υπήρχε η δυνατότητα αγοράς τέτοιων τίτλων «εάν ήταν εύκολο να κατανοηθούν, να τιμολογηθούν, να είναι εμπορεύσιμοι και να αξιολογηθούν». Το ενδιαφέρον από την κεντρική τράπεζα της Ευρώπης θα ωθήσει τον χρηματοοικονομικό κλάδο στη δημιουργία τέτοιων τίτλων προσδοκώντας τεράστια κέρδη σε περίπτωση που η ΕΚΤ γίνει μεγάλος αγοραστής.
Αντιθέτως, ο Μ. Ντράγκι φάνηκε μάλλον απαθής στην παραδοσιακή ποσοτική χαλάρωση, βάσει της οποίας οι κεντρικές τράπεζες αγοράζουν κρατικό χρέος ή εταιρικά ομόλογα.
Αν και χαρακτήρισε μάλλον απίθανο τον αποπληθωρισμό και αρκετοί αξιωματούχοι της υπέδειξαν πως δεν υπάρχει άμεση ανάγκη για νέα μέτρα, ορισμένοι αναλυτές ζητούν νέα μείωση επιτοκίων ή μείωση του συντελεστή επί των καταθέσεων που κατακρατείται από την κεντρική τράπεζα.
Εάν αποτύχουν αυτές οι πολιτικές, τότε εντείνονται τα σενάρια που φέρνουν την κεντρική τράπεζα να προχωρά αναγκαστικά στην αγορά κρατικών ομολόγων ή επιχειρηματικού χρέους – κίνηση αμφιλεγόμενη που πιθανότατα θα δίχαζε τους αξιωματούχους στο διοικητικό συμβούλιο και θα προκαλούσε την οργή παραγόντων από την πανίσχυρη Bundesbank της Γερμανίας.